Σάββατο 9 Απριλίου 2022

ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ 5ο


 ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ 5ο

Leave no trace της Debra Granik, 2018
Γράφει ο Στράτος Τζίτζης
- Μια ταινία με νόημα.
Δεν βλέπω πια ταινίες παρά σε πολύ ειδικές περιπτώσεις. Ένας από τους λόγους είναι η έλλειψη χρόνου (το γνωστό πρόβλημα). Ευτυχώς που στην τελευταία υπερατλαντική πτήση αναγκάστηκα να δω μερικές για να περάσει η ώρα κι έτσι ανακάλυψα ένα διαμάντι του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά (ναι υπάρχει ακόμη). Το "Leave no Trace" της Ντέμπρα Γκράνικ.
Χαίρομαι που αναγνωρίστηκε από όλους τους Αμερικάνους κριτικούς κι αυτό με κάνει αισιόδοξο ότι τα «διαμάντια» δεν πάνε χαμένα. Βοηθάει βέβαια να είναι αμερικάνικα, για να τραβάνε την προσοχή.
Δεν διάβασα κάποια κριτική, αλλά θα πω τη δική μου. (Ξεκινάω έτσι την καριέρα μου ως κριτικού με καλά λόγια - για να μη λένε ότι πάσχω από φθόνο όταν αν γράψω κακά).
Αυτό που με κέρδισε σε αυτήν την ταινία είναι ότι ήθελε κάτι να δείξει, πέρα από το να επιδείξει μια καλογυρισμένη ιστορία.
Οι καλογυρισμένες ταινίες δεν μου λένε τίποτε αν δεν έχουν κάτι να πουν. Αυτή είχε. Φάνηκε προς το τέλος, στο οποίο σε πήγαινε μεθοδικά. Είναι η στιγμή που η κόρη αρνείται να ακολουθήσει τον πατέρα της, παρόλη την αγάπη που του έχει (και της έχει). Είναι έτσι μεθοδευμένη η ταινία που αυτή η σκηνή γίνεται αποκαλυπτική. Μιλάει για όλες τις σχέσεις αγάπης που αναγκαζόμαστε να διακόψουμε για να πάρουμε τον δικό μας δρόμο μας, ειδικά όταν ο άλλος έχει πρόβλημα. Μία από τις πιο δυνατές σχέσεις είναι με τους γονείς μας, βέβαια. Αλλά δεν είναι μόνο με αυτούς.
Αυτό που ένιωσα εγώ προσωπικά, σαν πατέρας ο ίδιος, είναι κάτι ξεχωριστό. Όπως ο πρωταγωνιστής μπαμπάς Μπεν Φόστερ παίρνει τα δάση (γιατί έχει κάποιο πρόβλημα, ο συγκεκριμένος) έτσι κι εγώ μπορεί να βαδίζω σε δάση συμβολικά, με τις ιδεολογικές μου αναζητήσεις, και να τραβάω μαζί τα παιδιά μου, αλλά αυτά δεν έχουν κανένα λόγο να ακολουθούν τις δικές μου διανοητικές (και όχι μόνο) περιπέτειες.
Το ότι η ταινία κατάφερε να αγγίξει το συμβολικό και να ξεπεράσει την απλή ιστορία ενός συγκεκριμένου πατέρα με πρόβλημα (ως απόμαχου του Ιράκ με σύνδρομο PTSD), είναι αυτό που την κάνει ξεχωριστή. Το κατάφερε με τη λιτότητα και την αφαίρεση που ακολούθησε στην αφήγησή της έτσι που να μένει μόνο η ουσία της ιστορίας.
Καθώς η ουσία πίσω από τις ιστορίες είναι ο συνδετικός ιστός ανάμεσα σε αυτές και σε εμάς (με τις δικές μας ιστορίες, ο καθένας), όταν μια ταινία καταφέρνει να την αναδείξει γίνεται πανανθρώπινη και σημαντική. Αυτή ήταν μια τέτοια ταινία.
Δυστυχώς οι ταινίες που έχουν κάτι να πουν είναι ελάχιστες. Ακόμη και οι ποιοτικές (art house) ταινίες πάσχουν συχνά από έλλειψη νοήματος. Είναι αρκετές που αρκούνται σε αφηγηματικές και σκηνοθετικές επιδείξεις, ευφάνταστες και ταλαντούχες μεν, νοηματικά αδιάφορες δε. Υπάρχουν, ευτυχώς, αυτές οι λίγες που πάνε πέρα από τη φόρμα και την αφήγηση, για να πουν κάτι με νόημα. Αρκεί βέβαια το νόημα που θέλουν να μεταδώσουν να λέει κάτι ενδιαφέρον, που δεν έχει χιλιο-ειπωθεί. Μερικές φορές, όμως, είναι αναπόφευκτη η επανάληψη, ειδικά αν η ταινία αγγίζει θέματα διαχρονικά και επαναλαμβανόμενα. (Για παράδειγμα, η βραβευμένη και πολύ καλή ελληνική ταινία Digger μοιάζει σε κάποια σημεία με το Leave no trace.) Αυτό που τελικά μετράει είναι η πρόθεση του δημιουργού μιας ταινίας και αυτή είναι που κάνει, κατ’ εμέ, τη διαφορά.
O Στράτος Τζίτζης σπούδασε Πολιτική Οικονομία και Σκηνοθεσία στην Αθήνα, όπου γύρισε δύο μεγάλου μήκους ταινίες Η Αγάπη είναι Ελέφαντας (2000) και Σώσε με (2001). Μετοίκισε στο Βερολίνο το 2004, όπου ασχολήθηκε με θεωρητικά ζητήματα κυρίως. Επέστρεψε στην Αθήνα για την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του 45μ2 (2010). Σκηνοθέτησε το θεατρικό του έργο Καύση (2013), το οποίο μετέτρεψε σε ταινία το 2016. Η πέμπτη του ταινία Night Out, μια κωμωδία για τη νυχτερινή ζωή του Βερολίνου, ολοκληρώθηκε το 2018.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΙ ΠΑΜΕ ΠΡΙΜΑ… της Μαρίνας Σωτηροπούλου

  ΚΑΙ ΠΑΜΕ ΠΡΙΜΑ… της Μαρίνας Σωτηροπούλου / Νέο έργο Μια επίκαιρη κωμωδία για την παρακμή της πολιτικής αλλά και της κοινωνίας ΠΡΕΜΙΕΡΑ Σάβ...