Ο Φαίδων Ταμβακάκης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1960. Σπούδασε Οικονομικά και Αγγλική Φιλολογία. Σε ηλικία είκοσι δύο ετών εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο, Ευμορφία. Έκτοτε έχει εκδώσει τα έργα: Τα τοπία της Φιλομήλας, Η υστάτη, Οι ναυαγοί της Πασιφάης ΒΡΑΒΕΙΟ Μυθιστορήματος Διαβάζω, 1997), Άδεια ξενοδοχεία, Τακτοποίηση αυθαιρέτων, ενώ έχει μεταφράσει έργα σημαντικών λογοτεχνών στα ελληνικά. Το τελευταίο βιβλίο του, Η αναπαλαίωση, που μόλις τιμήθηκε με το Βραβείο Νουβέλας του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών, μας έδωσε την αφορμή να συνομιλήσουμε μαζί του.
Από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, υπάρχει μια θαλασσινή αύρα μαζί με το γαλάζιο χρώμα του Αιγαίου. Μήπως σας βρίσκουμε σε μια ευχάριστη δημιουργική διάθεση;
Είναι αλήθεια ότι το βιβλίο ήταν τυχερό, με βρήκε έτοιμο να το γράψω και πράγματι γράφτηκε σε λίγες εβδομάδες μόνο.
Ο ήρωας του βιβλίου θέλει να πραγματοποιήσει ένα μεγάλο ταξίδι. Είναι εύκολο τη σημερινή εποχή να κάνουμε τέτοια σχέδια;
Σχέδια είναι πάντα εύκολο να κάνουμε, η πραγματοποίησή τους είναι άλλο θέμα. Πάντως τέτοιες εποχές έχει ο περισσότερος κόσμος τη διάθεση να ξεφύγει και, αν επιλέξει τον σωστό τρόπο, χρειάζεται τόλμη κι όχι πόρους.
Το σκαρί έχει προβλήματα και καταφεύγει στη Σύρο. Εκεί αναφέρεστε στους μαραγκούς. Γιατί εξαφανίστηκαν οι ταρσανάδες και οι καραβομαραγκοί;
Δεν εξαφανίστηκαν, απλώς περιορίστηκαν. Σε αντίθεση με την Τουρκία, που είχε πολύ μικρότερη παράδοση από τους δικούς μας ταρσανάδες της Ύδρας, των Σπετσών, της Σύρου, της Κοιλάδας της Πάτμου. Εκεί μπορεί να μειώθηκαν οι παραγγελίες σε ψαρόβαρκες, αλλά αναπτύχθηκαν οι γουλέτες που χρησιμοποιούν για τους τουρίστες και πρόσφατα υψηλής ποιότητας κότερα και λέμβοι πολυτελείας. Οι Έλληνες αγαπάμε την ευκολία. Μόλις βρέθηκαν μετά τον Πόλεμο πολλοί κινητήρες από στρατιωτικά οχήματα, οι περισσότεροι ψαράδες έκοψαν τα κατάρτια και έβαλαν βενζίνες. Έτσι και με το πλαστικό, που δεν θέλει μεγάλη συντήρηση. Άρα ζήτηση για ξύλινα σκαριά υπήρχε ελάχιστη και, φυσικά, υπήρχαν και πιο εύκολες δουλειές από αυτή του μάστορα.
Δεν ξέρω τις μύχιες σκέψεις των ηρώων μου, ούτε πιστεύω ότι όλες οι πράξεις μας είναι ορθολογικές. Ο πόνος πρώτα διώχνει τον ορθολογισμό.
Το πλαστικό αντικατέστησε το ξύλο. Άλλη μια ελληνική πρωτοτυπία;
Πρωτοτυπία ελληνική δεν είναι. Ο πολυεστέρας και το αλουμίνιο, όπως παλιότερα το σίδερο και προσεχώς τα ανθρακονήματα, είναι όλα καλά υλικά, με την αξία τους. Είναι κρίμα, βέβαια, να βλέπουμε τα ξύλινα σκαριά όχι απλώς να μην παράγονται αλλά και να καταστρέφονται με επιδοτήσεις της Κοινότητας, λες και δεν έχουν πλέον χρησιμότητα ή δεν πρέπει να τα φυλάξουμε ζωντανά, να σεβαστούμε την ιστορία τους. Επιπλέον, και τα ξύλινα σκαριά έχουν εξελιχθεί και με νέες τεχνικές κερδίζουν και πάλι φίλους.
Στη Σύρο ο ήρωάς μας ξαναβρίσκει την παλιά αγαπημένη του. Οι χαμένες αγάπες, λοιπόν, όπως λέει το τραγούδι, δεν πάνε στον Παράδεισο;
Δυστυχώς, δεν ξέρω το τραγούδι. Φοβάμαι ότι εμείς πάμε στον Παράδεισο. Τα λάθη μας θέλουμε να τα στείλουμε στον Παράδεισο, όχι τις παλιές αγάπες.
Αν και θέλει να ενδώσει πάλι στην αγαπημένη του, κάνει πισωγυρίσματα. Τι είναι αυτό που τον εμποδίζει;
Δεν ξέρω τις μύχιες σκέψεις των ηρώων μου, ούτε πιστεύω ότι όλες οι πράξεις μας είναι ορθολογικές. Ο πόνος πρώτα διώχνει τον ορθολογισμό.
Ένα πράγμα που μου έκανε εντύπωση είναι που μιλάτε για την αρχοντιά του νησιού. Ποια είναι η γνώμη σας για τη Σύρο;
Η Σύρος για μένα είναι κοσμοπολίτικη και πολύ πιο πρωτεύουσα από τη φουκαριάρα Αθήνα, και αυτό οφείλεται στους κοσμοπολίτες κατοίκους και όχι στα νεοκλασικά κτίρια. Κάτι οι Φραγκοσυριανοί, κάτι οι πρόσφυγες κι οι έμποροι της Χίου, πότισαν το νησί με ανοιχτά μυαλά και εμπορικότητα. Αυτά συνήθως φέρνουν κι έναν ερωτισμό στον τόπο.
Εμείς οι Έλληνες ονειρευόμαστε ταξίδια. Μήπως οι αφηγήσεις από την Οδύσσεια μας έκαναν να φαντάζουμε ότι κρύβουμε μέσα μας έναν Οδυσσέα;
Μάλλον το αντίθετο, θα έλεγα. Ο Οδυσσέας είναι τόσο αγαπητός ως ήρωας, αντίθετα από τον χαρισματικό Αχιλλέα, επειδή μας εκφράζει καλύτερα. Το όνειρο της περιπλάνησης είναι συνηθισμένο σε λαούς που τους περιβάλλει η θάλασσα και πάντα παράγει Οδυσσείς. Συνήθως εστιάζουμε στην περιπέτεια και στην ενσάρκωση των φαντασιώσεων, αλλά μην ξεχνάμε ότι ο Οδυσσέας ήθελε απλώς να γυρίσει στο σπίτι του.
Αν και η νουβέλα είναι μικρή στο μέγεθος, σε συναρπάζει μέχρι την τελευταία σελίδα. Μήπως το σασπένς είναι το μυστικό της μυθιστορηματικής γραφής;
Ευχαριστώ για το σχόλιο, το οποίο εκλαμβάνω ως μέγιστη φιλοφρόνηση. Η γραφή έχει πολλά μυστικά που δεν ξέρουμε και οι ίδιοι οι συγγραφείς. Στο συγκεκριμένο κείμενο δεν αντιλήφθηκα σασπένς, ίσως να ήταν η ανάγκη να βγει που το έκανε να τρέχει.
Σας διαβάζω χρόνια και παρατήρησα ότι από το 1982, που εκδώσατε το πρώτο σας βιβλίο, μέχρι σήμερα έχετε βγάλει εφτά βιβλία. Υπάρχουν όμως και συγγραφείς που εκδίδουν πιο συχνά. Ποια είναι η γνώμη σας;
Η αναπαλαίωση Φαίδων Ταμβακάκης Βιβλιοπωλείον της Εστίας 80 σελ. Τιμή € 11,00 |
Παρότι ξεκίνησα πολύ νωρίς να εκδίδω βιβλία, στα είκοσι δύο μου χρόνια συγκεκριμένα, πολλοί λόγοι, καθαρά προσωπικοί, δεν με άφησαν να είμαι πιο παραγωγικός. Ίσως καλύτερα για τους αναγνώστες. Βέβαια, έχω πολλά ημιτελή ή ατελή βιβλία στο συρτάρι μου, αλλά πρέπει να αισθανθώ ότι δεν μπορώ να τα βελτιώσω περαιτέρω, ώστε να αποφασίσω να αφαιρέσω τη ζωή από κάποια αθώα δένδρα.
Πρέπει ο συγγραφέας να διαβάζει και να ενημερώνεται για τις νέες εκδόσεις;
Φυσικά. Είναι δουλειά του και μεγάλη χαρά να ανακαλύπτει καλά και πρωτότυπα έργα. Από την άλλη, βέβαια, δεν είναι κριτικός ούτε φιλόλογος, κι έτσι δεν μπορεί να είναι ιδιαίτερα σχολαστικός.
Ποια είναι τα πιο αγαπημένα βιβλία σας;
Αν εννοείτε από τα δικά μου, πάντα το τελευταίο και τα επόμενα. Από την άλλη, είναι πολλά από τον Κάφκα, τον Φιτζέραλντ, τον Λόρενς Στερν, τον Παπαδιαμάντη, το Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου, τη Φλέβα του λαιμούτου Σωτήρη Δημητρίου, τον Τελευταίο Βαρλάμη του Βαλτινού ως τα Λόγια φτερά του Χωμενίδη και τηνΚαλοσύνη των ξένων του Τατσόπουλου, για να αναφερθώ σε ελάχιστα από τα αγαπημένα και να μην παρεξηγηθώ από τους άλλους ζωντανούς –και νεκρούς– συγγραφείς που με φώτισαν και μου χάρισαν ωραίες στιγμές – ο καθένας είχε την περίοδο που με συντρόφεψε. Ξεχωριστή θέση κατέχουν πάντως τα βιβλία που έχω μεταφράσει ή επιμεληθεί, γιατί μπόρεσα να τους αφιερώσω πολύ περισσότερο χρόνο και να τα ζήσω σαν δικά μου. Εκεί ξεχωρίζω τον Μάγο του Φόουλς και την Ερωμένη του Γάλλου υποπλοιάρχου.
Ποιο βιβλίο έχετε διαβάσει και δεύτερη φορά;
Δυστυχώς, τα δικά μου τα έχω διαβάσει πολλές φορές και καθαρά για λόγους πρακτικούς. Επίσης, και όσα βιβλία έχω μεταφράσει ή επιμεληθεί – και ήταν αρκετά. Πολλά έχω υποσχεθεί ότι θα τα ξαναδιαβάσω, αλλά φαίνεται ότι δεν έφτασα ακόμα στην ηλικία που δεν θα υποκύψω στο δέλεαρ του νέου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου