Σάββατο 10 Αυγούστου 2024

Η μυστηριώδης ζωή της δημιουργού του «Ταλαντούχου κ. Ρίπλεϊ»

Η Patricia Highsmith / Φωτογραφία: ΑΡ
 NEWSROOM IEFIMERIDA.GR 

«Ένας απατεώνας παρασύρεται σ' έναν κόσμο πλούτου και προνομίων όταν αναλαμβάνει μια αποστολή στην Ιταλία. Για ν' αποκτήσει τη ζωή που θέλει, δημιουργεί έναν ιστό ψεμάτων». Αυτή είναι η επίσημη περιγραφή του Netflix, για τη σειρά «Ripley», η οποία βρέθηκε στο τοπ 10 των δημοφιλέστερων σειρών της πλατφόρμας, όταν κυκλοφόρησε.

Είναι βασισμένη στο ψυχολογικό θρίλερ μυθιστόρημα της Patricia Highsmith (Πατρίσια Χάισμιθ) του 1955 «The Talented Mr. Ripley» («Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ») και όπως λέγεται, η συγγραφέας είχε ξετρελαθεί με τον ήρωα που είχε δημιουργήσει.

«Η δολοφονία είναι ένα είδος έρωτα, ένα είδος κατοχής», έγραψε η Χάισμιθ σε ένα από τα ημερολόγιά της. «(Δεν είναι, επίσης, ένας τρόπος να κερδίσει κανείς την πλήρη και παθιασμένη προσοχή, για μια στιγμή, από το αντικείμενο της προσοχής του;»)».

Όποιος έχει δει το τρίτο επεισόδιο (προσοχή, spoilers) του Ρίπλεϊ -στο οποίο ο Τομ και ο φίλος του Ντίκι Γκρίνλιφ (τον οποίο υποδύεται ο Τζόνι Φλιν) βγαίνουν με μια μικρή βάρκα στον κόλπο του Σαν Ρέμο, ένα ταξίδι που καταλήγει σε φόνο- θα καταλάβει τη σημασία αυτών των λέξεων.

Η αρρωστημένη ταύτιση της συγγραφέως με τον ήρωά της

Η Χάισμιθ ταυτίστηκε με τον Ρίπλεϊ, τον γοητευτικό ψυχοπαθή, σε τέτοιο βαθμό που μερικές φορές υπέγραφε επιστολές χρησιμοποιώντας το όνομά του και μιλούσε γι' αυτόν σχεδόν σαν να ήταν πραγματικό πρόσωπο.

Ο ζωγράφος Peter Thomson, ο οποίος ζούσε στο Ποζιτάνο, ένα από τα σκηνικά του The Talented Mr Ripley, θυμάται μια συζήτηση μετά από μια ολονύχτια γιορτή στην παραλία του ιταλικού ψαροχώριου. «Μου θυμίζεις τον Τομ Ρίπλεϊ», του είπε. «Ήταν σαν να μιλούσε για κάποιον που γνώριζε», είπε ο Thomson.

Ο Ρίπλεϊ, ήταν η ενσάρκωση των πιο σκοτεινών επιθυμιών της Χάισμιθ. «Αυτό που προέβλεψα ότι κάποτε θα έκανα, το κάνω ήδη σε αυτό ακριβώς το βιβλίο (Tom Ripley), δηλαδή να δείχνω τον απερίφραστο θρίαμβο του κακού επί του καλού και να χαίρομαι γι' αυτό», έγραψε στο σημειωματάριό της το 1954. «Θα κάνω και τους αναγνώστες μου να χαίρονται γι' αυτό. Έτσι, το υποσυνείδητο προηγείται πάντα της συνείδησης ή της πραγματικότητας, όπως στα όνειρα».

Ο Ρίπλεϊ, όπως απεικονίζεται στα μυθιστορήματα, σκεφτόταν και μιλούσε όπως η Χάισμιθ, επιτρέποντας στη συγγραφέα έναν αξιοσημείωτο βαθμό αυτοβιογραφικής ελευθερίας με το δημιούργημά της. Η ίδια έγραψε κάποτε: «Συχνά είχα την αίσθηση ότι ο Ρίπλεϊ έγραφε [την ιστορία] και εγώ απλώς τη δακτυλογραφούσα».

Η σκοτεινή ζωή της Χάισμιθ

Η ενασχόληση της Χάισμιθ με τη σκιώδη πλευρά της ανθρώπινης φύσης ξεκίνησε νωρίς. Όταν ήταν μικρό κορίτσι και μεγάλωνε στο Φορτ Γουόρθ του Τέξας, όπου γεννήθηκε το 1921, είχε φαντασιώσεις για τη δολοφονία του πατριού της, του Στάνλεϊ.

Είπε ότι «γεννήθηκε κάτω από ένα αρρωστημένο αστέρι». Η μητέρα της, η Μαρία, προσπάθησε να την αποβάλει πίνοντας νέφτι, και ένιωθε μια αίσθηση ενοχής και αποξένωσης ακόμη και από μικρό παιδί. Όταν τα κορίτσια της ηλικίας της διάβαζαν τις Μικρές Κυρίες, εκείνη καταβρόχθιζε βιβλία όπως το The Human Mind του Karl Menninger, μια σειρά ιστοριών περιπτώσεων «ανώμαλης» ψυχολογίας.

Συνειδητοποίησε ότι ένιωθε έλξη για το ίδιο της το φύλο, αλλά αναγκάστηκε να καταπιέσει αυτά τα συναισθήματα. «Έμαθα να ζω με ένα βαρύ και δολοφονικό μίσος πολύ νωρίς», είπε. «Και έμαθα να καταπνίγω και τα πιο θετικά μου συναισθήματα. Όλα αυτά πιθανώς προκάλεσαν την τάση μου να γράφω αιμοδιψείς ιστορίες δολοφονίας και βίας», είπε.

Κατά τη διάρκεια της ζωής της η Χάισμιθ αποθεώθηκε για τα 22 μυθιστορήματά της, κλασικά βιβλία αγωνίας όπως τα Strangers on a Train, Deep Water και τα πέντε βιβλία Ripley. Σπάνια έδινε συνεντεύξεις και όταν το έκανε ήταν τόσο κλειστή και μυστικοπαθής, όσο ένα από τα σαλιγκάρια που είχε για κατοικίδιο. Μόνο μετά το θάνατό της το 1995, σε ηλικία 74 ετών, η Χάισμιθ είχε καταγράψει τις πιο προσωπικές -και βίαιες- σκέψεις της σε μια σειρά από σημειωματάρια και ημερολόγια.Μια μέρα, το 1950, πήρε το τρένο από τη Νέα Υόρκη στο Νιου Τζέρσεϊ για να παρακολουθήσει μια γυναίκα που είχε γνωρίσει - για λίγο - δύο χρόνια πριν. Η Χάισμιθ εργαζόταν, προσωρινά, στο πολυκατάστημα Bloomingdale's στο Μανχάταν, όταν μια γοητευτική, ξανθιά γυναίκα - η οποία αποτέλεσε την έμπνευση για το μυθιστόρημά της The Price of Salt, που αργότερα επανεκδόθηκε ως Carol - μπήκε στο κατάστημα για να αγοράσει μια κούκλα για μια από τις κόρες της.

Η Χάισμιθ ξετρελάθηκε αμέσως και, αφού η γυναίκα άφησε πίσω της τη διεύθυνση παράδοσης, ταξίδεψε στο σπίτι της και φαντασιωνόταν γι' αυτήν. «Να την πιάσω ξαφνικά, με τα χέρια μου στο λαιμό της (τον οποίο θα ήθελα πραγματικά να φιλήσω)», έγραψε στο ημερολόγιό της.

Το ανήθικο τέλος της Χάισμιθ άφησε πολλούς σοκαρισμένους - στα βιβλία της οι ένοχοι συχνά μένουν ατιμώρητοι. Απεχθανόταν τη μορφή του whodunnit (σσ: Το whodunnit είναι ένα πολύπλοκο είδος αστυνομικής λογοτεχνίας, στο οποίο το κύριο ενδιαφέρον είναι το μυστήριο σχετικά με το ποιος διέπραξε το έγκλημα. Ο όρος προέρχεται από την συντομογραφία της φράσης “Who [has] done it?” [Ποιος το έκανε;]), την οποία θεωρούσε τεχνητή και ψεύτικη. Αντίθετα, η προσέγγισή της ήταν πολύ πιο ρεαλιστική, είπε. «Έτσι είναι η ζωή», είχε δηλώσει κάποτε, «και διάβασα κάπου πριν από χρόνια ότι μόνο το 11% των φόνων εξιχνιάζεται».

Σκηνή από την ταινία «Ο ταλαντούχος κ. Ρίπλεϊ»

Το ακραίο περιστατικό με τη σύντροφό της

Το καλοκαίρι του 1953, λίγο πριν αρχίσει να σχεδιάζει το βιβλίο που θα γινόταν ο Ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ, έφτασε σε ακραίο σημείο με μια από τις συντρόφους της, την κοινωνιολόγο Ellen Hill (Έλεν Χιλ).

Ενώ βρισκόταν στη Νέα Υόρκη, η Χάισμιθ αποφάσισε να χωρίσει από τη Χιλ, ένας χωρισμός που κατέστρεψε τη μεγαλύτερη γυναίκα, δηλαδή τη Χιλ. Η Έλεν ταράχτηκε τόσο πολύ που, αφού ήπιε μερικά μαρτίνι, πήρε υπερβολική δόση βερονάλης.

Αντί να καλέσει ασθενοφόρο, η Χάισμιθ βγήκε για ένα δείπνο με χάμπουργκερ με έναν φίλο της και άφησε τη Χιλ να πεθάνει. Γύρισε στο διαμέρισμά της στις δύο το πρωί και βρήκε την Έλεν σε κώμα, με ένα σημείωμα αυτοκτονίας στη γραφομηχανή που έγραφε: «Έπρεπε να το είχα κάνει αυτό πριν από 20 χρόνια».

Αφού προσπάθησε να επαναφέρει την Έλεν με καφέ και κρύες πετσέτες, η Χάισμιθ κάλεσε γιατρό, ο οποίος εισήγαγε την ερωμένη της σε ψυχιατρική κλινική. Ο γιατρός έδωσε στην Χιλ 50-50 πιθανότητες επιβίωσης, αλλά αντί να τη φροντίσει, η Χάισμιθ πήγε στο Fire Island με έναν φίλο της. «Δραπετεύω από την κόλαση, πιστεύοντας ότι η Έλεν είναι νεκρή σε αυτό το σημείο».

Αν και η Χιλ επέζησε, έπρεπε να υποστεί την ταπείνωση να ανακαλύψει ότι η Χάισμιθ είχε μεταποιήσει την πραγματική απόπειρα αυτοκτονίας της σε μυθοπλασία. Στο μυθιστόρημά της The Blunderer του 1954, η Χάισμιθ υποδύεται τον εαυτό της ως Walter και την Ellen ως τη νευρωτική σύζυγο, Clara. «Ο Γουόλτερ δεν μπορούσε να ξεφύγει από το γεγονός ότι γνώριζε ότι θα έπαιρνε τα χάπια», γράφει η Χάισμιθ στο μυθιστόρημα.

Ο Γουόλτερ υποθέτει ότι οι πράξεις του - όπως και της Χάισμιθ - θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ως ένα είδος δολοφονίας. «Η αυτοκτονία και ο χαρακτήρας της Ellen στο βιβλίο», έγραψε η Χάισμιθ στο ημερολόγιό της, «τα βρίσκω πολύ ενοχλητικά & πολύ προσωπικά».

Ο Άντριου Σκοτ πρωταγωνιστεί στη σειρά «Ripley» του Netflix

«Διεστραμμένο χιούμορ»

Είχε μια διεστραμμένη αίσθηση του χιούμορ - η ατζέντισσά της Patricia Schartle θυμάται ότι η μόνη φορά που είδε τη Χάισμιθ να γελάει ήταν όταν είδε μια αφίσα στο μετρό της Νέας Υόρκης, «όπου κάποιο φρικιό είχε βγάλει τα μάτια του παιδιού».

Η Schartle είπε χαρακτηριστικά ότι αν έβλεπε ένα γατάκι να λιμοκτονεί στο δρόμο ή ένα εγκαταλελειμμένο μωρό, θα επέλεγε να σώσει τη γάτα. «Το νοσηρό, το σκληρό, το αφύσικο με γοητεύει», έγραφε στο ημερολόγιό της η Χάισμιθ.

Η συγγραφέας Jill Dawson έγραψε το 2016 ένα μυθιστόρημα, το The Crime Writer, στο οποίο εστιάζει στην εποχή που η Χάισμιθ αποσύρθηκε στο Suffolk το 1964 για να γράψει το μυθιστόρημα A Suspension of Mercy. Ωστόσο, η ίδια στοιχειώνεται τόσο από τα φαντάσματα των χαρακτήρων που δημιούργησε, όσο και από τον ίδιο της τον ψυχισμό, δηλώνοντας σε κάποιο σημείο ότι «η βία δεν είναι πράξη, είναι συναίσθημα».

H Dawson σχολιάζει ότι «η Χάισμιθ είχε εμμονή με το τι χρειάζεται για να διαπράξει κανείς έναν φόνο. Έλεγε ότι το σκεφτόταν κάθε μέρα, πράγμα που είναι μια παράξενη παραδοχή».

Πρόσφατα, υπήρξαν σχέδια για ένα ψυχολογικό θρίλερ, που θα σκηνοθετήσει ο Anton Corbijn με την Helen Mirren στο ρόλο της Highsmith. Η ταινία θα περιστρέφεται γύρω από τη γηραιά συγγραφέα που ζει απομονωμένη στις ελβετικές Άλπεις και τη μάχη του μυαλού που αναπτύσσεται μεταξύ αυτής και ενός νεαρού λογοτεχνικού ατζέντη, όταν αυτός φτάνει στο σπίτι της με σκοπό να την πείσει να γράψει το τελευταίο μυθιστόρημα της σειράς Ripley. Αν και τα γυρίσματα δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει, οι παραγωγοί δήλωσαν ότι «η Patricia Highsmith και ο Tom Ripley είναι χρυσάφι για το box office» και πρότειναν ότι η Mirren ήταν η τέλεια επιλογή.

 Με πληροφορίες από: Independent, The Telegraph

Πηγή:  https://www.iefimerida.gr/stories/ripley-netflix-dimioyrgos-talantoyhoy-k-riplei

https://www.iefimerida.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΙ ΠΑΜΕ ΠΡΙΜΑ… της Μαρίνας Σωτηροπούλου

  ΚΑΙ ΠΑΜΕ ΠΡΙΜΑ… της Μαρίνας Σωτηροπούλου / Νέο έργο Μια επίκαιρη κωμωδία για την παρακμή της πολιτικής αλλά και της κοινωνίας ΠΡΕΜΙΕΡΑ Σάβ...