Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης: συνέντευξη στον Αργύρη Παλούκα

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης: συνέντευξη στον Αργύρη ΠαλούκαΟ Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης γεννήθηκε το 1960. Είναι ποιητής, μεταφραστής και συγγραφέας, μέλος του Κύκλου Ποιητών και της Εταιρείας Συγγραφέων. Πρόσφατα εκδόθηκαν τα βιβλία του Βορειοδυτικό πέρασμακαι Guy Debord. Το επαναστατικό τους περιεχόμενο και η ζέση με την οποία γράφτηκαν αποτέλεσαν ικανότατες αφορμές για να συνομιλήσουμε μαζί του, με φόντο μια Ελλάδα σε δύσκολη θέση.
Διαβάζοντας κανείς τα βιβλία σου, το Βορειοδυτικό πέρασμα και τον Guy Debordανακαλύπτει δύο πράγματα μέσω ενός κοινού μηχανισμού που ακολουθείται. Το ένα αφορά τον αναλυτή συγγραφέα, εσένα, και το δεύτερο, δευτερεύον, τον αναλυόμενο συγγραφέα. Με αφορά περισσότερο το πρώτο, διότι ενέχει το δεύτερο. Πώς είναι δυνατόν να συγκροτείται τόσο ακραιφνώς επιστημονικά ένας τόμος, ώστε κάποιος θα μπορούσε να σε κατηγορήσει και για υπερβιβλιογράφηση, αλλά εκδοτικά, ως αποτύπωση, να δίνει την αδιαμφισβήτητη εντύπωση ότι το κείμενο γράφτηκε για να καταπολεμήσει τη στείρα ακαδημαϊκότητα συγγραφής τέτοιων κειμένων; Θέλω να πω, πώς γίνεται να καταλήγει το γράψιμο τόσο προσωπικό, τόσο εναλλακτικό, ενώ έχει καπνιστεί μέσα σε ενδελεχή έρευνα την οποία θα ζήλευε ακόμα και ένας έμπειρος διατρίβων;
Σε αντίθεση με το υπέροχο, κατά τα άλλα, λαϊκό άσμα, ό,τι αρχίζει ωραία τελειώνει ωραία, ό,τι αρχίζει με πάθος συνεχίζεται και τελειώνει με πάθος, ό,τι ξεκινάει από μια προσωπική προσήλωση, από μια εμμονή σε ό,τι αγάπησα στην εφηβεία μου, τελειώνει με τη συγγραφή βιβλίων με θέμα ό,τι αγάπησα στην εφηβεία μου. Όσο για την ακραιφνώς επιστημονική συγκρότηση του τόμου, την απάντηση την έχει δώσει μια για πάντα ο Vladimir Nabokov: «Εργάζομαι με το πάθος του επιστήμονα και την ακρίβεια του καλλιτέχνη». Αλλά και εκείνος ο Ρώσος ζωγράφος που επέμενε ότι εργάζεται με καρδιά από φλόγα και μυαλό από πάγο. Τέλος, το βιβλίο, όπως και όλα μου τα βιβλία, δεν γράφτηκε για να καταπολεμήσει τη στείρα ή μη στείρα ακαδημαϊκότητα, δεν γράφτηκε για να καταπολεμήσει οτιδήποτε, γράφτηκε για να αφηγηθεί μια ιστορία που θεώρησα ότι αξίζει να την αφηγηθώ και να την κουβεντιάσω με άλλους. Όλα τα βιβλία μου είναι ένα έναυσμα για κουβέντα.
Το επιτήδευμα της ζωής, να ποια είναι η δουλειά της τέχνης. Σε καιρούς νηνεμίας, δεν γίνεται τόσο κατανοητό. Σε καιρούς ταραγμένους, γίνεται κατανοητό διότι οι εντάσεις σαρώνουν τις ψευδαισθήσεις. Και η αληθινή τέχνη είναι σαμποτέρ, δολιοφθορέας των ψευδαισθήσεων.
