- Γρηγόρης Αμπατζόγλου
Το βιβλίο αυτό έφτασε ευγενικά στην πόρτα μου μέσα στην περίοδο απομόνωσης που είχε επιβάλει η πανδημία. Θυμάμαι ότι με ξάφνιασε ο τίτλος του –ΠΑΝΙΚΟΣ, με κεφαλαία γράμματα–, καθώς συνέπιπτε με το διάχυτο κλίμα έντονου πανικού της εποχής. Τώρα, που πέρασε αρκετός χρόνος, ήρθε η ώρα να το ξαναδιαβάσω και να μπορώ να μιλήσω δημόσια γι’ αυτό. Και γι’ αυτά που κινεί μέσα μου.
Σε αυτήν τη δεύτερη ανάγνωση στέκομαι αρχικά με προσοχή στον υπότιτλο: Η μεγάλη εξέγερση μέσα μας. Άραγε, ανοίγει ο συγγραφέας κατευθείαν τα χαρτιά του ή, αντίθετα, κρατά το δυνατό του χαρτί κρυφό για το τέλος; Νιώθω σαν να εισάγει ήδη από την αρχή, με έναν παιγνιώδη τρόπο, την κεντρική ιδέα, που θα αναπτυχθεί στη συνέχεια, αλλά και σαν να υπαινίσσεται διακριτικά ότι το χιούμορ και η σκέψη μας είναι απαραίτητα εργαλεία για να ψάξουμε μια διέξοδο. Ο πανικός δεν θεραπεύεται με πανικό. Αλλά ούτε και με μεγάλα λόγια, σοβαροφανείς υποδείξεις ή θαυματουργά tips. Ο πανικός για να θεραπευτεί απαιτεί την ιδιαίτερη φροντίδα του. Απαιτεί κυρίως ένα βλέμμα που συνοδεύει τις πράξεις και τα λόγια φροντίδας.
Ο συγγραφέας, ο ψυχίατρος Κώστας Γκοτζαμάνης, που αφιέρωσε μεγάλο μέρος της επαγγελματικής του θεραπευτικής αναζήτησης σε αυτό το δυσεπίλυτο αίνιγμα του πανικού (των «κρίσεων πανικού», της «διαταραχής πανικού»), δυστυχώς μας άφησε νωρίς. Διακρίνω, όμως, κάποιο τέτοιο χαμόγελο στη φωτογραφία του στο αυτί του βιβλίου. Τυχαίο; Ή απλώς μια πρώτη ένδειξη ενός ήρεμου χιούμορ, που συχνά μπορεί να συνοδεύει κάθε γνήσια προσπάθεια ψύχραιμης κατανόησης; Ποιότητες που συναντάμε στο ίδιο το «ύφος» της συγγραφής του βιβλίου, που μας επιτρέπουν να φανταστούμε τον συγγραφέα επί το θεραπευτικό έργο.
Μια ψύχραιμη και θαρραλέα ψυχική εργασία απέναντι στις ασυντόνιστες τυφλές πράξεις μας, τις έξαλλες συναισθηματικές μας εξάρσεις ή τις άτακτες υποχωρήσεις, υπαναχωρήσεις ή προσχωρήσεις.
Να φανταστούμε; Μου επιτρέπεται, άραγε, αυτού του είδους η οικειότητα για κάποιον που συναντώ για πρώτη φορά μέσα από ένα βιβλίο του; Ακόμη κι αν έχουν με κάποιον τρόπο διασταυρωθεί κάποια στιγμή οι δρόμοι μας, σίγουρα δεν τον γνώρισα από κοντά. Τολμώ διστακτικά να πω: ίσως ναι, μου επιτρέπεται. Για τον απλό λόγο ότι αυτό που νιώθω είναι κυρίως μια μορφή πνευματικής συντροφικότητας μέσα από την ανάγνωση του κειμένου του. Όχι αναγκαστικά μια πλήρης ταύτιση απόψεων ή μια αναγνώριση ένταξης σε μια κοινή «σχολή».
Μπορώ λοιπόν να φανταστώ. Αυτό μου επιτρέπει να πάω λίγο παραπέρα: να τονίσω ένα είδος συνάφειας, μια συμπάθεια γι’ αυτήν τη σκέψη που στηρίζεται σε μια αυθεντική θεραπευτική έγνοια και κατασταλάζει, ώριμη πια, σε έναν λιτό τρόπο έκφρασης. Ένα ήθος που καλεί να σκεφτούμε την ουσία, αυτό που πραγματικά μετρά για τον άλλον που θα ζητήσει τη βοήθειά μας και καλεί σε έναν διάλογο με λόγια απλά, αλλά καθόλου απλοϊκά. Μια ειλικρινής, χαμηλών τόνων όσο και ζεστή προσπάθεια να αποτελέσει και το ίδιο το κείμενό του μια πράξη ψυχικής φροντίδας γι’ αυτούς που θα το πάρουν στα χέρια τους και θα νιώσουν τη θαλπωρή της ανάγνωσής του. Θα τους πάρει και αυτός από το χέρι και θα τους συνοδεύσει σε αυτήν την απρόσμενη ομαλή προσγείωση. Που, τηρουμένων των αναλογιών, δεν είναι άλλη από την ανακάλυψη μιας δυνατότητας, που αφορά στην καλλιέργεια και την ανάπτυξη μιας εσωτερικής ψυχικής δημοκρατικής λειτουργίας. Ή μάλλον καλύτερα, της θεραπευτικής αξίας της στις καταστάσεις των ποικίλης προέλευσης ακατονόμαστων πανικών μας. Σε αυτό τελικά μας προτρέπει: σε μια άσκηση που θα οδηγήσει σε έναν ιδιόμορφο δημοκρατικό εσωτερικό διάλογο με τους πολλαπλούς εαυτούς μας (ή τις συγκρούσεις τους και τα διλήμματά μας). Μια ψύχραιμη και θαρραλέα ψυχική εργασία απέναντι στις ασυντόνιστες τυφλές πράξεις μας, τις έξαλλες συναισθηματικές μας εξάρσεις ή τις άτακτες υποχωρήσεις, υπαναχωρήσεις ή προσχωρήσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι το βιβλίο ανοίγει αλλά και κλείνει με τον στίχο του Ανδρέα Κάλβου: «Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία».
Δεν προτίθεμαι σε αυτό το σημείωμα να ανασύρω πολλές φράσεις του συγγραφέα ή να δώσω μια περιεκτική σύνοψη του «νοήματος». Δεν θα ήθελα να κόψω την όρεξη του μελλοντικού αναγνώστη, να τον «μπουκώσω» εκ των προτέρων, ακυρώνοντας έτσι την επιθυμία του. Ούτε να φέρω σε πρώτο πλάνο το πρίσμα της δικής μου ανάγνωσης. Με ενδιαφέρει όμως να τον διαβάσουν (δηλαδή να τον καταλάβουν κατά βούληση, ανάλογα με τις ανάγκες τους) οι δυνάμει αναγνώστες του, που ξεπερνούν κατά πολύ όσους βασανίζονται από έντονα άγχη και πανικούς που αποδιοργανώνουν. Θα σκεφτόμουν πολλούς γονείς ή πολλούς νέους ανθρώπους, για παράδειγμα, που αναζητούν μια ενημερωμένη επιστημονικά φωνή που ανακουφίζει και ήρεμα καθοδηγεί, που θα έβρισκαν σελίδες να τους υποδεχτούν μέσα σε αυτό το βιβλίο, το τόσο περιεκτικό και κατανοητό στο ευρύ κοινό, με το σαφές μέλημα του συγγραφέα να αγγίξει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους.
Οι τρεις πρώτες ενότητες αποτελούν μια διευρυμένη εισαγωγή, καθώς έπειτα από μια γενική επισκόπηση του «πανικού» πραγματεύεται τις σχέσεις άγχους-φοβίας-πανικού και κλείνει αναπτύσσοντας αυτό που εύστοχα αποκαλεί «βιολογία της ψυχής», δηλαδή το κεντρικό ζήτημα των σχέσεων ψυχής και σώματος (ψυχισμού θα έλεγα εγώ), και κυρίως συνείδησης και ασυνείδητου.
Από εδώ και πέρα αρχίζει το πιο ιδιαίτερο και συναρπαστικό ενδιαφέρον του βιβλίου, καθώς ο συγγραφέας μπαίνει στο κυρίως θέμα του και στη δική του πρωτότυπη συνεισφορά μέσω ενός ενδιάμεσου κεφαλαίου, που ονομάζει «Χαρά – Ανάγκη – Χρόνος – Επιθυμία – Προσωπική ευθύνη». Η ενότητα αυτή έχει μια πολλαπλή λειτουργία, καθώς αποτελεί συγχρόνως μια προσπάθεια κατανόησης των σύγχρονων διλημμάτων, κυρίως των παιδιών, των εφήβων και των νέων στις μέρες μας, μια ήπια και καλοπροαίρετη συμβουλευτική των γονιών, αλλά και ένα πέρασμα για τη συνέχεια του βιβλίου. Θέτει το κρίσιμο ζήτημα της δράσης και του χρόνου χωρίς χαρά (που θα μπορούσα να το συσχετίσω με την κυριαρχία της «χρηστικής σκέψης» που περιγράφουν οι ψυχαναλυτικές-ψυχοσωματικές προσεγγίσεις), για να ανασύρει τελικά το ακανθώδες ζήτημα της προσωπικής ευθύνης, χωρίς να κουνά το δάχτυλο αυστηρά σε κανέναν. Η αναγνώριση της ευθύνης ως μιας σημαντικής προσωπικής κατάκτησης (ή και θεραπευτικής αξίας).
Από την προσωπική ευθύνη στον «εαυτό», αρκεί να κάνουμε ένα βήμα. Όμως ο εαυτός δεν αποτελεί κάτι ενιαίο, ένα ομοιογενές σύνολο, αλλά διαιρείται, κατά τον συγγραφέα, σε κεντρικό εαυτό και υποεαυτούς. Πρόκειται για μια «υλική» πραγματικότητα, για έναν μεταφορικό τρόπο κατανόησης, για μια εικόνα, για ένα σχήμα, για μια λειτουργική έννοια κατανόησης; Για όλα αυτά μαζί; Με κεφάτο τρόπο, θα τολμούσα να πω, δίνονται οι περιγραφές, τα παραδείγματα και οι απαντήσεις σε αυτό το κεφάλαιο, που παίζει έναν κεντρικό ρόλο για τη συνέχεια.
Οι «Ιστορίες πανικού» στην επόμενη ενότητα προσφέρουν μια σειρά από μεστές αφηγήσεις, γραμμένες με γλαφυρά ανθρώπινο και κατανοητό τρόπο, χωρίς ηδονοβλεπτική διάθεση, χωρίς δημιουργία περιττής «ατμόσφαιρας» ή τεχνητού σασπένς, χωρίς τη γαργαλιστική ή υπεροπτική προσφορά λεπτομερειών που αποτελούν συχνά τη μάστιγα μιας σύγχρονης μόδας στις παρουσιάσεις «περιστατικών». Μέσα από αυτές μπορεί ο καθένας να αναγνωρίσει οικείες, δικές του εσωτερικές συγκρούσεις και καθημερινούς εξωτερικούς καταναγκασμούς, διλήμματα που θέλησε να λύσει τρέχοντας προς τα εμπρός ή καταχωνιάζοντάς τα βαθιά μέσα του, μέσα σε έναν πανικό.
Αναπτύσσει μια σκέψη που κατακτιέται βήμα το βήμα, μέσα από τη θεραπευτική εμπειρία και την έγνοια για τον άλλον, αναζητώντας αυτό που είναι σημαντικό για τον κάθε άνθρωπο που ζητά βοήθεια.
Οι αφηγήσεις αυτές έχουν πλέον ολοκληρώσει την πορεία του βιβλίου προς τη βασική του θεραπευτική πρόταση, που αφορά στην αντιμετώπιση του φόβου μπροστά στην ελευθερία. «Ο πανικός είναι το τελευταίο μέσο που χρησιμοποιούν οι αποκλεισμένοι υποεαυτοί για να αποτρέψουν μια εξέλιξη που δεν τους λαμβάνει υπόψη». Αντιλαμβανόμαστε έτσι το νόημα της εξέγερσης και του δημοκρατικού διαλόγου – μέσα μας. «Δεν υπάρχει ελευθερία χωρίς δέσμευση», «Δεν υπάρχει επιθυμία χωρίς στέρηση», όπως με έμφαση δηλώνουν και οι τίτλοι των υποκεφαλαίων του.
Όμως, ελευθερία δεν είναι ο συνεχής βομβαρδισμός από «επιλογές» που ανανεώνονται κάθε λίγα λεπτά, δεν είναι η συνεχής προσφορά ικανοποίησης à la carte. Συγχρόνως, δεν υπάρχει ένας ενιαίος, μονολιθικός εαυτός, χωρίς συγκρούσεις, χωρίς αντιφάσεις, ένας εαυτός που για να σταματήσει να βασανίζεται θα έπρεπε να καταλύσει κάθε άνοιγμα σε μια εκδοχή της εσωτερικής δημοκρατίας του. Γύρω από αυτήν την κεντρική διαπίστωση κινείται και αναπτύσσεται το βιβλίο.
Το βιβλίο του Κώστα Γκοτζαμάνη είναι ένα πολύ ιδιαίτερο βιβλίο, ένα βιβλίο ωριμότητας. Προκύπτει μέσα από μια ελεύθερη πνευματική πορεία, θα τολμούσα να πω. Αναπτύσσει μια σκέψη που κατακτιέται βήμα το βήμα, μέσα από τη θεραπευτική εμπειρία και την έγνοια για τον άλλον, αναζητώντας αυτό που είναι σημαντικό για τον κάθε άνθρωπο που ζητά βοήθεια. Μας προτείνει μια μέθοδο προσέγγισης και ενσυναίσθησης χωρίς περιττολογίες, μέσα από την ανάπτυξη μιας εσωτερικής δημοκρατίας. Κατά συνέπεια, μας ξεναγεί με έναν ξεκάθαρο λόγο στα μονοπάτια της ελευθερίας και της ευθύνης. Και, προφανώς, στον πανικό που μπορεί να γεννήσει το αίσθημα ελευθερίας μέσα μας.
[Ο Γρηγόρης Αμπατζόγλου είναι ψυχίατρος-παιδοψυχίατρος, ομ. καθηγητής Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ.]
Πανικός
Η μεγάλη εξέγερση μέσα μας – 5η έκδοση
Κώστας Γκοτζαμάνης
Εκδόσεις Πατάκη
192 σελ.
ISBN 978-960-16-8934-0
Τιμή €10,50
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου