Τὸ ὁμιλοῦν μάρμαρο .
Μόναχο : Ὁ βασιλιᾶς τῆς Βαυαρίας Λουδοβῖκος Α παραγγέλνει στὸν ἀρχιτέκτονα Leo von Klenze, τὸν σημαντικότερο ἀρχιτέκτονα τοῦ κλασικισμοῦ ( ὁ ἴδιος που σχεδίασε τὴν Καθολικὴ Μητρόπολη τοῦ Διονυσίου Ἀρεοπαγίτη στὴν Ἀθήνα) ,ἕνα μουσεῖο σὲ ναόσχημο ὕφος προκειμένου νὰ στεγαστεῖ ἡ συλλογή του ἑλληνικῶν καὶ ρωμαϊκῶν γλυπτῶν . Τὸ λαμπρότερο τμῆμα τῶν ἐκθεμάτων εἶναι οἱ περίφημοι «Αἰγινῆτες», τὰ μαρμάρινα γλυπτὰ τῶν δύο ἀετωμάτων τοῦ πώρινου ναοῦ τῆς Ἀφαίας στὴν Αἴγινα. Τὰ γλυπτὰ εἶχαν βρεθεῖ σὲ χιλιάδες θραύσματα καὶ ἐπιστρατεύτηκε ὁ διάσημος Δανὸς γλύπτης Bertel Thorvaldsen προκειμένου νὰ ἐπιχειρηθεῖ ἡ ἀποκατάστασή τους καὶ ἡ συμπλήρωση τῶν μερῶν ποὺ ἔλειπαν.
Πῶς ἔφτασαν τὰ γλυπτὰ στὸ Μόναχο ἀπὸ τὴν Αἴγινα ;
Τὸ 1811 στὴν Τουρκοκρατούμενη Αἴγινα μιὰ ὁμάδα ἀπὸ «ἀρχαιοδῖφες καὶ ἑλληνολάτρες», πραγματικοὶ λυμεῶνες τῶν μετακινήσιμων ἀρχαιοτήτων, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν διαβόητο νεαρὸ ἀρχιτέκτονα Robert Cockerell καὶ τὸν Γερμανὸ von Hallerstein βρίσκουν τὰ πρῶτα γλυπτά. Ἡ δημογεροντία τοῦ νησιοῦ μαθαίνοντας τὰ νέα φτάνει στὸν χῶρο τῆς ἀνασκαφῆς ἀπὸ τὴν Παλιαχώρα ( μεσαιωνικὴ πρωτεύουσα τοῦ νησιοῦ , σήμερα ἐγκαταλελειμμένη, ὁ Μυστρᾶς τῆς Αἴγινας) δίνουν ἐντολὴ νὰ σταματήσουν οἱ περαιτέρω ἔρευνες , αφήνοντας περιθώρια γιὰ χρηματικὴ συναλλαγὴ. Ἀποφασίζεται ἔναντι 800 πιάστρων ( τουρκικὸ νόμισμα, ἡ όνομασία ποὺ ἔδιναν οἱ Εύρωπαῖοι στὰ γρόσια , τουρκιστὶ kuruş ) ἡ πώληση τῶν θραυσμάτων. Ἡ ἀγοραπωλησία γιορτάστηκε μὲ γλέντι δημογερόντων καὶ Τούρκων . Δυστυχῶς σὲ ἐποχὴ ποὺ δὲν ὑπῆρχε νομολογία γιὰ ἀρχαιότητες ούτε γνώση γιὰ τὸ πολιτισμικὸ καὶ πολιτιστικὸ ϋπόβαθρο ποὺ αὐτὲς ἀντιπροσώπευαν.
Πωλοῦνται κατόπιν στὸν φιλέλληνα Λουδοβῖκο.
Μάϊος 2024 . Βρίσκομαι στὴν Γλυπτοθήκη. Οἱ Αἰγινῆτες ἐκτίθενται στὸ κέντρο περίπου τοῦ μουσείου. Ἔχοντας φτάσει ἐκεῖ χωρὶς βιασύνη ἔχω περίπου προετοιμαστεῖ γιὰ τὸ σὸκ τῆς συνάντησης μὲ τὰ γλυπτά.
Πρώτη ἐπαφὴ τὸ γλυπτὸ τῆς ἀριστερῆς γωνίας τοῦ ἀνατολικοῦ ἀετώματος. Ἕνας ἑτοιμοθάνατος πολεμιστὴς στηρίζει τὸ τραυματισμένο σῶμα του στὴν ἀσπίδα . Τὸ ἀρχαϊκὸ χαμόγελο δὲν τὸν ἐγκαταλείπει οὔτε στὶς τελευταῖες του στιγμές. Ταυτίζεται μὲ τὸν Λαομέδοντα, τὸν μυθικὸ βασιλέα τῆς Τροίας, ὁ ὁποῖος μόλις ἔχει δεχθεῖ τὸ φονικὸ βέλος τοῦ Ἡρακλῆ. Ὁ Λαομέδων σύμφωνα μὲ τὸν μῦθο ἦταν αὐτὸς ποὺ τείχησε τὴν Τροία μὲ τὴν βοήθεια τῶν θεῶν Ἀπόλλωνα καὶ Ποσειδῶνα, ἀγγαρεία ποὺ τοὺς φόρτωσε ὁ Δίας , νὰ ὑπηρετήσουν θνητό. Ὁ Λαομέδων ἀρνήθηκε τὴν ὑπεσχημένη ἀμοιβὴ τῶν θεῶν. Ἀκολούθησε καὶ δεύτερη ἀθέτηση τὴν ὁποία δὲν ἄφησε ἀτιμώρητη ὁ Ἡρακλῆς κατακτῶντας τὴν Τροία ( ἡ πρώτη ἅλωση τῆς Τροίας) καὶ σκότωσε τὸν Λαομέδοντα μὲ τόξο.
Καὶ τὰ δύο ἀετώματα πραγματεύονται τὶς μάχες αὐτὲς τοῦ πρώτου Τρωϊκοῦ πολέμου. Καὶ στὰ δύο ἀετώματα κεντρικὴ φιγούρα εἶναι ἡ θεὰ Ἀθηνᾶ. Τὰ μαρμάρινα αὐτὰ ἀριστουργήματα τῆς ὕστερης ἀρχαϊκῆς ἐποχῆς ( 500-490 π.Χ) , ὁλόγλυφα ἂν καὶ ἦταν άθέατη ἡ πίσω πλευρά τους , ἐκπλήσσουν , ἀφήνουν μὲ τὸ στόμα ἀνοικτὸ μὲ τὴν τολμηρὴ θεματική τους , τὴν ἀριστουργηματικὴ χρήση τῶν στενῶν ἀπολήξεων τῶν ἀετωμάτων, τὴν ἄφταστη ἀνατομικὴ ἀποτύπωση . Ἡ σμίλη τῶν γλυπτῶν ποὺ ἀνέλαβαν τὴν δημιουργία τῶν μορφῶν ἔφτασε στὸ ἀπόγειο καὶ σφράγισαν τὴν ἐποχή τους. Μαζὶ μὲ τὰ ἀετωματικὰ γλυπτὰ τοῦ ναοῦ τοῦ Διὸς στὴν Ὀλυμπία ἀποτελοῦν τοὺς προάγγελους τῶν Φειδιακῶν ἔργων στὸν Παρθενῶνα . Ὁ ἴδιος ὁ ναὸς μὲ τὶς καινοτομίες ποὺ ἔφερε στὴν στυλιζαρισμένη ναοδομία τοῦ τέλους τοῦ 6ου αἰῶνα ὑπῆρξε τὸ μοντέλο στὸ ὁποῖο πάτησαν ὁ Ἰκτῖνος καὶ ὁ Καλλικράτης γιὰ τὸ ἀρχιτεκτονικό τους θαῦμα.
Λεπτομέρεια :Ὅπως σὲ ὅλα τὰ ἀετωματικὰ γλυπτὰ οἱ μορφὲς ἦταν ἔντονα χρωματισμένες δίνοντας τὴν αἴσθηση ἀκίνητων ζωντανῶν ἀνθρώπων
Ἐπὶ προσωπικοῦ :
Γιὰ ὦρες τριγύριζα πίσω , μπρὸς καὶ γύρω ἀπὸ αὐτὰ τὰ μοναδικὰ ἀριστουργήματα. Κάποια στιγμή, μὲ καταλαγιασμένα τὰ ἔντονα συναισθήματα ποὺ σχεδὸν πλησιάζουν αὐτὰ τοῦ σύνδρομου Στένταλ, βγῆκαν καὶ οἱ μηχανές. Μία γιὰ τὶς κοντινὲς λεπτομέρειες καὶ μία γιὰ γενικότερη λήψη. Περίπου εἴκοσι γιὰ κάθε μία ἀπὸ τὶς μορφές. Γιὰ τὸν Λαομέδοντα ἐπέλεξα αὐτὲς τὶς δύο γιὰ νὰ μὴν κουράσω. Θὰ ἀκολουθήσουν ἀναφορὲς καὶ γιὰ τὰ ὑπόλοιπα γλυπτὰ , μακέτες ἀναπαράστασης καθὼς καὶ συνολικὴ .
( Ἡ ἀνάρτηση καὶ αὐτὲς ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν ἑστιάζουν στὰ ἐκθέματα καθεαυτά, καθὼς καὶ στὰ κύματα συγκίνησης ποὺ -'ελπίζω -νὰ προκαλεῖ ἡ θέασή τους. Ἡ θλίψη, ὀργή, ἀγανάκτηση, θρῆνος γιὰ τὴν ἀπομάκρυνσή τους άπὸ τὸν φυσικό τους χῶρο μὲ καταρρακώνουν , ἀλλὰ σὲ ἀντιστάθμιση σκέφτομαι ὅτι τουλάχιστον ἐπέζησαν μέχρι τὶς ἡμέρες μας. Δὲν κατέληξαν σὲ ὑψικάμινους γιὰ παραγωγὴ ἀσβέστη οὔτε, στὴν καλύτερη, σὲ ἀκέφαλα ἢ ρινότμητα ἀγάλματα ἀπὸ τὰ σφυριὰ τῶν ζηλωτῶν. )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου