Πέμπτη 2 Απριλίου 2015

«Η παιδική λογοτεχνία στα Βαλκάνια: η περίπτωση της Βουλγαρίας» της Αλεξάνδρας Μάντη

«Η παιδική λογοτεχνία στα Βαλκάνια: η περίπτωση της Βουλγαρίας» της Αλεξάνδρας Μάντη
Η αναφορά ειδικά στη γειτονική Βουλγαρία είναι ενδιαφέρουσα, γιατί και στη χώρα αυτή σημειώθηκαν όλες εκείνες οι πολιτικές παρεμβάσεις και ποδηγετήσεις, που αποστερούν από το κοινό όσα η ελευθερία του πνεύματος προβλέπει. Τα τελευταία χρόνια ανέδειξε άξιους συγγραφείς πέραν των ταλαντούχων δημιουργών που, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, κατορθώνουν να διακριθούν ακόμη και στις πιο αντίξοες πνευματικές συνθήκες. Ας δούμε εν τάχει τη λογοτεχνική παραγωγή των αξιόλογων εκπροσώπων της χώρας, αυτών που διακρίθηκαν όχι μόνο στο εσωτερικό, αλλά και αυτών που αναγνωρίστηκαν και στη λεγόμενη Δύση και, σε ένα ποσοστό, έφτασαν ως την ελληνική βιβλιακή αγορά.Η θεαματική εξάπλωση της παιδικής λογοτεχνίας σε παγκόσμια κλίμακα μας είναι πλέον γνωστή. Εντυπωσιάζει άλλωστε ο συνεχώς αυξανόμενος ρυθμός των εκδόσεων, καθώς και η ποιότητα σε όλους τους τομείς – θεματικά, στη συγγραφική τεχνολογία, στην ευρηματικότητα της έκφρασης, στην ιδεολογία, που έντεχνα οι προικισμένοι συγγραφείς διοχετεύουν κερδίζοντας καλές θέσεις στο παγκόσμιο προσκήνιο. Πολλοί είναι αυτοί που έχουν αναδειχθεί αναβαθμίζοντας το είδος και πολλές οι μεταφράσεις σε όλες τις γλώσσες.


Η ελληνική παραγωγή έχει εδραιωθεί στο παιδικό αναγνωστικό κοινό με έργα για κάθε ηλικιακή κλίμακα, μέχρι εκείνη που θα τα οδηγήσει στα ανάλογα βιβλία για τους μεγάλους. Οι βαλκανικές χώρες έχουν προσανατολιστεί από πολλού προς νέους ορίζοντες, έχοντας απωθήσει στο παρελθόν την καθοδηγούμενη πολιτικά και ελεγχόμενη πολιτιστικά παραγωγή λογοτεχνημάτων, όπου οι συγγραφείς υποχρεώνονταν ν' ακολουθούν τροχιές οριζόμενες από μη πνευματικά κέντρα.
Η εποχή του Ελίν Πελίν μπορεί να χαρακτηριστεί η «χρυσή εποχή» της βουλγάρικης λογοτεχνίας για παιδιά, καθώς απουσιάζουν οι απροκάλυπτες προτροπές προς τα παιδιά να μιμηθούν τα παιδιά-ήρωες, ενώ κερδίζει έδαφος η ιδέα του παιδιού ως ιδιαίτερη οντότητα με τις δικές της συναισθηματικές εξάρσεις, ανησυχίες και ανάγκες. Παράλληλα, η ποίηση για παιδιά εμπλουτίζεται με απλές φυσικές αποχρώσεις σε μια προσπάθεια να αναδειχθεί η πραγματικότητα μέσα από το παιχνίδι και την παιδική τους οπτική.
ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ
Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αι. ταυτόχρονα με την εθνική αναγέννηση της Βουλγαρίας κάνει τα πρώτα της βήματα και η παιδική λογοτεχνία, η οποία γρήγορα συνδέθηκε τόσο με την ανάπτυξη της δημόσιας εκπαίδευσης όσο και με την εμφάνιση των πρώτων σχολικών βιβλίων – βιβλίων, που ακολούθησαν και αυτά ξένα πρότυπα εξαιτίας της έλλειψης παράδοσης. Με τη λήξη της επί πέντε αιώνες κυριαρχίας των Οθωμανών μεταβάλλονται βαθμιαία και οι αξίες που είχαν μοιραία επικρατήσει. Νέες θα εισβάλουν από τη Δύση, ενώ παράλληλα θα αναδειχθούν και τοπικές αξίες εθνικού χαρακτήρα προσιδιάζουσες στο νέο status. Η έμφαση που προσδόθηκε αμέσως για την εφαρμογή των νέων ιδεών είναι φανερή και σύντομα θα βεβαιωθεί η αποτελεσματικότητα της δυναμικής που ανέπτυξαν οι πρώιμοι της νέας εποχής συγγραφείς για παιδιά. Αναφέρονται ιδιαίτερα, μεταξύ άλλων, ο Πέτκο Σλαβέικοφ και ο Ιβάν Βάζοφ, οι οποίοι θα επιχειρήσουν να καλλιεργήσουν τη φιλοπατρία, την αφοσίωση στη δουλειά, τη δίψα για μάθηση, τον σεβασμό προς τους γονείς και την οικογενειακή αγάπη. Άλλα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα λογοτεχνήματα αυτής της περιόδου είναι ο συναισθηματισμός, με κάποια διάθεση διδακτισμού και καλλιέργειας της γνώσης – χαρακτηριστικά που διακρίνουν, άλλωστε, κάθε νέο ξεκίνημα που αναζητάει νέους προσανατολισμούς.
Τόσο η σπουδή για την απομάκρυνση των παλιοκαιρινών χαρακτηριστικών όσο και η στομφώδης διάθεση των πρώιμων προσπαθειών είναι ευκρινώς ορατές, αν και ενίοτε διανθίζονται με λυρικές αποχρώσεις, ιδιαίτερα όταν περιγράφονται οι φυσικές ομορφιές ή η ζωή στο χωριό, χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν σε όλη την έκταση του βαλκανικού ιδιότυπου χώρου. Στο αργοπορημένο αυτό ξεκίνημα ο αποδέκτης αντιμετωπίζεται σαν στόχος διδαχής, ως ένα είδος μαθητευόμενου αναγνώστη. Οι συγγραφείς αυτής της περιόδου αντιπαρέρχονται τον ευαίσθητο ψυχισμό της παιδικής ηλικίας και δεν ενδιαφέρονται να μεταδώσουν κάποια μηνύματα έστω με υπαινικτικό τρόπο. Ταυτόχρονα εντοπίζονται ποιήματα που γράφτηκαν για προνήπια και διακρίνονται για την τρυφερότητά τους, ενώ είναι εμφανής και η φιλική προσέγγιση των δημιουργών προς την ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία που χαρακτηρίζει τις μικρές ηλικίες. Στα έργα του Πέτκο Σλαβέικοφ, που θεωρείται ο ιδρυτής της βουλγάρικης παιδικής λογοτεχνίας, εντοπίζουμε για παράδειγμα μικρά χαριτωμένα νανουρίσματα εμπνευσμένα από δημοφιλείς παιδιές.
Προς το τέλος του 19ου αι. ο έντονος διδακτισμός υποχωρεί και τη θέση του παίρνει ένα ύφος πιο ευφρόσυνο, δεκτικό και εύθυμο. Δείγμα αυτής της νέας τάσης αποτελούν τα ποιήματα του Στόγιαν Μ. Ποπόφ, που αγαπήθηκαν πολύ από τον παιδόκοσμο της Βουλγαρίας. Έγιναν μάλιστα τόσο δημοφιλή, ώστε με τον καιρό διολίσθησαν στη λαϊκή παράδοση και εντάχθηκαν στα δικά της γνωρίσματα, χωρίς να αναγνωρίζεται επώνυμα ο εισβολέας – μια όχι συνηθισμένη διεργασία, που βρίσκεται πέρα από την καθιερωμένη διεργασία, όπου παραδοσιακά θέματα αναμειγνύονται με τη λόγια παραγωγή. Πριν από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, μεγάλη διάδοση και δημοτικότητα θα αποκτήσουν τα αινίγματα, οι γρίφοι, οι παροιμίες και τα ολιγόστιχα ποιήματα της λαϊκής παράδοσης, η οποία με τη σειρά της αποτέλεσε μια πηγή άντλησης ιδεών από τους συγγραφείς για παιδιά με μια αδιόρατη τεχνολογικά επιστροφή στις πηγές των θεμάτων τους. Η αμφίδρομη αυτή κίνηση ιδεών και θεμάτων αποτελεί ένα γοητευτικό θέμα για μελέτες και διερεύνηση.
Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ
Το 1919 θα εκδοθεί το πρώτο βιβλίο με έμμετρα παραμύθια από τον Ελίν Πελίν, τον πιο σημαντικό συγγραφέα για παιδιά, που αναδείχθηκε κατά τη μεσοπολεμική περίοδο.Tο πλούσιο έργο του, αποτελούμενο από ποιήματα, έμμετρα παραμύθια, νουβέλες και διασκευές λαϊκών μύθων, συνιστά μια καίρια παρέμβαση, καινοφανή για την εποχή, καθώς διευκόλυνε πρόσχαρα την προσέγγιση των μικρών αναγνωστών στα κείμενά του. Η σπινθηροβόλα πολυχρωμία της γραφής του πρόσφερε αξιοσημείωτη αναγνωστική ευφροσύνη. Ο Πελίν πρωτοπορεί ακόμα και στην έντεχνη πρόσμειξη της καθομιλούμενης γλώσσας με το κοινό και ειδικά με το προσωπικό γλωσσικό του οπλοστάσιο.
Στα έμμετρα παραμύθια του, που βασίζονται σε κείμενα της λαϊκής παράδοσης, ενώ διατηρεί τη φόρμα του παραμυθιού, την ενισχύει άλλοτε με φαιδρές και χαριτωμένες λεπτομέρειες και άλλοτε με δροσερές περιγραφές της φύσης, με ορατό το προσωπικό του ύφος. Στις δύο νουβέλες του, Γιαν Μπιμπιγιάν και Ο Γιαν Μπιμπιγιάν στο φεγγάρι, ανατρέπει εντελώς την παραδοσιακή ως εκείνη την εποχή εικόνα του καλού και φρόνιμου παιδιού, που χαρακτήριζε την παιδική λογοτεχνία. Η πρώτη νουβέλα για παιδιά είναι η Χρυσή καρδιάτης Καλίνα Μαλίνα. Ο μικρός της ήρωας θυμίζει κάποιους πολύ γνωστούς ήρωες της ευρωπαϊκής παιδικής λογοτεχνίας, όπως το μοτίβο του εγκαταλειμμένου αγοριού στην τύχη του, που ύστερα από πολλές αναποδιές βρίσκει στο τέλος στοργή και αγάπη σ' ένα σπιτικό. Αντίθετα, ο άταχτος Γιαν Μπιμπιγιάν του είναι πεισματικά ανήσυχος, καθώς τον γοητεύει το άγνωστο και το αναπάντεχο. Ως χαρακτήρας είναι αυθεντικός και ζωντανός, παρόμοιος με τους ήρωες που συναντούμε στη νεότερη ευρωπαϊκή παιδική λογοτεχνία, όπως στη δημοφιλή στην εποχή μας και διεθνώς Πίπη Φακιδομύτη. Η εποχή του Ελίν Πελίν μπορεί να χαρακτηριστεί η «χρυσή εποχή» της βουλγάρικης λογοτεχνίας για παιδιά, καθώς απουσιάζουν οι απροκάλυπτες προτροπές προς τα παιδιά να μιμηθούν τα παιδιά-ήρωες, ενώ κερδίζει έδαφος η ιδέα του παιδιού ως ιδιαίτερη οντότητα με τις δικές της συναισθηματικές εξάρσεις, ανησυχίες και ανάγκες. Παράλληλα, η ποίηση για παιδιά εμπλουτίζεται με απλές φυσικές αποχρώσεις σε μια προσπάθεια να αναδειχθεί η πραγματικότητα μέσα από το παιχνίδι και την παιδική τους οπτική.
Την ίδια εποχή εμφανίζεται ο Ραν Μποσίλεκ, ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς για παιδιά και εκδότης του περιοδικού Παιδική χαρά. Ο ίδιος εξέδωσε έργα και άλλων σημαντικών συγγραφέων, όπως της Ντόρας Γκάμπε, του Άνγκελ Καραλίτσεφ, της Ελισαβέτας Μπαγκριάνα. Επίσης, ανάθεσε την εικονογράφηση σε αναγνωρισμένους καλλιτέχνες βελτιώνοντας κατά πολύ την αισθητική των παιδικών βιβλίων, καθιστώντας τα περισσότερα οικεία και προσιτά στην ανάγνωση. Ποιήματα του Ραν Μποσίλεκ περιλαμβάνονται σήμερα στα αναγνωστικά του Δημοτικού σχολείου. Δεν πρέπει να μας διαφύγει ότι είναι αυτός που δημιούργησε το πρώτο βιβλίο όπου το πεζό κείμενο καταλήγει ομοιοκαταληκτικά.
