ΠΟΙΗΜΑ του ΝΙΚΟΥ ΚΑΡΟΥΖΟΥ
Η σοπράνο Ρέα Βουδούρη έχει αποσπάσει θετικές κριτικές για τις ερμηνείες της στις όπερες και στα έργα του συνθέτη Π. Καρούσου
Την Κυριακή 20 Ιουλίου 2025 πραγματοποιήθηκε συναυλία του διεθνούς φήμης συνθέτη Παναγιώτη Καρούσου στον Aρχαιολογικό Xώρο του Ιερού των Αιγυπτίων Θεών στη Νέα Μάκρη (Μπρεξίζα) με την συνεργασία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής.
Το μυθιστόρημα του Κώστα Μπουμπουρή με τίτλο Η νύχτα του μισεμού διαδραματίζεται στα τέλη του Εμφυλίου και στη δεκαετία του ’50. Ο εθνικός στρατός προσπαθεί να βάλει τέλος στη μάστιγα του Εμφυλίου και ν’ απομακρύνει το συντομότερο τους αντάρτες από τα οχυρά τους της Στερεάς και της Θεσσαλίας. Έχει καταστρώσει σχέδιο, σύμφωνα με το οποίο θα πρέπει ν’ απομακρυνθούν οι κάτοικοι των περιοχών στις οποίες δρουν αντάρτες. Έτσι, τα ορεινά χωριά έπρεπε να εκκενωθούν και οι κάτοικοί τους να βρουν καταφύγιο, για κάποιο διάστημα, σε πιο ασφαλή μέρη, ώστε να μην υπάρξουν απώλειες αμάχων. Απ’ αυτή τη βίαιη μετακίνηση δεν γλίτωσε το Νυχτοχώρι, χωριό των Αγράφων. Οι κάτοικοί του δεν ήθελαν να φύγουν από τον τόπο τους, αλλά ο πόλεμος δεν ρωτάει τι θέλεις, σ’ αρπάζει εκόντα άκοντα και σε σέρνει μαζί του, ορίζοντας την τύχη σου και τη ζωή σου. Έτσι οι Νυχτοχωρίτες βρέθηκαν πρόσφυγες στην περιοχή του Αγγελόκαστρου κι από εκείνη τη στιγμή αρχίζει η μαρτυρική ζωή τους.
Ξεριζωμένοι από τον τόπο τους, θα προσπαθήσουν να επιβιώσουν κάτω από δραματικές συνθήκες, μέσα σε καλύβες δίχως στέγη και χωρίς ούτε τα απολύτως αναγκαία. Ο εθνικός στρατός και η Πολιτεία τούς υποσχέθηκαν βοήθεια, αλλά είναι τόσο λειψή, που θα πρέπει οι πρόσφυγες να πορευτούν με τις δικές τους δυνάμεις, για να μην πεθάνουν από την πείνα και το κρύο. Δεν υπάρχουν χρήματα για να προμηθευτούν τροφή, αλλά και τα τρόφιμα είναι δυσεύρετα. Ρίχνονται στη δουλειά οι γυναίκες, μαζεύουν χόρτα, σαλιγκάρια, αγριολάχανα και ό,τι άλλο μπορεί να δώσει η γη, για να χορτάσουν μικροί και μεγάλοι.
Η Ζαρκαδούλα, κόρη της χήρας Θεοδωράκαινας, είναι μια κοπέλα που δεν φοβάται να τα βάλει με τα δεινά που της έφερε η ζωή. Ατρόμητη και κάπως ονειροπαρμένη, πιστεύει ότι η τύχη μπορεί να έρθει με το μέρος της ακόμη και μέσα σ’ αυτή τη δυστυχία. Ψάχνει σε σπηλιές απομακρυσμένες από τον καταυλισμό για κρυμμένους θησαυρούς, κάτι έχει ακούσει για την ύπαρξή τους και με την πίστη νεοφώτιστου χάνεται ολημερίς στα γύρω μέρη και ψάχνει. Και πριν καλά καλά το καταλάβει, πιάστηκε στα δίχτυα του έρωτα, υπέκυψε στη γοητεία του κοντοχωριανού της, Πετρή, και έμεινε έγκυος. Η περιπέτεια της Ζαρκαδούλας με τον γυρολόγο Πετρή δεν κατέληξε σε γάμο, όπως θα έπρεπε, αλλά σε κηδεία. Κήδεψε τον τετράχρονο, νόθο γιο της και μαζί του ένα κομμάτι του εαυτού της, που πληγώθηκε από την προδοσία του Πετρή και δεν γιατρεύτηκε ποτέ.
Το πρόσωπο που δεσπόζει σ’ όλο το έργο είναι ο Πετρής, που παίζει και τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιστορία. Πρόκειται για έναν χαρακτήρα αμφιλεγόμενο, πολυπράγμονα και αδίστακτο, έναν χαρακτήρα ωστόσο οικείο στον Έλληνα. Γιατί μπορεί το χαρακτηριστικό του Έλληνα να είναι το φιλότιμο, όμως η ακριβώς αντίθετη πλευρά του είναι ότι κατορθώνει να επιπλέει σε κάθε περίσταση. Ο Πετρής είναι ο τύπος του Έλληνα που καταφέρνει να ξεγλιστράει, όπως ξεγλίστρησε κι απ’ τα χέρια του χάρου, στην προσπάθειά του να φύγει απ’ το χωριό και να εξαφανιστεί στην ανωνυμία της Αθήνας. Το ποτάμι δεν κατάφερε να τον εμποδίσει στο φευγιό του, μπορεί να του άρπαξε τα λίγα υπάρχοντά του αλλά τον ίδιο δεν τον τύλιξε στα θολά νερά του. Στην Αθήνα δεν είναι μετέωρος, και μάλιστα σε χρόνια δύσκολα όπως αυτά. Βρήκε τον όμοιό του, τακίμιασαν μια χαρά και έκαναν χρυσές δουλειές…
Οι μάνες έβλεπαν τα παιδιά τους να φεύγουν κι όμως δεν τα εμπόδιζαν, γιατί έβλεπαν κι εκείνες ότι μέλλον δεν υπήρχε στον τόπο τους κι ας ράγιζε η καρδιά τους στον αποχωρισμό. Σ’ αυτή τη μαζική φυγή ο Εμφύλιος έπαιξε τον ρόλο του.
Με όλα όσα αφηγείται ο συγγραφέας Κώστας Μπουμπουρής για τον βίο και την πολιτεία του Πετρή, διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για μια διχασμένη προσωπικότητα, η οποία ακροβατεί ανάμεσα στο καλό και στο κακό, στην καλοσύνη και την κακία. Η αρνητική πλευρά του δεσπόζει στο έργο, αλλά κάποιες φορές, λίγες ίσως, αφήνει να φανεί και η αντίθετη πλευρά του. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δείχνει τις καλές προθέσεις του, θέλει να δώσει με την καρδιά του, γιατί το αισθάνεται, και όχι μόνον με το χέρι του. Αυτή η ανθρώπινη πλευρά του φανερώθηκε, όταν γνώρισε την πανέμορφη Αλτάνα. Δεν έμπλεξε μαζί της μόνον από ερωτικό πάθος, δεν την είδε ως μια περιστασιακή ευκαιρία να περάσει ηδονικές στιγμές μαζί της. Με την Αλτάνα ήθελε κάτι αληθινό, ένα σπιτικό, παιδιά, οικογένεια· ν’ αφήσει πίσω του το αμαρτωλό παρελθόν, τις ανομίες του κι όλες τις παλιανθρωπιές του, γιατί υπάρχει και Θεός.
Εκεί, λοιπόν, που νομίζει ότι έχει αγγίξει την ευτυχία, μακριά από τη σαπίλα της νύχτας και της παρανομίας, ορμάει ο κακός δαίμονας, ο άλλος του εαυτός, και τα καταστρέφει όλα σε μια στιγμή. Γιατί αυτός είναι στην πραγματικότητα ο Πετρής, ένα ανθρωπάκι, που παριστάνει τον δυνατό, τον άτρωτο, τον αληθινό άντρα, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχει κανένα απ’ αυτά τα χαρακτηριστικά. Είναι ένα αδύναμο χωριατόπαιδο, που η ζωή του κυλούσε ανάμεσα σε γυναίκες που αγόραζαν την πραμάτεια του. Σ’ αυτές τις γυναίκες παρίστανε τον άντρα, με τις πελάτισσες περνούσε η μέρα του και σ’ αυτές υπολόγιζε, για να κερδίσει κάποια χρήματα για τις ανάγκες της πατρικής οικογένειας. Γι’ αυτό οι γυναίκες θα είναι η τιμωρία του και θα έχει το τέλος που του αξίζει. Το κακό τέλος που έχουν άνθρωποι σαν τον Πετρή.
Ο Κώστας Μπουμπουρής στο βιβλίο του θίγει ένα ακόμη σημαντικό ζήτημα, τη μετανάστευση, που υπήρξε αληθινή μάστιγα για την Ελλάδα. Οι Έλληνες πήραν τον δρόμο της ξενιτιάς, έγιναν μετανάστες για πολλούς λόγους, κυρίως όμως για μια καλύτερη ζωή. Η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Αμερική φάνταζαν μέρη παραδείσια, πώς θα μπορούσαν όλοι αυτοί οι αναγκεμένοι ν’ αντισταθούν στη σαγήνη τους; Η πραγματικότητα, βέβαια, ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη απ’ αυτή που φαντάστηκαν και οι προσδοκίες τους διαψεύσθηκαν, μόλις πάτησαν το πόδι τους στην ξένη χώρα. Το τίμημα που πλήρωσε η Ελλάδα ήταν βαρύτατο, αφού τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 η μετανάστευση πήρε διαστάσεις μαζικής φυγής. Ίδια κολλητική ασθένεια απλωνόταν στη χώρα και ξερίζωνε απ’ τα σπλάχνα της τους νέους ανθρώπους, άνδρες και γυναίκες, το μέλλον της χώρας, αφήνοντάς την ορφανή από τον ανθό του πληθυσμού της. Όπου φύγει φύγει οι νέοι και οι νέες για μια καλύτερη ζωή, για ένα μέλλον χωρίς φτώχεια, ανέχεια και ανάγκες που στον τόπο τους τους ξεπερνούσαν κι ας είχαν την καλή διάθεση ν’ αγωνιστούν, να παλέψουν για να τα βγάλουν πέρα. Η ύπαιθρος χώρα ερήμωσε, τα χωριά άδειασαν από νέους ανθρώπους κι απόμειναν οι ηλικιωμένοι έρημοι και μόνοι, χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα για να εμποδίσουν τη φυγή, που ξέσπασε σαν κατάρα στα κεφάλια τους. Οι μάνες έβλεπαν τα παιδιά τους να φεύγουν κι όμως δεν τα εμπόδιζαν, γιατί έβλεπαν κι εκείνες ότι μέλλον δεν υπήρχε στον τόπο τους κι ας ράγιζε η καρδιά τους στον αποχωρισμό. Σ’ αυτή τη μαζική φυγή ο Εμφύλιος έπαιξε τον ρόλο του, γιατί σε πολλούς κόλλησαν τη ρετσινιά «κουμουνιστές», «ρωσόφιλοι», «καταδότες», χωρίς πολλοί απ’ αυτούς να έχουν καμιά σχέση με όσα τους κατηγορούσαν. Και στις μικρές κοινωνίες τα πράγματα είναι χειρότερα, η ρετσινιά άμα μπει δεν φεύγει ποτέ, σημαδεύει όλη τους τη ζωή, τη δική τους και της οικογένειάς τους. Γι’ αυτούς ειδικά τους στιγματισμένους η ξενιτιά ήταν μονόδρομος, που τον ακολούθησαν θέλοντας και μη. Γιατί η ξενιτιά είναι πικρή και, όπως λέει το δημοτικό μας τραγούδι: «Ο ξένος εις την ξενιτιά πρέπει να βάζει μαύρα, για να ταιριάζει η φορεσιά με της καρδιάς τη λαύρα».
Η νύχτα του μισεμού
Κώστας Μπουμπουρής
Εκδόσεις Μπατσιούλας
272 σελ.
ISBN 978-618-517-665-5
Τιμή €15,90
https://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/24440-kostas-boubouris-nyxta-tou-misemou
Η παρούσα συλλογή κειμένων υπό τον γενικό τίτλο Η τυροκομία και το τυρί αποτελεί το δεύτερο εγχείρημα στην εκδοτική σειρά Διατροφική Πολιτιστική Κληρονομιά της Ελλάδας, σειρά την οποία σχεδίασε και εκπονεί η Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού (ΥπΠο). Στόχος της πρωτοβουλίας, η οποία δεν περιορίζεται μόνο στις εκδόσεις βιβλίων αλλά παράγει πολύπλευρο και μακρόχρονο επιστημονικό έργο, είναι η μελέτη, διαφύλαξη και ανάδειξη των αγροδιατροφικών παραδόσεων του τόπου μας.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι η Σύμβαση για τη Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO του 2003 αποτελεί το θεωρητικό πλαίσιο αλλά και την κινητήρια δύναμη για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση σημαντικών πρωτοβουλιών, εκδοτικών ή άλλων, πρωτοβουλίες οι οποίες τα τελευταία χρόνια έχουν δώσει εξαιρετικούς πολιτιστικούς καρπούς. Η παρούσα έκδοση είναι μια τέτοια περίπτωση – στο επίκεντρο είναι ο θαυμαστός κόσμος της ελληνικής τυροκομίας.
Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα
Για την υλοποίηση της έκδοσης, η Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥπΠο συνεργάστηκε με ομάδες φορέων άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, με επαγγελματικές ενώσεις, με την κοινωνία των πολιτών και την πανεπιστημιακή κοινότητα.
Στην καλαίσθητη έκδοση Η τυροκομία και το τυρί το παρών δίνει ένα μεγάλο, εξαιρετικά καταρτισμένο κομμάτι της ελληνικής πανεπιστημιακής κοινότητας, που έχει ως αντικείμενό του τη μελέτη της ελληνικής τυροκομίας με τον πρώτο τόνο να δίνει ο κορυφαίος ίσως πανεπιστημιακός της τυροκομίας, ο Θεόφιλος Μασούρας. Στο κείμενό του «Ιστορία της τυροκομίας» πιάνει το νήμα από τη Νεολιθική εποχή, την επεξεργασία του γάλακτος στις πρώτες κοινωνικές δομές του ανθρώπινου πολιτισμού, διατρέχει τις διάφορες ιστορικές εξελίξεις, φτάνει στο Βυζάντιο και συνεχίζει στον 19ο αιώνα, όταν η βιομηχανοποίηση της παραγωγής τυροκομικών προϊόντων αλλάζει σε σημαντικό βαθμό την εικόνα της τυροκομίας στην Ελλάδα. Στο τέλος του 19ου αιώνα, το νεοσύστατο ελληνικό κράτος αντιλαμβάνεται την οικονομική σημασία της κτηνοτροφίας και καλεί από το εξωτερικό τον ελληνικής καταγωγής διαπρεπή τυροκόμο Ραϊνόλδο Δημητριάδη να εκπαιδεύσει τους νέους τυροκόμους της χώρας.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η Κατοχή βρίσκουν την ελληνική γαλακτοκομία και τυροκόμηση να κυριαρχεί στην προσπάθεια επίλυσης του μεγάλου προβλήματος διατροφής του ελληνικού πληθυσμού. Σύμφωνα με τον Θ. Μασούρα, η πρώτη μεταπολεμική περίοδος θα είναι και για την τυροκομία η πραγματική αφετηρία εισαγωγής της μοντέρνας παραγωγικής τεχνολογίας και των τεχνικών δυνατοτήτων στους διάφορους κλάδους μεταποίησης του γάλακτος.
Από το Μέτσοβο μέχρι την Κρήτη
Τα κείμενα του τόμου μπορούν χωριστούν σε τρεις κύριες κατηγορίες: α) κείμενα βιωματικά, τα οποία είναι γραμμένα από ανθρώπους που ζουν καθημερινά την τυροκομία κι έχουν αποκτήσει πολύτιμη πείρα στις στάνες και τα τυροκομεία ανά την Ελλάδα (όλη σχεδόν η επικράτεια αντιπροσωπεύεται στο τμήμα αυτό), β) κείμενα ερευνητικά, από ανθρώπους που έχουν συνδέσει την επαγγελματική πορεία τους με τη λαογραφία και την καταγραφή του πλούτου της ελληνικής παράδοσης, και γ) κείμενα επαγγελματιών, που δουλεύουν με προϊόντα του πρωτογενούς τομέα, όπως ο σεφ και συγγραφέας Χρήστος Μαντίδης. Ο τελευταίος, στο κείμενό του «Οι αλμυρές και γλυκές τυρόπιτες στην ελληνική διατροφική κληρονομιά», παρουσιάζει μικρό δείγμα της προσωπικής του έρευνας ανά την Ελλάδα, όπου μελέτησε την τυρόπιτα ως καθημερινό έδεσμα αλλά και ως εθιμική κατανάλωση τροφής, συνδεόμενη κυρίως με τον ετήσιο κύκλο των θρησκευτικών εορτών.
Η σημαντικότερη ίσως έκδοση των τελευταίων δεκαετιών για την ελληνική τυροκομική παράδοση.
Η Τατιάνα Αβέρωφ-Ιωάννου, αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα, υπογράφει το κείμενο «Τυροκομία στην περιοχή του Μετσόβου και η συνεισφορά του Τυροκομείου του Ιδρύματος Τοσίτσα», στο οποίο παρουσιάζει τη μοναδική παράδοση της μετακινούμενης κτηνοτροφίας στο Μέτσοβο, την επεξεργασία γάλακτος για να παραχθεί τυρί, κεφαλοτύρι κυρίως, τη μετεξέλιξη της ημινομαδικής κτηνοτροφίας μετά την ενσωμάτωση της Ηπείρου στο ελληνικό κράτος και, φυσικά, τη συμβολή του τυροκομείου της οικογένειάς της, το οποίο από το 1958 που ιδρύθηκε αποτελεί τοπόσημο του Μετσόβου κι ένα από τα σπουδαιότερα της χώρας.
Η χημικός Ευθυμία Κονδύλη και η γεωπόνος Ελένη Παππά, στελέχη αμφότερες του δημόσιου φορέα ΕΛΓΟ-Δήμητρα στα Ιωάννινα, παρουσιάζουν «Μορφές παραδοσιακής τυροκόμησης στην Ήπειρο», καταγράφοντας την όλη διαδικασία και αναδεικνύοντας τυριά που χάνονται στα βάθη των αιώνων, όπως η πρόσφατα αναβιώσασα ούρδα, το γαλοτύρι και, φυσικά, το διάσημο και πάλι στις μέρες μας κασκαβάλι.
Εξαιρετικό το κείμενο «Η τυροκομία στον Ψηλορείτη» του αρχαιολόγου Γιώργη Καλομοίρη, υποψήφιου διδάκτορα στο Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, ο οποίος παρουσιάζει την τυροκομική παράδοση της ορεινής Κρήτης, όπου σπουδαίες ποιμενικές κοινότητες στις διάφορες γεωγραφικές ζώνες του βουνού, έχοντας αποκτήσει ιδιαίτερα παραγωγικά χαρακτηριστικά και μοναδική σχέση με το ανάγλυφο του εδάφους, παράγουν από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα υπέροχα τυριά, ενώ ταυτόχρονα αναπτύσσουν μια ιδιαίτερη τοπική οικονομία με μοναδική ιστορική αξία.
Επανάκτηση/επαναοικειοποίηση των γνώσεων
Σύμφωνα με τον λαογράφο Γιάννη Δρίνη από τη Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥπΠο και καθηγητή στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, η τυροκομία είναι μια «ζωντανή και παλλόμενη πολιτιστική κληρονομιά» και τα προϊόντα της, τα εκατοντάδες είδη ελληνικών τυριών, «υλικά αντικείμενα και αγαθά που είναι φορείς πολλών και ποικίλων πολιτιστικών νοημάτων».
Το στέλεχος του ΥπΠο θεωρεί ότι σήμερα στόχος της επιστήμης, της λαογραφίας, της Πολιτείας αλλά και των παραγωγικών δυνάμεων που έχουν απομείνει στην ελληνική περιφέρεια πρέπει να είναι η διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς των αγροτικών κοινοτήτων και η ανάδειξη της παραγωγικής μνήμης και ταυτότητάς τους με τρόπο βιώσιμο. «Σε πολλές περιπτώσεις κάτι τέτοιο μπορεί ή και πρέπει να συνοδεύεται και από μια συνειδητή προσπάθεια επανάκτησης/επαναοικειοποίησης των γνώσεων και πρακτικών, οι οποίες σήμερα έχουν περιθωριοποιηθεί χωρίς όμως να έχουν διαγραφεί οριστικά και αμετάκλητα από την πολιτιστική μνήμη της κοινότητας…» αναφέρεται χαρακτηριστικά στο σχετικό κείμενο των Γιάννη Δρίνη – Ανδρομάχης Οικονόμου.
Ο τόμος Η τυροκομία και το τυρί, με πολλά κείμενα, με εξαιρετικό φωτογραφικό υλικό από τυροκομήσεις ανά την Ελλάδα, με βιβλιογραφία σε κάθε κείμενο, η οποία αποτελεί αφετηρία περαιτέρω μελέτης, είναι η σημαντικότερη ίσως έκδοση των τελευταίων δεκαετιών για την ελληνική τυροκομική παράδοση και αυτό οφείλεται στη σύνθεση της συγγραφικής ομάδας, η οποία έχει στις τάξεις της μερικούς από τους σημαντικότερους ανθρώπους του κλάδου και των όμορων δραστηριοτήτων/κατηγοριών: αγρότες, κτηνοτρόφους, τυροκόμους, σεφ, λαογράφους, αρχαιολόγους, ερευνητές, μηχανικούς περιβάλλοντος, γεωπόνους κ.ά. – μια «εθνική ομάδα» που σπάνια συναντιέται στις σελίδες ενός βιβλίου. Την επιστημονική επιμέλεια των κειμένων είχαν το στέλεχος του ΥπΠο Γιάννης Δρίνης, ο καθηγητής του Γεωπονικού Παν/μίου Θεόφιλος Μασούρας, η καθηγήτρια του Γεωπονικού Παν/μίου Πηνελόπη Μπεμπέλη, ο καθηγητής του Γεωπονικού Παν/μίου Ιωσήφ Μπιζέλης και η ιστορικός-αρχαιολόγος Ανδρομάχη Οικονόμου, διευθύντρια ερευνών στο Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών.
Η τυροκομία και το τυρί
Διατροφική πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας
Συλλογικό έργο
επιμέλεια: Γ.Δ. Κορωναίος – Μαρία Πέτρογλου
Υπουργείο Πολιτισμού
364 σελ.
ISBN 9-789603-866244
Το βιβλίο βρίσκεται εκτός εμπορίου. Μπορείτε να το προμηθευτείτε από τη Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού.
Θανάσης Αντωνίου δημοσιογράφος
https://diastixo.gr/kritikes/meletesdokimia/24432-tirokomia-kai-to-tiri
Ο Όμιλος για την UNESCO Πειραιώς & Νήσων σε συνεργασία με τον Διεθνή Οργανισμό International ACTION ART και ο Δήμος Νίκαιας – Αγίου Ιω...