Είναι αυτό που λέει ο Γιώργος Χειμωνάς: «Ό,τι αξίζει στον άνθρωπο είναι να έχει να πει μια ιστορία».
Ακριβώς. Για μας –για μένα και τους φίλους μου– αυτό ήταν, και παραμένει, το στοίχημα. Να ζήσουμε ιστορίες, να προκαλέσουμε ιστορίες, να ’χουμε να λέμε και να γράφουμε.
Θέλω να μου πεις τι σημαίνει ο Debord για σένα. Εννοώ για τη ζωή σου, την καθημερινότητά σου ως ανθρώπου. Και πώς μπορεί να βοηθήσει ο Debord έναν άνθρωπο, έναν Έλληνα στις μέρες μας;
      
Για μένα ο Debord ήταν μια από τις υποδειγματικές προσωπικότητες στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Τόσο με τον βίο όσο και με το έργο του, ο Debord μπόρεσε να δείξει ποια είναι η εποχή του και ποια είναι η πιο ενδιαφέρουσα στάση απέναντι και μέσα στην εποχή του. Κατάφερε να επαναφέρει στη συζήτηση ανθρώπους της δράσης και του πνεύματος, που άλλο δεν έκαναν από το να ζήσουν ελεύθερα και ποιητικά. Είναι μια μεγάλη, όμορφη ιστορία η ιστορία της ελευθερίας και της ποίησης. Και ο Debord θέλησε να είναι, και ήταν, ένας από τους ήρωες αυτής της ιστορίας.
Η ποίηση πότε γίνεται επαναστατική;
Η ποίηση πάντα είναι επαναστατική, και δεν είναι τίποτε άλλο πέρα και εκτός από επαναστατική. Η ποίηση είναι η πυκνή λεκτική εναντίωση σε ό,τι δεν είναι επαναστατικό. Κάθε ποιητής είναι, εκών άκων, ένα άνθος ενάντιο, όπως έλεγε ο Νίκος Καρούζος. Ποιητής είναι κάποιος που τον εξόρισαν βίαια από την παιδική του ηλικία, διατεινόταν δικαίως ο Jean-Paul Sartre.
Ο Debord ήταν επαναστάτης και γι’ αυτό επαναστατικός;
Ο Debord ήταν και επαναστάτης και επαναστατικός και επαναστατημένος, ακριβώς επειδή από την πρώτη του νιότη άλλο δεν έκανε από το να σκέφτεται και να ζει όσο πιο έντονα μπορούσε και ήθελε. Και αυτό με το χαμόγελο στα χείλη, με μιαν αβρότητα που ερχόταν από τον 17ο και 18ο αιώνα. Μια μπαρόκ αβρότητα. Επίσης, εγκατέλειπε χωρίς δεύτερη σκέψη όσους εγκατέλειπαν τον καλύτερο εαυτό τους. Έβρισκε άλλους.
Γιατί στην τέχνη περιμένουμε μια συντριβή για να ενεργοποιήσουμε ρεύματα, κινήματα, πρωτοπορίες; Άραγε, για να υπάρξει καλλιτεχνική δημιουργία χρειαζόμαστε έναν ορυμαγδό; Το ρωτάω αυτό διότι μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο πυροδοτήθηκαν όλα αυτά για τα οποία μιλάς στα δυο σου βιβλία.
Καμία συντριβή δεν περιμένει η τέχνη για να κάνει τη δουλειά της. Σε καιρούς αναστάτωσης, ακόμα και συντριβής, στρέφονται πια στην τέχνη πολλοί που έχασαν κάθε ψευδαίσθηση. Στην τέχνη των καλλιτεχνών και, κυρίως, στην τέχνη της ζωής. Το επιτήδευμα της ζωής, να ποια είναι η δουλειά της τέχνης. Σε καιρούς νηνεμίας, δεν γίνεται τόσο κατανοητό. Σε καιρούς ταραγμένους, γίνεται κατανοητό διότι οι εντάσεις σαρώνουν τις ψευδαισθήσεις. Και η αληθινή τέχνη είναι σαμποτέρ, δολιοφθορέας των ψευδαισθήσεων. Τα κινήματα για τα οποία μιλάω στα δύο μου αυτά βιβλία και οι πρωταγωνιστές αυτών των κινημάτων, έδρασαν μέσα σε μια σχεδόν αδιαπέραστη αφάνεια για πολλά χρόνια. Όταν εξερράγη ο Μάης του ’68, άρχισε να γίνεται ευρέως γνωστή η δράση και η διαδρομή τους.
Μου λες λοιπόν ότι η τέχνη είναι η κιβωτός της αληθινής ζωής, στην οποία καταφεύγουμε όταν καταρρεύσουν οι κλώνοι της ωραίας ζωής. Και η ασχήμια που εμπεριέχει η τέχνη; Είναι για να την αντικαταστήσει με ομορφιά; Μιλάω εδώ για το ερέθισμα και την αντανάκλαση στην τέχνη. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι υπάρχει αφ’ εαυτής και την ανακαλύπτουμε ουσιαστικότερα, όταν γύρω όλα καταποντίζονται.
Η τέχνη δεν εμπεριέχει ασχήμια. Εμπεριέχει σήμερα την ομορφιά του αύριο. Η τέχνη, τι είναι; Είναι ο διάλογος του δημιουργού με τους νεκρούς που τον κάνει δώρο στους ζωντανούς. Στους ζωντανούς του σήμερα και στους ζωντανούς του αύριο. Τέλος, όταν όλα γύρω καταποντίζονται, άλλο δεν έχουμε να κάνουμε παρά να γεμίσουμε το ποτήρι μας, το ποτήρι της ζωής, να τσουγκρίσουμε και να πιάσουμε πάλι χαρτί και μολύβι, πινέλο και καμβά, μαγνητόφωνο, κάμερα, και να φτιάξουμε έργα.
Και στις μέρες μας ζούμε μια ιστορική συγκυρία ως έθνος, ως Έλληνες. Πιστεύεις ότι υπάρχει περιθώριο για νέες καλλιτεχνικές εκρήξεις;
Βεβαίως. Πελώριο περιθώριο υπάρχει για νέες καλλιτεχνικές εκρήξεις. Το βλέπουμε ήδη.
Θες να μου δώσεις μερικά παραδείγματα τέτοιων εκρήξεων;
Οι ποιητές, οι στοχαστές, οι μυθιστοριογράφοι, οι μουσικοί, οι ηθοποιοί, οι σκηνοθέτες που κάνουν πανίσχυρα και δυνατά πράγματα στις κατακόμβες της επίσημης πραγματικότητας. Η οποία επίσημη πραγματικότητα εδώ και δεκαετίες δεν είναι παρά ένα στούντιο. Θέλεις ονόματα; Ονόματα, λοιπόν: Λευτέρης Καλοσπύρος, Ελεάννα Μαρτίνου, Νικόλας Τριανταφυλλίδης, The Boy, Erasers, drog_a_tek, όλη η ομάδα της Kunsthalle, και τόσοι άλλοι.
Και η λεγόμενη «παρθενογένεση»; Ισχύει; Είναι ευχή; Κατάρα; Είναι αναχαιτιστική; Τι είναι; Θέλω να πω, υπάρχει πρωτοπορία μέσα στην επανάληψη; Μπορεί να γεννηθεί κάτι νέο, όταν όλα μοιάζουν να έχουν ειπωθεί;
Όχι, παρθενογένεση δεν υπάρχει. Κι αφού δεν υπάρχει, δεν είναι ούτε ευχή ούτε κατάρα. Αν είναι κάτι η παρθενογένεση, ή μάλλον η επίκλησή της, αυτό το κάτι δεν είναι άλλο από τον ευσεβή πόθο ορισμένων, από τον τρόπο τους να μεταμφιέζουν την οκνηρία τους σε τάχατες αυθόρμητη και δίχως σχέση με το παρελθόν δημιουργία, είναι δηλαδή κάτι σαν άσφαιρη αλαζονεία. Το καινούργιο γεννιέται ύστερα από δημιουργική αφομοίωση του παλαιού. Και θέλει πολλή δουλειά για να αφομοιώσεις το παλαιό. Και να το ξεπεράσεις δημιουργικά. Ειδάλλως, το παρελθόν εκδικείται. Ό,τι διώχνεις απ’ την πόρτα, μπαίνει από το παράθυρο.
Συμφωνείς ότι ο Καβάφης είναι και θα είναι για πάντα πρωτοπόρος; Αν ναι, τι συνιστά την πρωτοπορία του;
Ο Καβάφης είναι μεγάλος ποιητής. Κατάφερε να σκηνοθετήσει ένα σύμπαν ολόκληρο και να το κάνει οικείο. Ανανέωσε την αντίληψή μας για την ποίηση. Έβαλε φρένο στην καλπάζουσα μεγαλοστομία και στην εμβατηριακή χλαπαταγή.
Ο Debord ανήκει στους λεγόμενους «καταστασιακούς». Θέλω να μου δώσεις έναν απολύτως κατανοητό ορισμό αυτού του επιθετικού προσδιορισμού.
Ο Debord θεώρησε, ήδη από τα νιάτα του, ότι η τέχνη έχει φτάσει στο σημείο της μετατροπής της σε μια σειρά εφήμερες γιορτές, στο σημείο της πραγμάτωσής της στο πεδίο της καθημερινής ζωής. Επινόησε μιαποιητική επιστήμη των καταστάσεων, τρόπους να κάνεις την κάθε απειροελάχιστη στιγμή ενδιαφέρουσα, να απομακρύνεις διαρκώς τη μονοτονία και τη ρουτίνα, να αντικαθιστάς, παθιασμένα και μεθοδικά, το ποσοτικό με το ποιοτικό. Καταστασιακοί ήσαν ο Debord και οι φίλοι του που, για ορισμένα χρονικά διαστήματα, πειραματίστηκαν με μια τέχνη του ζην βασισμένη στη γοητεία και τους κινδύνους του εφήμερου.
Guy Debord  Ποίηση και επανάσταση Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης Κριτική
Guy Debord 
Ποίηση και επανάσταση
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Κριτική
232 σελ.
Τιμή € 13,00
Βρείτε το εδώ.
Αυτή η ποιητική επιστήμη των καταστάσεων ακούγεται σαν τίτλος εγχειριδίου για ερωτευμένους, ώστε να μη χάσουν ποτέ τη λαχτάρα τους ο ένας για τον άλλον. Και δεν το λέω υποτιμητικά.
Χαίρομαι που το διατυπώνεις έτσι. Ωραίο είναι. Ναι. Μια ποιητική επιστήμη των καταστάσεων μπορεί να είναι και ένα εμπρηστικό εγχειρίδιο για ερωτευμένους. Και μην ξεχνάμε ότι, όπως το είπε ο Guy Debord, «Ο έρωτας δεν αξίζει παρά μόνο σε μια προεπαναστατική περίοδο».
Καταστασιακός σημαίνει επίσης ότι εκμεταλλεύομαι αυτό που έχω ως δεδομένο τη στιγμή που ζω; Στο απόλυτο παρόν;
Δεν υπάρχει απόλυτο παρόν. Ο χρόνος κυλάει. Συνεχώς. Και αδυσώπητα. Οι καταστασιακοί, όσοι διετέλεσαν μέλη της Καταστασιακής Διεθνούς (Ιnternationale Situationniste), έπαιξαν πολύ με τη διαλεκτική της διάρκειας, με τα παιχνίδια που παίζει το παρελθόν με το παρόν. Ας πω, με την ευκαιρία, ότι σημαντικότατες προσωπικότητες συνδέθηκαν με τον Guy Debord και έδρασαν μαζί του. Ανάμεσά τους, ο Δανός Asger Jorn, ο Ολλανδός Constant, ο Σκοτσέζος Alexander Trocchi, ο Ιταλός Gianfranco Sanguinetti, ο Βέλγος Raoul Vaneigem. Και βέβαια η Michèle Bernstein και η Alice Becker-Ho.
Επειδή ένα από τα πράγματα που σου αναγνωρίζω είναι ότι έχεις χωνεμένη τη γνώση, θέλω να μου περιγράψεις απελπιστικά σύντομα τη διαδρομή των κινημάτων, των πρωτοποριών, πώς αυτά αλληλεπίδρασαν, πού οδήγησαν. Μια χαρτογράφηση θέλω του Βορειοδυτικού περάσματος.
Ξεκίνησαν από έναν εκ νέου προσδιορισμό της τέχνης. Συνέχισαν με πρόγραμμα την πραγμάτωση της φιλοσοφίας στο κοινωνικό πεδίο, οδήγησαν στη μεγάλη περιπέτεια του Μάη του ’68 και σε μια συνολική και έμπρακτη αμφισβήτηση όλων όσα εναντιώνονται στη δημιουργικότητα του ανθρώπου.
Βορειοδυτικό πέρασμα Πρωτοπορίες και κινήματα Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης Κριτική
Βορειοδυτικό πέρασμα
Πρωτοπορίες και κινήματα
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Κριτική
256 σελ.
Τιμή € 13,00
Βρείτε το εδώ.
Νομίζω πως ένας πολύ περιεκτικός προσδιορισμός όσων λέμε εδώ είναι πράγματι η «διαλεκτική της διάρκειας», το παιχνίδισμα του παρόντος με το παρελθόν, η διαδικασία της χώνεψης. Μια διαδικασία που νομίζω ότι πολλοί λογοτέχνες προσπαθούν να την αντιμετωπίσουν ως δυσπεψία και να την καταπολεμήσουν σχεδόν ιατρικά, σαν αρρώστια.
Ας μην μπλέξουμε την ιατρική και τις εντερικές λειτουργίες και τα στομάχια και τα πεπτικά συστήματα στην κουβέντα μας. Οι περισσότεροι λογοτέχνες κάνουν καλά τη δουλειά τους. Και η δουλειά τους είναι να τραγουδάνε το τραγούδι που ξεγελάει τον χρόνο, όπως ειπώθηκε από τον André Breton.
Κι από την οκνηρία στην αφύπνιση: Υπάρχει κάτι που σε κάνει να δακρύζεις σήμερα; Και δεν εννοώ από λύπη.
Συγκινούμαι όταν ακούω κάποια τραγούδια. Και βουρκώνω. Ένα απ’ αυτά είναι «Η αυλή» του Μίκη και του Μάνου. Ένα άλλο είναι «ΟΆμλετ της Σελήνης» του Θάνου Μικρούτσικου. Και «Η θανάσιμη μοναξιά του Αλέξη Ασλάνη» του Διονύση Σαββόπουλου.
Να υποθέσω, λοιπόν, ότι η διάθεση αυτού του μοιράσματος που είχες όταν έγραφες τα βιβλία σου είναι ένας βασικός λόγος για να τα διαβάσει κανείς; Για να δει κι ο ίδιος ότι μέσα σε αυτό που μοιράζεσαι εσύ υπάρχουν κι άλλοι που μοιράστηκαν κάποια άλλα πράγματα κάποτε; Γιατί ίσως αυτό το μοίρασμα είναι ό,τι μας έχει απομείνει;
Ο βασικός λόγος για να διαβάσει κάποιος τα βιβλία μου είναι για να μάθει κάποιες ιστορίες που ξέρω. Πολλά μας έχουν απομείνει. Και πολλά έχουμε να κάνουμε ακόμη. Και να μοιραστούμε.
κείμενο: diastixo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αλέξανδρος Ψυχούλης: συνέντευξη στη Χαριτίνη Μαλισσόβα

  Χαριτίνη Μαλισσόβα Ο Αλέξανδρος Ψυχούλης γεννήθηκε στον Βόλο το 1966. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με καθ...