Ο πεζός λόγος αναπτύχθηκε αργά και σταθερά κι έφθασε στην άνθησή του στα χρόνια του Μεσοπολέμου και, πιο εμφανώς, στη δεκαετία του '20. Οι πρώτες συλλογές παραμυθιών σε πεζό λόγο του Νικολάι Ράινοφ εκδόθηκαν το 1924, σε καλά συγκροτημένες και μελετημένες εκδόσεις. Τότε κυκλοφορεί και το πρώτο έργο του Άνγκελ Καραλίτσεφ, μια συλλογή παραμυθιών που τη χαρακτηρίζει η λυρική διάθεση και ο συναισθηματισμός του δημιουργού. Αξιόλογος συγγραφέας, θα αφήσει ένα αξιόλογο έργο όπου ξεχωρίζουν δύο νουβέλες, η Αννούλα και ο Θοδωρής ο Αφρικάνος. Κοντά σε αυτά κινείται ένας μεγάλος αριθμός διασκευασμένων λαϊκών παραμυθιών, καθώς και πεζογραφήματα σε μορφή παραμυθιών.
Παρατηρούμε, λοιπόν, πόσο αναπτύχθηκε αυτή την εποχή η παιδική λογοτεχνία στη γειτονική χώρα, όπου εκτός από τα κείμενα σε έμμετρο και πεζό λόγο έχουμε και μια εντυπωσιακή παραγωγή κειμένων που κυκλοφορούν σε παιδικά περιοδικά και εφημερίδες. Αξιοπρόσεκτα είναι και τα πεζογραφήματα σε μορφή νουβέλας, που κυκλοφορούν ως εικονογραφημένα λευκώματα – προάγγελοι των σημερινών καρτούν. Ιδιαίτερη αναφορά οφείλεται και στη Ντόρα Γκάμπε. Με τους θαυμάσιους λυρικούς στίχους και την εκφραστική γραφή της, η οποία είναι απαλλαγμένη από άσκοπα θεαματικά τεχνάσματα, απευθύνεται στη λογική και την ευαισθησία των παιδιών με αμεσότητα, επιτυγχάνοντας έτσι την καλύτερη δυνατή επικοινωνία.
Η ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ
Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος οδήγησε σε ριζική αλλαγή όχι μόνο της πολιτικής πορείας της χώρας, αλλά και της κοινωνικής φυσιογνωμίας της. Επακόλουθες οι επιδράσεις των δραστικών μετασχηματισμών και στην παιδική λογοτεχνία.
Στη δεκαετία του '50, η κυβερνητική πολιτική περισσότερο προώθησε τις δικές της επιταγές παρεμβαίνοντας και στην πνευματική δραστηριότητα των λογοτεχνών. Ο προσωρινά απελθών διδακτισμός θα επανακάμψει και τα ανιαρά κλισέ θα αντικαταστήσουν την πλούσια φαντασία των νεότερων συγγραφέων, η οποία είχε διοχετευθεί επωφελώς και στους νεαρούς αναγνώστες. Τα βιβλία τους μεταβλήθηκαν σε άψυχους φορείς των κυβερνητικών επιταγών, όπου περίοπτη θέση θα καταλάβει η αναδόμηση του σοσιαλισμού με τους κομματικά διαμορφωμένους ήρωες της αντίστασης στον αντιφασιστικό αγώνα και την αφοσίωση στο Κόμμα, που είχε ενταχθεί στις κατευθυντήριες γραμμές της μητρικής Σοβιετικής Ένωσης. Τα βιβλία τους τα χαρακτήριζαν όλα εκείνα τα στοιχεία που οδηγούν στην καταστροφή, όταν μια πολιτική ιδεολογία επιβάλλεται στη δημιουργική πολυγλωσσία. Έτσι, η επόμενη γενιά των συγγραφέων είχε ν' αντιμετωπίσει το σφιχταγκάλιασμα του Κόμματος και να ενδιαφερθεί για ένα παιδί ως μια διακεκριμένη οντότητα μέσα σε μια νέα πραγματικότητα που έπρεπε ν' αναδυθεί.
Στη δεκαετία του '60, το ενδιαφέρον για το παιδί αναζωπυρώνεται μεν, αλλά το λογοτεχνικό πρότυπο του καλού προσκόπου εξακολουθεί να υπάρχει. Οι μυθιστορηματικοί ήρωες με συνείδηση της νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας δεν διστάζουν πλέον να φανερώσουν τις συναισθηματικές ανάγκες τους μέσα σ' αυτόν τον αυστηρά δομημένο χώρο. Στο πεδίο των παραμυθιών, το οποίο είχε αγνοηθεί εντελώς τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, παρατηρούμε τους συγγραφείς να διερευνούν έντονα την ευαισθησία και τις ανησυχίες των παιδιών. Ο χώρος που υπέκυψε λιγότερο στο βαρύ κλίμα της ιδεολογίας ήταν αυτός της ποίησης και του μύθου, καθώς οι δύο αυτοί τομείς είχαν γερά θεμέλια στην παντοδύναμη παράδοση.
Ο Ασέν Μπάσεφ, ο Τσβετάν Ανγκέλοφ και μαζί η νεότερη γενιά των Στεφάν Τσάνεφ και Βίκτορ Σαμουήλοφ έγραψαν νανουρίσματα και ποιήματα που βρήκαν θέση σε ανθολογίες και σχολικά εγχειρίδια. Ήταν πλέον καιρός ν' ανθοφορήσει το γνήσιο, το αυθεντικό έντεχνο παραμύθι, ύστερα από μια μακρά περίοδο διατεταγμένης απουσίας από τη λογοτεχνική σκηνή. Χαρακτηριστικά δείγματα αυτής της εποχής είναι τα έργα του Μπόρις Απρίλοφ, με ήρωα τον Λίσκο, ένα λυκάκι. Είναι και οι υπέροχες νουβέλες του Στρατίεφ με τη συναρπαστική πλοκή και τους κωμικούς χαρακτήρες, καθώς και οι νουβέλες και τα παραμύθια του Γκεόργκι Κονσταντίνοφ με ήρωα τον Τούφο, τον γάτο της πόλης.
Σε γενικές γραμμές έχουμε α) παραμύθια που στηρίζονται σε πρόσωπα της λαϊκής παράδοσης, β) παραμύθια που παρωδούν τις πηγές της, και γ) παραμύθια που χρησιμοποιούν τις παραδοσιακές φόρμες του λαϊκού παραμυθιού και διευρύνουν την τρέχουσα πραγματικότητα. Μερικά απλά παραμύθια που αρχικά αντιμετωπίστηκαν με δυσπιστία εκ των υστέρων αναγνωρίστηκαν και αυτά κι έγιναν αποδεκτά. Εκπρόσωποί τους είναι η Κίνα Κάντρεβα, ο Ρούμεν Σόμοφ και μερικοί άλλοι. Δεν είναι λίγοι από αυτούς που έχουν περιληφθεί στη λίστα Άντερσεν.
Ανακεφαλαιώνοντας, παρατηρούμε ότι η βουλγάρικη παιδική λογοτεχνία από την πτώση του Κομμουνισμού μέχρι σήμερα έχει να παρουσιάσει θεματική ποικιλία και αξιοσημείωτες υφολογικές επιδόσεις. Αφού ξεπέρασε δυο φορές την κρίση και αφού πειραματίστηκε ακροβατώντας μεταξύ της παρωδίας και της κωμικής πλευράς της ζωής, τελικά πορεύθηκε με αφετηρία το παραδοσιακό παραμύθι και κατέκτησε ένα νέο είδος, που καταχωρήθηκε θριαμβευτικά και σε παγκόσμια έκταση στην κατηγορία «έντεχνο παραμύθι».
Ακολουθώντας αυτή την τροχιά, η βουλγάρικη παιδική λογοτεχνία προσέθεσε με τους αξιόλογους εκπροσώπους της τη δική της εθνική ιδιαιτερότητα στην παγκόσμια παραγωγή έργων που προορίζονται για τις ευαίσθητες και πολύ δεκτικές μικρές ηλικίες.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Βουλγάρικα παιδικά βιβλία που έχουν κυκλοφορήσει στην Ελλάδα: Ένας Βούλγαρος παραμυθάς διηγείται...(μτφρ. Αλεξάνδρα Μάντη, Εκδόσεις Τρόπος Ζωής, 2009), Τέσσερα παραμυθάκια με μεγάλες αλήθειες(απόδοση από τα βουλγάρικα Αλεξάνδρα Μάντη, Εκδόσεις Τρόπος Ζωής, 2005).
 diastixo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΙ ΠΑΜΕ ΠΡΙΜΑ… της Μαρίνας Σωτηροπούλου

  ΚΑΙ ΠΑΜΕ ΠΡΙΜΑ… της Μαρίνας Σωτηροπούλου / Νέο έργο Μια επίκαιρη κωμωδία για την παρακμή της πολιτικής αλλά και της κοινωνίας ΠΡΕΜΙΕΡΑ Σάβ...