Τρίτη 15 Ιουλίου 2025

Βαγγέλης Χρόνης: «Η έφιππη ψυχή»

 


Η νέα ποιητική συλλογή του Βαγγέλη Χρόνη Η έφιππη ψυχή αποτελεί ένα ώριμο έργο ενός δημιουργού που έχει χαράξει σταθερή πορεία στον χώρο της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Πρόκειται για την ενδέκατη συλλογή του ποιητή, η οποία συγκεντρώνει ποιήματα γραμμένα κατά την τελευταία τετραετία, αποτυπώνοντας τη στοχαστική του διάθεση καθώς εξερευνά τα μείζονα θέματα της ύπαρξης.

Η συλλογή αποτελείται από 44 ποιήματα που τα διακρίνει η λιτότητα έκφρασης, η έντονη φιλοσοφική διάθεση και η απαράμιλλη ικανότητα του ποιητή να συμπυκνώνει βαθιά νοήματα σε σύντομες, αλλά εξαιρετικά πυκνές απεικονίσεις. Οι θεματικές του Βαγγέλη Χρόνη κινούνται γύρω από τον χρόνο, τη μνήμη, την απώλεια, την ανθρώπινη μοίρα, αλλά και τη φύση ως καταφύγιο και σύμβολο της ζωής.

Στο οπισθόφυλλο της έκδοσης υπογραμμίζεται η συνέπεια του ποιητή στο προσωπικό του ύφος: ένας ισορροπημένος συνδυασμός λυρικότητας και στοχαστικής προσέγγισης, που οδηγεί σε μια ποίηση εσωτερικής έντασης και φιλοσοφικού βάθους. Η έφιππη ψυχή του τίτλου δεν είναι απλώς μια ποιητική εικόνα, αλλά μια υπαρξιακή τοποθέτηση: μια ψυχή που ταξιδεύει, άλλοτε αγέρωχη και άλλοτε ταλαντευόμενη από τους ανέμους της ζωής.

Τα ποιήματα της συλλογής διακρίνονται για την υπαινικτική τους διάθεση, αφήνοντας χώρο στον αναγνώστη να ερμηνεύσει και να βιώσει προσωπικά τα νοήματα που υποδηλώνονται.

Στην παρουσίαση της συλλογής στην αίθουσα εκδηλώσεων του Μουσείου Ακρόπολης, ο Βαγγέλης Χρόνης διάβασε ένα σύντομο οδοιπορικό αναμνήσεων υπό τον τίτλο «Η τζιτζιφιά», αντλώντας έμπνευση από το δέντρο που αποτελεί σύμβολο αντοχής, ρίζωσης και μνήμης. Ο ποιητής ανέπτυξε τη σχέση της φύσης με τη δημιουργική διαδικασία, επισημαίνοντας πώς τα φυσικά σύμβολα μπορούν να λειτουργήσουν ως φορείς συναισθηματικής και υπαρξιακής εμπειρίας.

Η τζιτζιφιά του Βαγγέλη Χρόνη είναι μια μεταφορά της συλλογικής μνήμης, της επιβίωσης μέσα στον χρόνο, αλλά και της ίδιας της ποιητικής πράξης ως τρόπου διαιώνισης του βιώματος. Με αυτή την προσέγγιση, ο ποιητής συνέδεσε τη νέα του συλλογή με το διαχρονικό ερώτημα της θέσης του ανθρώπου μέσα στον κόσμο και τον τρόπο με τον οποίο η ποίηση μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν.

Η γλώσσα του Χρόνη είναι λιτή, ουσιαστική, καίρια. Αποφεύγει τους περιττούς λυρισμούς και την επιτήδευση, προτιμώντας να εκφραστεί βασισμένος στην οικονομία του λόγου και στη δύναμη της εικόνας. Τα ποιήματα της συλλογής διακρίνονται για την υπαινικτική τους διάθεση, αφήνοντας χώρο στον αναγνώστη να ερμηνεύσει και να βιώσει προσωπικά τα νοήματα που υποδηλώνονται.

Η Έφιππη ψυχή είναι μια συλλογή που δεν αναλώνεται σε επιφανειακές εξάρσεις, αλλά επιμένει σε μια βαθιά, εσωτερική αναζήτηση. Ο Χρόνης καταφέρνει να προσφέρει στον αναγνώστη όχι απλώς αισθητική απόλαυση, αλλά και έναυσμα για σκέψη και ενδοσκόπηση. Δημιουργεί ένα ποιητικό σύμπαν όπου το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον συνυφαίνονται, όπου η ποίηση δεν είναι απλή καταγραφή, αλλά υπέρβαση.

Η συλλογή αξίζει να διαβαστεί τόσο από τους λάτρεις της ποίησης όσο και από εκείνους που αναζητούν μια φιλοσοφική διάσταση στην τέχνη του λόγου. Ο Βαγγέλης Χρόνης, με συνέπεια και ωριμότητα, προσθέτει μία ακόμα πολύτιμη ψηφίδα στο έργο του, εδραιώνοντας τη θέση του ως μία από τις σημαντικές φωνές στη σύγχρονη ελληνική ποίηση.

 

Η έφιππη ψυχή
Βαγγέλης Χρόνης
Εκδόσεις Καστανιώτη
64 σελ.
ISBN 978-960-03-7328-8
Τιμή 10,00€

https://diastixo.gr/kritikes/poihsh/24277-efipi-psixi

https://diastixo.gr

Δημήτρης Χριστόπουλος: «Δωδεκάτη Φεβρουαρίου»

 

«Είναι το τέλος της αθωότητας. Είναι ο θρίαμβος των ρηχών και επικίνδυνων ανθρώπων» (σ. 175). Μια δήλωση που θα μπορούσε να κρύβει πίσω της μια σειρά από επεισόδια ενδεικτικά της βαρβαρότητας που χαρακτηρίζει την εποχή μας. Με κεντρίζει, ωστόσο, η λέξη αθωότητα. Ίσως γιατί πληγώνει ακόμη περισσότερο και από τη ρηχότητα και από τον όποιον ελλοχεύοντα κίνδυνο, ίσως γιατί παραπέμπει στον ελάχιστο πλέον χώρο που παραχωρούμε μέσα μας στην πιο αθώα, την πιο μη αναλώσιμη πλευρά του εαυτού μας. Διαβάζοντας το πρόσφατο βιβλίο του Δημήτρη Χριστόπουλου, όλο και περισσότερο πείθομαι πως η περίπτωσή του είναι ξεχωριστή. Ανήκει στη χορεία των μεγάλων πεζογράφων μας διαχρονικά, αλλά και από τους σύγχρονους νομίζω πως είναι ο καλύτερος. Πατώντας με άνεση τόσο στους παραδοσιακούς τρόπους γραφής όσο και στους πιο νεωτερικούς, κατορθώνει σε κάθε νέα συγγραφική του εμφάνιση να πηγαίνει τη γραφή του, αλλά και την υπόθεση της γραφής γενικότερα, λίγο πιο μπροστά, θέτοντας για τους ομότεχνους ψηλά τον πήχη. Καταθέτω εδώ κάποια σχόλια γι’ αυτό το νέο του βιβλίο, ως απότοκο της συγκίνησης αλλά και της μαγείας του.

Όσοι παιδεύουμε τη σκέψη μας στο χαρτί ξέρουμε ότι η γραφή μία είναι, άρα δεν έχει και καθοριστική σημασία η κατάταξη ενός βιβλίου σε κατηγορία, παρά μόνο για εκδοτικούς λόγους· εμάς εδώ, όμως, δεν μας αφορά κάτι τέτοιο. Τα 21 κείμενα του βιβλίου δεν είναι ούτε διηγήματα ούτε, φυσικά, συνιστούν μυθιστόρημα, κι ας διαβάζονται σε μια νοητή συνέχεια προσώπων και πραγμάτων. Σωστά χαρακτηρίζονται στην εσωτερική σελίδα ως 21 αφηγηματικές σεκάνς, γιατί διαβάζονται και παρακολουθούνται ταυτόχρονα, σαν ένα ανοιχτό βιβλίο που εντελώς μαγικά μετατρέπεται σε οθόνη κινηματογράφου – άλλωστε, αφορούν θέματα κινηματογραφικά, σαν να αποτελούν έναν φόρο τιμής στους κατεστραμμένους δίδυμους κινηματογράφους της Σταδίου, τη 12η Φεβρουαρίου 2012, στη χαμένη μαγεία της σκοτεινής τους αίθουσας. Καθόλου τυχαία, βέβαια, προλογίζονται από τον Κώστα Φέρρη, έναν πιστό εραστή των κινηματογραφικών θαυμάτων.

«Το να υπηρετείς την αισθητική είναι ύψιστη πολιτική πράξη».

Στο βιβλίο καταγράφεται μια Αθήνα που ολοένα και πιο ξεκάθαρα πλέον σε κάποιους δεν σημαίνει τίποτα, γι’ αυτό και με ήσυχη τη συνείδησή τους την καταστρέφουν. Δεν κατανοούν την ταυτότητα των κτηρίων, δεν νιώθουν πώς αυτά που μας περιβάλλουν τελικά μπορούν να μας καθορίσουν: «[…] χτίζουμε τα κτήριά μας και στη συνέχεια αυτά μας καθορίζουν. Κι όταν ένα από αυτά πεθάνει, ένα κομμάτι μας πεθαίνει μαζί του» (σ. 176). Οι εικόνες της πόλης, όπως μας τις δίνει η γραφή αυτή, σχηματίζουν την τοιχογραφία της «αθηναϊκότητας», αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον νεολογισμό· άλλωστε, είναι μια λέξη που προκύπτει από το κατασπαραγμένο αθηναϊκό τοπίο, έτσι όπως το νιώθουμε (όσοι το νιώθουμε) να μας στοιχειώνει με τον θάνατό του.

Η γραφή του Χριστόπουλου είναι ξεχωριστή όχι μόνο για την ευαισθησία της επιλογής των θεμάτων της, που και από μόνο του αυτό θα ήταν αρκετό για τη διακριτή της θέση στη σύγχρονη πεζογραφία. Ξεχωρίζει και για τον τρόπο της να συνδέει πρόσωπα, γεγονότα, εποχές και να κατασκευάζει ένα σύμπαν προσωπικό δικό του, που το μοιράζεται μαζί μας ως μια κατάθεση μνήμης, που θέλει να παραμείνει ζωντανή. Έτσι, στην εξαιρετική 6η αφηγηματική σεκάνς, με τον τίτλο «Η αυτοκρατορία του φωτός», μέσα σε μια πόλη-φάντασμα με τους ανθρώπους να «ζουν» κλεισμένοι στα σπίτια τους, ένας άντρας δείχνει/διδάσκει στον γιο του όσα πρέπει να γνωρίζει, την αυτοκρατορία του φωτός στο μυστικό υπόγειο, εκεί που είναι η σωτηρία, εκεί που είναι το βασίλειο των αινιγμάτων. Εκεί ο Σωτήρης Πέτρουλας είναι ακόμη ζωντανός, να αναρωτιέται τι απέγιναν αυτοί που έπαιξαν με τη φωτιά και δεν γονάτισαν, αυτοί που αρπάχτηκαν από τις λέξεις, αυτοί που δάγκωσαν τον θάνατο. Εκεί και ο Θανάσης Βέγγος να οδηγεί σαν τον περαματάρη ένα ταξί, τη μόνη φορά που δεν τρέχει με τριακόσια. Εκεί και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος με την τελευταία του ταινία, την Άλλη θάλασσα, που δεν ήταν να τελειώσει ποτέ, να κάθεται στο παραδοσιακό καφενείο Διεθνές, μέρος κι αυτός των κινηματογραφικών του πλάνων, να κινηματογραφεί το υψωμένο χέρι του Λένιν, καθώς το άγαλμά του περνάει τον ποταμό και στις όχθες όλοι γονατίζουν σε χαιρετισμό ύστατο. Εκεί και ο Λάνθιμος με τον Κυνόδοντα  να προτείνει μια άλλη κινηματογραφική γλώσσα. Εκεί και η Τώνια Μαρκετάκη, ζωντανή ακόμα κι αυτή, γιατί στο αγκίστρι του θανάτου το δόλωμα ήταν η ζωή. Κι όταν το παιδί θα ρωτήσει: «Πατέρα, πώς είναι το σινεμά;», αυτός θα του απαντήσει: «Σκέψου ένα μεγάλο παράθυρο που τ’ ανοίγεις και μετά πηγαίνεις αλλού. Και από εκεί παίρνεις πράγματα που σε βοηθούν να συνεχίσεις τον δρόμο σου». Στον Πρόλογό του ο Κώστας Φέρρης θα το πει με άλλα λόγια: «Το σινεμά είναι πλουτώνεια Τέχνη. Βάζεις τα καλά σου, εγκαταλείπεις την καθημερινή ζωή και κατεβαίνεις τις σκάλες του Άδη. Κι όταν σβήνουν τα φώτα, κάνεις το ταξίδι σου στον Παράδεισο ή στην Κόλαση, ή ακόμα καλύτερα, στο Καθαρτήριο. Με οδηγό την ταινία, που ως Θιβετανική Βίβλος των Νεκρών σε βοηθάει να συμφιλιωθείς με τον θάνατο. Αν θα επιτευχθεί ο σκοπός, εξαρτάται πότε από την ταινία, πότε από σένα, πότε κι από τα δύο. Αλλά στο τέλος, ως Περσεφόνη, θα επιστρέψεις στη μάνα Δήμητρα και την ανθισμένη γη, να συνεχίσεις τη ζωή σου με ό,τι αποκόμισες» (Πρόλογος, σσ. 13-14).

Η 12η Φεβρουαρίου 2012 σηματοδοτεί ένα κλίμα πολιτικής έντασης, με ακραίες εν πολλοίς εκδηλώσεις, που δύσκολα μπόρεσαν να ελεγχθούν, με αποτέλεσμα βανδαλισμούς, καταστροφές και εμπρησμούς στο κέντρο της Αθήνας. Ο τίτλος του βιβλίου εύκολα παραπέμπει σε μια ευθεία πολιτική τοποθέτηση. Ωστόσο, η τέχνη του Χριστόπουλου βρίσκει τον πιο κατάλληλο τρόπο να μιλήσει χωρίς να δώσει μια επιφανειακή, και άρα εύκολη στον χειρισμό της, πολιτική χροιά στη γραφή του. Αντιθέτως, πηγαίνει πολύ βαθύτερα από μια πολιτική αντιπαράθεση, βρίσκει τον πυρήνα του αληθινού πολιτικού λόγου, που ποτέ δεν επιλέγει τον εύκολο δρόμο έκφρασης. Γιατί, το προσωπικό ήθος και η αίσθηση του πολιτισμού, η προσωπική θέση μέσα στο πολιτισμικό περιβάλλον (δηλαδή η προσωπική κουλτούρα) συγκροτούν το πλαίσιο για να σταθεί η πολιτική ιδεολογία, πέρα από την όποια οικονομική και κοινωνική τοποθέτηση, που αποτελούν έτσι κι αλλιώς στοιχεία εκ των ων ουκ άνευ. Όταν, επομένως, ο Χριστόπουλος γράφει έχοντας ως φόντο την καταστροφή των δίδυμων κινηματογράφων της Αθήνας, τη 12η Φεβρουαρίου 2012, το πολιτικό του σχόλιο είναι ευκρινέστερο από όποιο ευθέως πολιτικό. Δείτε πώς το λέει ο ίδιος: «Το να υπηρετείς την αισθητική είναι ύψιστη πολιτική πράξη» (σ. 125). Έτσι είναι, κι αυτό ακριβώς κάνει ο Χριστόπουλος. Στην ακροτελεύτια, 21η, αφηγηματική του σεκάνς («Μέλλων διαρκείας»), λίγο πριν σκοτεινιάσει η οθόνη, θα μιλήσει για το έγκλημα που είμαστε εμείς, γιατί δεν προλάβαμε να το ανατρέψουμε, θα μιλήσει για τη μορφή που έχει το Κακό, αυτό που χαρακτήρισε η Χάνα Άρεντ κοινότοπο, εν τέλει θα μιλήσει για τους καλλιτέχνες που τελούν υπό καθεστώς οργής και τότε φτιάχνουν ταινίες ή γράφουν βιβλία. Όπως αυτό εδώ.

Στο εξώφυλλο το έργο του Φραγκίσκου Δουκάκη The End, μια κυριολεκτική αλλά και μεταφορική αναφορά στο βιβλίο.

 

Δωδεκάτη Φεβρουαρίου
Δημήτρης Χριστόπουλος
Πρόλογος: Κώστας Φέρρης
Ποταμός
192 σελ.
ISBN 978-960-545-080-9
Τιμή €15,90

Διώνη Δημητριάδου  ποιήτρια και κριτικός λογοτεχνίας

https://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/24276-dimitris-christopoulos-dodekati-fevrouariou


https://diastixo.gr

Άκης Πετρετζίκης: συνέντευξη στη Ράνια Μπουμπουρή

 

Ο Άκης Πετρετζίκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, απ’ όπου έφυγε στα δεκαοχτώ του χρόνια για να σπουδάσει λογιστική στην Αθήνα. Η δουλειά του στην τράπεζα δεν τον κέρδισε, κι έτσι αποφάσισε να κυνηγήσει το όνειρό του σπουδάζοντας σεφ στη σχολή μαγειρικής Le Monde. Αφού εργάστηκε σε γνωστά εστιατόρια και ξενοδοχεία στην Ελλάδα, διεύρυνε τους ορίζοντές του στην Αγγλία, όπου εργάστηκε πέντε χρόνια και συνεργάστηκε με διάσημους και βραβευμένους σεφ. Το 2010 γύρισε στην Ελλάδα για να κερδίσει τον τίτλο του πρώτου Έλληνα Master Chef… και τα κατάφερε! Κατόπιν, ξεκίνησε μια σειρά από εκπομπές τόσο στην τηλεόραση όσο και στο προσωπικό του κανάλι στο YouTube, με στόχο να κάνει τον κόσμο να αγαπήσει το σπιτικό φαγητό, να μπει στην κουζίνα του και να τολμήσει να δημιουργήσει εύκολες αλλά και πιο απαιτητικές συνταγές. Από τις Εκδόσεις Ψυχογιός κυκλοφορούν τα βιβλία του Αυτό πρέπει να το δοκιμάσεις (Βραβείο κοινού στην κατηγορία «Ευ Ζην» στα Public Book Awards το 2015), Μόνο σοκολάτα, Piece of cake, Η δική μου ελληνική κουζίνα, Street food, Το απόλυτο βιβλίο της νηστείας, All about brunch και Παιδικό πάρτι, καθώς και μια παιδική σειρά βιβλίων και επιτραπέζιων παιχνιδιών για τη διατροφή. Το τελευταίο του βιβλίο, Ευκολάκι, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.

Το όνομά σας είναι, για πολύ κόσμο, σχεδόν συνώνυμο με τη μαγειρική. Πώς έγιναν τα πρώτα βήματά σας στον χώρο;

Θα βάλω λίγο συναίσθημα, όπως βλέπω από μια πλευρά και τη μαγειρική. Οπότε θα σας πω ότι το πρώτο μου βήμα στον χώρο έγινε με τον παππού και τη μαμά. Τον παππού, τον ακολουθούσα έξω απ’ το σπίτι και τον παρακολουθούσα να ψήνει κοτόπουλο. Μου έδινε μεγάλη χαρά. Κάτι άλλο που με ενθουσίαζε ήταν η προσήλωση της μαμάς, όταν ετοίμαζε τις ζύμες της και τα μοσχομυριστά φαγητά της. Οπότε, τα πρώτα μου βήματα στη σχέση μου με τη μαγειρική έγιναν τότε, στην παιδική μου ηλικία. Στη συνέχεια, είχα από μικρός μια αγάπη για τα ταξίδια. Η λογιστική που σπούδασα και η δουλειά στην τράπεζα που είχα στη συνέχεια δεν με κέρδισαν. Κι επειδή τα ταξίδια ήταν ακριβά για τη νεανική ηλικία μου, τα έκανα σε συνδυασμό με δουλειά στην εστίαση. Ταξίδεψα και δούλεψα τότε σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και του εξωτερικού. Έτσι μπήκα στον χώρο και με κέρδισε η μαγειρική.

Στο νέο σας βιβλίο, εκτός από την κλασική κατηγοριοποίηση των 120 συνταγών που παρουσιάζετε (σαλάτες, κρέας, θαλασσινά κ.λπ.), υπάρχει και μια δεύτερη, πρωτότυπη κατηγοριοποίηση: «Χωρίς μίξερ», «Με λίγα υλικά», «Για αρχάριους», «Μέχρι 15 λεπτά», «Σε 1 σκεύος» και «Difficult made easy». Ξεχωρίζετε κάποιες συνταγές ως αγαπημένες σας ανά κατηγορία;

Αρχικά, να σας πω ότι αυτή την πρωτότυπη κατηγοριοποίηση, που λέτε, τη σκεφτήκαμε γιατί άλλο πράγμα σημαίνει το «εύκολο και γρήγορο» για τον έναν και άλλο για τον άλλον. Κάποιος μπορεί να βρίσκει εύκολη και γρήγορη μια συνταγή με λίγα υλικά και κάποιος άλλος μια συνταγή σε ένα σκεύος. Οπότε, θέλαμε να το δώσουμε αυτό στους αναγνώστες μας. Τώρα, όσον αφορά τις αγαπημένες μου συνταγές από το Ευκολάκι, να σας πω πως είναι όλες αγαπημένες μου και το εννοώ! Γιατί καθεμιά ξεχωριστά την έχουμε μελετήσει και δοκιμάσει με πολλή προσοχή και έχει πραγματικά επιλεχθεί ανάμεσα σε άλλες που είχαμε στο μυαλό σας. Άρα, από τη στιγμή που την επιλέξαμε, έχει πραγματικό λόγο ύπαρξης στο βιβλίο και την αγαπάμε εξίσου με όλες τις άλλες. Δεν μπορώ, λοιπόν, να ξεχωρίσω κάποιες συνταγές και το ίδιο θέλω να κάνουν και οι αγοραστές του βιβλίου. Να τις δοκιμάσουν όλες και να τις αγαπήσουν όλες, γιατί έτσι θα βάλουν τη μαγειρική στις πρώτες προτεραιότητες της καθημερινότητάς τους, θα φτιάχνουν οι ίδιοι το φαγητό που τρώνε και θα μεγαλώσουν την γκάμα της διατροφής τους, βάζοντας ποικιλία και καλή υγεία.

Τα πρώτα μου βήματα στη σχέση μου με τη μαγειρική έγιναν στην παιδική μου ηλικία.

Αν κάποιος από τους αναγνώστες ή τις αναγνώστριές μας «δεν το ’χει καθόλου» με τη μαγειρική, με ποια συνταγή από τις 120 του βιβλίου θα προτείνατε να αρχίσει; Με άλλα λόγια, ποια θεωρείτε πως είναι η πιο εύκολη συνταγή στο Ευκολάκι σας;

Όλες οι συνταγές στο Ευκολάκι  είναι εύκολες και γρήγορες, διαφορετικά δεν θα τις έβαζα σε ένα βιβλίο με αυτόν τον τίτλο. Οπότε, στους αναγνώστες που πιστεύουν ότι «δεν το ’χουν καθόλου με τη μαγειρική», δεν θα τους προτείνω κάποια συγκεκριμένη συνταγή για να αρχίσουν. Θα τους προτείνω, όμως, να δώσουν λίγο χρόνο να διαβάσουν τις συμβουλές και τις ιδέες που τους δίνουμε στο βιβλίο για να οργανωθούν και να ξεκινήσουν, φτιαγμένες και αυτές για να διαβάζονται εύκολα και γρήγορα. Τους προτείνουμε μέχρι και τον τρόπο που μπορούν να κινούνται στην κουζίνα τους, τι να κάνουν πρώτο και τι τελευταίο, για να είναι όλα εύκολα, γρήγορα αλλά και διασκεδαστικά! Θα τους πω, επίσης, ότι η μαγειρική είναι από τα πρώτα πράγματα που πρέπει να μαθαίνουμε ως άνθρωποι για την επιβίωσή μας. Πώς μαθαίνουμε να μιλάμε, επειδή έχουμε ανάγκη να επικοινωνούμε, ε, πρέπει να μαθαίνουμε να μαγειρεύουμε, επειδή έχουμε ανάγκη να φάμε. Οπότε, με λίγο χρόνο και λίγη, μικρή προσπάθεια στην αρχή, μετά θα τους βγαίνει φυσικά, όπως το να μιλάνε.

Ποια θα λέγατε πως είναι η πιο απαιτητική από τις συνταγές του βιβλίου;

Συνεχίζοντας αυτές τις ερωτήσεις, με βοηθήσατε να σκεφτώ το εξής: Το τι λέει «εύκολο» ή «δύσκολο» κάποιος –«απαιτητικό» που λέτε– έχει να κάνει και με τα γούστα του. Οτιδήποτε κάνουμε που μας αρέσει, το κάνουμε εύκολα γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο –επειδή μας αρέσει–, οπότε το θεωρούμε και εύκολο. Ή το αντίθετο, όταν δεν μας αρέσει, το θεωρούμε δύσκολο και απαιτητικό. Οπότε, αφού είναι προσωπικό θέμα του καθενός, κάτι ακόμα που μπορώ να πω στους αναγνώστες σας είναι να ξεκινήσουν από τη συνταγή που τους αρέσει, που ταιριάζει στις γεύσεις τους ή ικανοποιεί την όρεξή τους. Διαφορετικά, θα μπορούσαν να κάνουν την αρχή με τη συνταγή που βρίσκουν εύκολη για τα δικά τους μέτρα, αφού πρώτα τη διαβάσουν καλά. Κι ένα τελευταίο: Να τους πω ότι τους έχω απόλυτη εμπιστοσύνη και είμαι σίγουρος ότι αν ακολουθήσουν ακριβώς τα βήματα της κάθε συνταγής που τους δίνω, θα τα καταφέρουν 100%!

Ποια είναι η πιο «παρεξηγημένη» συνταγή του βιβλίου, με την έννοια ότι ίσως φαντάζει βουνό αλλά μπορεί να γίνει πανεύκολα;

Θα πάω στη ζαχαροπλαστική, που πολλοί τη θεωρούν πιο δύσκολη. Μπορεί, ας πούμε, να φαντάζει βουνό η συνταγή για τα Moelleux σοκολάτας γάλακτος, αλλά, πιστέψτε με, μπορεί να γίνει πανεύκολα. Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να δοκιμάσετε να τη φτιάξετε. Και στη συνέχεια να τα απολαύσετε, φυσικά!

Ποια από τις παραδοσιακές συνταγές που παρουσιάζετε στο Ευκολάκι σάς ξυπνά τις περισσότερες αναμνήσεις;

Το λεμονάτο κοτόπουλο με πατάτες, αν και δεν είναι ακριβώς το ίδιο, μου θυμίζει τον παππού μου με το ψητό κοτόπουλό του, που είπαμε παραπάνω. Το φακόρυζο, επίσης, που το έφτιαχνε ωραία χυλωμένο και μυρωδάτο η μαμά μου. Α, και το κουλούρι Θεσσαλονίκης, φυσικά, γιατί δεν πέρναγε μέρα στην πόλη μου χωρίς αυτό!

Άλλο πράγμα σημαίνει το «εύκολο και γρήγορο» για τον έναν και άλλο για τον άλλον.

Η κουζίνα κάθε λαού δηλώνει πολλά για τον πολιτισμό του. Τι δηλώνει η ελληνική κουζίνα για μας;

Όλες οι κουζίνες του κόσμου έχουν μεγάλη σημασία για τους λαούς τους. Και φυσικά και η δική μας ελληνική κουζίνα έχει μεγάλη σημασία για εμάς τους Έλληνες. Όμως, επειδή γεννηθήκαμε και ζούμε σε μια ευλογημένη χώρα με πλούσια γη και θάλασσα, έχουμε την τύχη να απολαμβάνουμε φρέσκες και μοναδικές πρώτες ύλες και παραδοσιακά προϊόντα, που έγιναν με την αξία τους έμπνευση για τη δημιουργία αυθεντικών παραδοσιακών συνταγών τόσο στις επαγγελματικές όσο και στις οικιακές κουζίνες αυτού του τόπου. Η ελληνική διατροφή είναι μέρος του πολιτισμού, της κληρονομιάς και της μακροβιότητας αυτού του λαού. Σε ατομικό επίπεδο, είναι μεγάλο κομμάτι της ταυτότητας, της καθημερινότητας και της υγείας μας. Προτείνω να βασιζόμαστε πάντα στην ελληνική κουζίνα και όσα γαστρονομικά ταξίδια κι αν κάνουμε στη ζωή μας, να γυρνάμε πάντα σε αυτήν.

Ποιο είναι το πιο αναπάντεχο σχόλιο που έχετε ακούσει για κάποια συνταγή ή για κάποιο βιβλίο σας;

Ακούμε πολλά και διάφορα σχόλια, αφού αυτός είναι ένας από τους βασικούς μας στόχους, δηλαδή να βρισκόμαστε σε διαρκή επικοινωνία με τους followers μας. Στα πιο αναπάντεχα σχόλια όμως αναρωτιούνται αν μπορούν να φτιάξουν μια συνταγή χωρίς το βασικό υλικό της. Για παράδειγμα: «Μπορώ να κάνω banana bread χωρίς την μπανάνα;» Ε, τι να απαντήσω κι εγώ;

Έχετε χρόνο για διάβασμα;

Το διάβασμα βιβλίων μαγειρικής δεν σταματάει ποτέ για μένα. Με ενδιαφέρει πολύ να ενημερώνομαι και να παρακολουθώ γενικά τις τάσεις στον χώρο. Οπότε τα βιβλία μαγειρικής που κυκλοφορούν σε όλον τον κόσμο είναι μια εξαιρετική πηγή γι’ αυτό. Αλλά αυτό το διάβασμα το κάνω συνήθως μέσα στον χρόνο που διαθέτω για τη δουλειά μου. Οπότε, τον υπόλοιπο χρόνο, που τον αφιερώνω αποκλειστικά στην οικογένειά μου, διαβάζω παιδικά βιβλία, όπως καταλαβαίνετε!

 

Ευκολάκι
120 εύκολες & γρήγορες συνταγές
Άκης Πετρετζίκης
Διόπτρα
240 σελ.
ISBN 978-618-220-920-2
Τιμή €33,31

Ράνια Μπουμπουρή  δημοσιογράφος, επιμελήτρια εκδόσεων, μεταφράστρια και συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας.

https://diastixo.gr/sinentefxeis/ellines/24289-akis-petretzikis

https://diastixo.gr

Συναυλία του διεθνούς φήμης μουσικοσυνθέτη Παναγιώτη Καρούσου στο Ανοιχτό θέατρο Πλατείας Ελευθερίας, Λυκόβρυση

 


Σάββατο 19 Ιουλίου 2025 - Ώρα 8 μμ. Ανοιχτό θέατρο Λυκόβρυσης. Πλατεία Ελευθερίας (Λυκόβρυση). Ελεύθερη είσοδος.

Συναυλία μελοποιημένης ποίησης του μουσικοσυνθέτη Παναγιώτη Καρούσου, στο Ανοιχτό θέατρο Πλατείας Ελευθερίας, Λυκόβρυση. Καλοκαιρινές Πολιτιστικές Εκδηλώσεις 2025 του Δήμου Λυκόβρυσης – Πεύκης.
Συμμετέχουν: Μουσικό Σύνολο «Ραψωδοί», Ρέα Βουδούρη (υψίφωνος), Μαρία Κιόρογλου (σοπράνο κολορατούρα), Γιάννος Κοτζιάς (τενόρος), Γιάννης Δάρρειος (τενόρος), Χριστιάνα Μάνου (πιάνο), Παναγιώτης Καρούσος, (συνθέτης). Συντονισμός – Παρουσίαση: Ρέα Βουδούρη.
Πρόγραμμα: Συναυλία με νέα έντεχνα και λυρικά τραγούδια του Παναγιώτη Καρούσου, μελοποιημένα ποιήματα μεγάλων ποιητών: Η Μαγεμένη βρύση (Κώστας Κρυστάλλης), Ανάμνησις (Διονύσιος Σολωμός), Εαρινή Συμφωνία (Γιάννης Ρίτσος), Το πόσο σε λατρεύω (Γιάννης Βηλαράς), Το παιδί στο ποτάμι (Γεώργιος Βιζυηνός), Σιωπή (Κωστής Παλαμάς), Παρθενών (Κωστής Παλαμάς), Καρυάτιδες (Ιωάννης Πολέμης), Εσύ η γλυκιά (Γεώργιος Δροσίνης), Σ᾿ ένα παλιό ναό (Μιλτιάδης Μαλακάσης), Στό νυχτερινό κέντρο (Ναπολέων Λαπαθιώτης), Άνθη του γκρεμνού (Γεώργιος Δροσίνης), Κόρη των Αθηνών (Λόρδος Βύρων), Ο Ποιητής (Δημήτρης Ιατρόπουλος), Αμαρυλλίδες και Γαλάζια Ωκεανό (Σαράντης Αλιβιζάτος), «Μαρία Κάλλας της καρδιάς μας», «Μελίνα», και «Στον Μίκη Θεοδωράκη» (Παναγιώτης Καρούσος).
Πρόκειται για τη νέα συνθετική εργασία του Ελληνοκαναδού μουσικοσυνθέτη Παναγιώτη Καρούσου. Ο συνθέτης κλασικής μουσικής γνωστός μέσα από τις όπερες του (Προμηθέας Δεσμώτης, Τραχίνιες – Ολυμπιακή Φλόγα, Μέγας Αλέξανδρος, Ιλιάδα του Ομήρου), κάνει ένα άνοιγμα στο έντεχνο και λαϊκό τραγούδι μελοποιώντας μεγάλους Έλληνες και ξένους ποιητές. Ο Παναγιώτης Καρούσος είναι ένας πολυσχιδής συνθέτης που γράφει όπως ο Μίκης Θεοδωράκης από έντεχνο τραγούδι μέχρι συμφωνικά έργα και όπερες. Είναι ένας μουσικοσυνθέτης αναγεννησιακού τύπου και η μουσική του έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο.

Με επιτυχία παρουσιάστηκε συναυλία του συνθέτη Παναγιώτη Καρούσου στο Ναό του Νεμείου Διός στην Αρχαία Νεμέα

 

Με επιτυχία παρουσιάστηκε την Παρασκευή 4 Ιουλίου 2025, η Λυρική συναυλία κλασικής Μουσικής του μουσικοσυνθέτη Παναγιώτη Καρούσου στο Ναό του Νεμείου Διός στην Αρχαία Νεμέα με την συνεργασία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κορινθίας. Συμμετείχαν το Μουσικό Σύνολο «Ραψωδοί» με Αρχαία Όρχηση. Μελοποιημένη ποίηση: «Ἔρως ἀνίκατε μάχαν» Ο ύμνος στον έρωτα Γ' στάσιμο από την Αντιγόνη του Σοφοκλή, ο «Χορός της Άρτεμις» Ρέα Βουδούρη (υψίφωνος), Ομηρικός ύμνος «Εις Αφροδίτην»: Ρέα Βουδούρη (υψίφωνος), (1η Παγκόσμια εκτέλεση), Άρια Ωραίας Ελένης: Ειρήνη Κώνστα (σοπράνο), Ντουετίνο Ιλιάδας από την όπερα Ιλιάδα του Ομήρου: Ειρήνη Κώνστα - Ρέα Βουδούρη, Άρια Ωραίας Ελένης από την όπερα Ιλιάδα του Ομήρου: Ειρήνη Κώνστα (σοπράνο), Παρθενών (Κωστής Παλαμάς): Γιάννης Δάρρειος (τενόρος), Καρυάτιδες (Ιωάννης Πολέμης): Ειρήνη Κώνστα, Ρέα Βουδούρη, Γιάννης Δάρρειος. Τους εξαιρετικούς λυρικούς καλλιτέχνες με επικεφαλής την σπουδαία σοπράνο Ειρήνη Κώνστα συνόδεψε στο πιάνο η Χριστιάνα Μάνου. Το πρόγραμμα παρουσίασε ο διακεκριμένος μουσικοσυνθέτης Παναγιώτης Καρούσος. Συμμετείχε επίσης ο Εξωραϊστικός και Πολιτιστικός Σύλλογος Αρχ. Κλεωνών «Ο ΦΩΚΑΣ» με το εντυπωσιακό χορευτικό του σε παραδοσιακούς χορούς. Μας χόρεψαν ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς, καλαματιανό, τσάμικο, συρτό, κυκλικούς χορούς που μας παραπέμπουν στη λατρεία της Αρτέμιδος την θεά του κυνηγιού, προστάτιδα των βουνών και των δασών η οποία ετοίμαζε στους Δελφούς την χορεία, τον συνδυασμό ωδής και όρχησης για τον δίδυμο αδελφό της Απόλλωνα. Ο συνθέτης ερμήνευσε τιμητικά δυο τραγούδια την «Κόρη των Αθηνών» του Λόρδου Βύρωνα και το Δημοτικό τραγούδι «Σαράντα παλικάρια από τη Λιβαδειά». Η κάλυψη - προβολή και βιντεοσκόπηση της εκδήλωσης έγινε από το Παγκόσμιο Φιλοσοφικό Φόρουμ και τον Ιωάννη Γαλάνη, μέλος Δ.Σ του WPF και Γ. Διευθυντής των ΕΝ.Π.ΑΝ. (Ενώσεις Πολιτισμού και Ανάπτυξης). Ήταν μια πολύ ωραία εκδήλωση αρχαίας όρχησης και Πολιτισμικής Παράδοσης στον εμβληματικό αρχαιολογικό χώρο του Ναού του Νεμείου Διός στην Αρχαία Νεμέα.















































































Βαγγέλης Χρόνης: «Η έφιππη ψυχή»

  Τζίνα Καρβουνάκη  Η νέα ποιητική συλλογή του Βαγγέλη Χρόνη  Η έφιππη ψυχή  αποτελεί ένα ώριμο έργο ενός δημιουργού που έχει χαράξει σταθερ...