Πότε αρχίζεις να συνειδητοποιείς ότι θέλεις να γίνεις μουσικός;
Στην ηλικία τριών-τεσσάρων χρόνων, μου άρεσε να ακούω μουσική από το ραδιόφωνο και από δίσκους 45 στροφών και να κοπανάω ό,τι έβρισκα μπροστά μου. Η επόμενη σκηνή είναι στο σχολείο, όπου με πολλούς κόπους (λόγω οικονομικών δυσκολιών) καταφέρνω να αποκτήσω ένα ζευγάρι τύμπανα. Ένας φίλος μού πρότεινε να πάω σαν ντραμίστας σε ένα μαγαζί. Έτσι ξεκινάει η πρώτη μου επαφή με τον χώρο. Στην συνέχεια, έδωσα στη Φιλοσοφική αλλά κατάλαβα ότι με κέντριζε η μουσική, κι έτσι άρχισα να παίρνω τα πρώτα μου μαθήματα και να στήνω τα πρώτα μου συγκροτήματα.
Μίλησέ μας για τη νέα σου δουλειά, Κατρακύλες (Ogdoo Music Group), που υπογράφεις μαζί με τον Γρηγόρη Κλιούμη.
Η νέα μου δουλειά είναι μία ενότητα 11 τραγουδιών με μια ποιητική διάθεση, τα θεωρώ περισσότερο ποιήματα με σαφείς αναφορές στο σήμερα – είναι μία διάθεση να μην καθοδηγήσει τον ακροατή, εάν πρόκειται για χαρούμενο ή απαισιόδοξο τραγούδι, αλλά να αφήσεις τον ακροατή να αποφασίσει από ποια οπτική θέλει να το δει ο ίδιος. Με τον Γρηγόρη ήμασταν φίλοι από παιδιά στην Καλλιθέα, είναι καρμική η σχέση μας και μας ακολουθούν διάφορες συγκυρίες. Η παραγωγή είναι δική μας, γράφτηκε στο στούντιο-σπίτι λόγω οικονομικών προβλημάτων (ο χώρος μας, όπως είναι γνωστό, έχει ρημαχτεί). Η παραγωγή είναι δική μας, με συμπαραγωγό το «Όγδοο». Μας πήρε δύο-τρία χρόνια η ολοκλήρωση της δουλειάς. Θα παρουσιάσουμε τη δουλειά αυτή στις 19 Νοεμβρίου, στη μουσική σκηνή Ίλιον Plus (Πατησίων & Κοδριγκτώνος 17).
Υπάρχει ένας κοινός φόβος που νιώθουμε ως λαός. Θεωρώ πως αν αυτό δεν αποτυπωθεί στις διαστάσεις που έχει και δεν περιγραφεί, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί.
Δεν ανήκεις στους εμπορικούς καλλιτέχνες. Πόσο υποστηρικτικά λειτουργεί ο χώρος τωνmedia, ώστε να επικοινωνήσεις τη δουλειά σου στο πλατύ κοινό;
Δεν έχω παράπονο. Το όνομα «Ενδελέχεια» είναι πολύ γνωστό, υπάρχει μια υποστηρικτική διάθεση από τους ανθρώπους του ραδιοφώνου.
Μέσα από το Διαδίκτυο θεωρώ ότι δεν διαμορφώνεται κοινό. Ο ακροατής θα κατεβάσει ένα-δυο τραγούδια, όχι ολόκληρη τη δουλειά. Πιστεύω ότι θα επικρατήσει η εποχή των single, όπως δηλαδή το ’50-’60, που βγαίνανε τα δισκάκια με ένα-δυο τραγούδια. Δεν υπάρχει λόγος πια να βγαίνουν ολοκληρωμένες δουλειές.
Το «Ρε καντίνι» είναι ένα μουσικό σχήμα που ασχολείται με το έργο του Τσιτσάνη. Εκτός από τις εμφανίσεις που έχετε πραγματοποιήσει, θα έχει μέλλον ως μουσικό σχήμα;
Είναι μια ορχήστρα που ασχολείται με τα πρώτα τραγούδια του Τσιτσάνη, μέχρι το ’50-’55, αλλά με σκοπό να παρουσιαστούν με την αυθεντική τους μορφή που είχαν στις πρώτες εκτελέσεις (με άλλες ταχύτητες, να κρατηθούν οι διφωνίες, τριφωνίες, η απόδοση των οργάνων). Στην προσπάθειά μου να κάνω ένα αφιέρωμα στη ζωή και το έργο του Τσιτσάνη, έσκυψα πάνω στις πρώτες εκτελέσεις και προσπάθησα να αποδοθούν ως είχαν. Οι εμφανίσεις που κάναμε είχαν μεγάλη ανταπόκριση στον κόσμο. Λογικά έχει κλείσει τον κύκλο του, αλλά με τα παιδιά του σχήματος θα φτιάξω ένα καινούργιο πρόγραμμα που σχεδιάζω τώρα.
Λαϊκό τραγούδι υπάρχει στις μέρες μας;
Εγώ θεωρώ ότι το ροκ τραγούδι του ’90 ήτανε λαϊκό τραγούδι. Τι θεωρούμε λαϊκή τέχνη; Αν εννοούμε μόνο το μπουζούκι, όχι, δεν υπάρχει. Σπάνια ακούς τραγούδια λαϊκά να έχουν ενδιαφέρον, όπως ας πούμε ο Μάλαμας, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, που συνεχίζουν αυτή τη λαϊκή σχολή που ξεκίνησε με τον Μάρκο, τον Τσιτσάνη κ.λπ., βέβαια αλλάζουν τα εκφραστικά μέσα.
Στην Ελλάδα του 2015, πόσο δύσκολο είναι ν’ ασχολείται κανείς επαγγελματικά με τη μουσική;
Εγώ έχω καταφέρει να ζω από αυτό που αγαπώ και με θεωρώ τυχερό που μπορώ να το κάνω στην Ελλάδα του 2015. Αλλά είναι πολύ δύσκολο. Όποιος επιλέξει τον δρόμο της μουσικής, να το κάνει επειδή δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, διαφορετικά ας ασχοληθεί με κάτι άλλο. Δεν το επιλέγεις το επάγγελμα για δόξα ή για χρήμα, διαφορετικά θα δυστυχήσεις.
Ποιο είναι το πιο αυτοβιογραφικό σου τραγούδι;
Νομίζω πως είναι το πρώτο μου βιβλίο, Η καυτή σούπα, και όχι κάποιο τραγούδι. Αυτό το βιβλίο προέκυψε από την ανάγκη μου να πω κάποια πράγματα περισσότερα απ’ ό,τι σε ένα τραγούδι.
Πάμε, λοιπόν, και στη συγγραφική σου ιδιότητα. Έχεις γράψει τρία βιβλία, με τελευταίο το εξαιρετικό μυθιστόρημα Υπόγειος, το οποίο συνυπογράφεις με τον Αλέξανδρο Σικιαρίδη. Είσαι και σε αυτόν τον τομέα άνθρωπος της παρέας, τελικά;
Φαίνεται πως ναι. Με τον Αλέξανδρο είμαστε φίλοι και κουμπάροι, γνωριστήκαμε στον στρατό. Αναπτύξαμε έναν κώδικα επικοινωνίας πολύ ιδιαίτερο μεταξύ μας. Ο Αλέξανδρος μετακόμισε στην Κρήτη, πριν από δύο-τρία χρόνια αρχίσαμε να επικοινωνούμε γραπτά μέσω Διαδικτύου. Το αποτέλεσμα με εξέπληξε, έτσι γεννήθηκε αυτό το βιβλίο. Θα το χαρακτήριζα ρεαλιστικό, με σκοτεινά και φωτεινά σημεία, καθημερινούς ήρωες.
Σε μια κριτική που σου έγραψε ο Οδυσσέας Ιωάννου, αποκαλεί τους ήρωές σου τσακισμένους. Στην τσακισμένη Ελλάδα, Δημήτρη, εσύ πού βρίσκεσαι;
Είμαι αισιόδοξος άνθρωπος, θέλω να βρίσκω διεξόδους στα προβλήματα. Θέλω να κάνω πράγματα που ομορφαίνουν την ημέρα μου. Στο βιβλίο καταγράφουμε και τη σκοτεινή πλευρά των ανθρώπων, γιατί υπάρχει. Θέλαμε να γράψουμε ένα βιβλίο μ’ αυτή τη γλώσσα και την αισθητική. Είναι ένα σκληρό ροκ κείμενο. Φωτίσαμε αυτά που βλέπουμε και λέμε στον κόσμο να κάνει την επιλογή του.
Ο φόβος υπάρχει έντονος και στα τραγούδια σου και στα βιβλία σου. Γιατί;
Υπόγειος Δημήτρης Μητσοτάκης, Αλέξανδρος Σικιαρίδης Τόπος 179 σελ. Τιμή € 12,00 |
Πιστεύω πως είναι ένα συναίσθημα που σε παραλύει και πρέπει να το καταπολεμάς. Υπάρχει ένας κοινός φόβος που νιώθουμε ως λαός. Θεωρώ πως αν αυτό δεν αποτυπωθεί στις διαστάσεις που έχει και δεν περιγραφεί, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί. Έγινε μία προσπάθεια μέσω του δημοψηφίσματος να βγει ένα αντιφοβικό ένστικτο, το οποίο όμως τον έριξε σε μεγαλύτερο φόβο και αυτό είναι ό,τι πιο θλιβερό έχει συμβεί από την εποχή του πρώτου μνημονίου μέχρι σήμερα, τη θεωρώ μία από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις που έχω βιώσει. Χάρηκα την απάντηση του ΟΧΙ, αλλά μετά ήρθε η απογοήτευση. Ένιωσα σαν κατάδικος που έχει βγει βόλτα για δύο ώρες.
Εργάζεσαι ως μουσικός επιμορφωτής στο ΚΕΘΕΑ. Μίλησέ μας γι’ αυτό.
Βρέθηκα τυχαία πριν από 22 χρόνια να δουλεύω στη Διάβαση – ήταν στις αρχές της δημιουργίας της κοινότητας. Ζητούσαν κάποιον μουσικό, γιατί τους είχε κάνει κάποιος μουσικός οίκος δωρεά κάποια κρουστά, το είδα σαν πρόκληση και πήγαινα μία φορά την εβδομάδα. Από τότε έχουν περάσει 22 χρόνια, η μία ώρα έγινε πολλές και έχω μια μόνιμη σχέση συνεργασίας. Η μουσική λειτουργεί πολύ δημιουργικά και βοηθά στην προσπάθεια που γίνεται. Για μας τους δασκάλους είναι συγκινητικό. Στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων που κάνουμε με τα παιδιά, όλες τις Δευτέρες του Νοεμβρίου διοργανώνουμε βραδιές αφιερωμένες στην ιστορία του ρεμπέτικου τραγουδιού με την ομάδα της επανένταξης στην οδό Σταυροπούλου 29, στην Πλατεία Αμερικής. Είναι βραδιές ανοικτές για το κοινό.
Φωτογραφία: Yiannis Margetousakis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου