Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

Ο ΙΠΠΟΤΗΣ ΠΟΙΗΤΗΣ της Ανθούλας Δανιήλ

Ο ΙΠΠΟΤΗΣ ΠΟΙΗΤΗΣ της Ανθούλας Δανιήλ
Με αφορμή τη βράβευση του Γιώργου Βέη από την Ακαδημία Αθηνών με το Βραβείο Πέτρου Χάρη, για το σύνολο του έργου του.
Ευτυχισμένος που έκανε το ταξίδι του Οδυσσέα, είπε ο Ντι Μπελέ (μτφρ. Γιώργου Σεφέρη), μεταφέροντας στον αναγνώστη του το αίσθημα που εκείνος νόμιζε πως έπρεπε να έχει ο Οδυσσέας του Ομήρου. Γιατί μπορεί ο Όμηρος να έβαλε τον Οδυσσέα να παλέψει με τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες, να κινδυνεύσει από τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, να αποφύγει τις Σειρήνες, από την άλλη όμως του επέτρεψε να τις ακούσει και να ζήσει πλάι στις θεές Κίρκη και Καλυψώ, να κοντοσταθεί στη Ναυσικά και να φτάσει, τέλος, και πάλι στην Πηνελόπη. Πράγμα που σημαίνει πως είχε κατά νου, νομίζω, να τον αναδείξει σε αθλητή μεγάλης αντοχής και στους κινδύνους και στον έρωτα. Ο στόχος του, λοιπόν, δεν ήταν να τον ταλαιπωρήσει αλλά να τον ανυψώσει σε σύμβολο συμπαντικό, ανθρώπου που ξέρει να χρησιμοποιεί το μυαλό του, για να ξεπερνάει τις δυσκολίες, να απολαμβάνει τα καλά και να βγαίνει νικητής. Άρα ευτυχισμένος. Γιατί, όπως λέει ο Τένισον, τι αξία θα είχε να ζει στην Ιθάκη, να κάθεται κοντά στο τζάκι, πλάι στη γριά βασίλισσα, να μοιράζει το δίκιο στους ανίδεους και να λέει παραμύθια στα εγγόνια του; Ο Οδυσσέας ταξίδεψε, γνώρισε, έπαθε, έμαθε και γύρισε πίσω ζωντανός και εδώ συμπυκνώνεται το μήνυμα της Οδύσσειας. Παρόμοια ο Καβάφης και πάρα πολλοί άλλοι είπαν και κατέθεσαν τη δική τους άποψη για το ταξίδι, είτε είναι της ζωής είτε είναι της τέχνης. Να είναι μεγάλο, γεμάτο εμπειρίες και χρόνια πολλά να διαρκέσει. Και ας αφήσουμε την Ιθάκη για το τέλος, στην οποία έτσι κι αλλιώς θα φτάσουμε, όταν έρθει η ώρα της.
Κεντρίζει τα αισθητήριά μας, για να αντιληφθούμε πράγματα που δεν έχουμε υποψιαστεί, μας βγάζει από τον μικρόκοσμό μας, όπου συχνά εγκλωβισμένοι αδυνατούμε να κατανοήσουμε συμπεριφορές και νοοτροπίες άλλων λαών, διαφορετικές από τις δικές μας.
Ο Γιώργος Βέης, απόγονος όλων των προαναφερθέντων, απέδειξε εμπράκτως τη θέση των υπερρεαλιστών ότι η τέχνη και η πραγματικότητα είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Ανήκει στους τυχερούς, γιατί η διπλωματική του καριέρα τού επεφύλαξε πολλά ταξίδια, με συνακόλουθες περιπέτειες, γνώσεις, εμπειρίες. Και επειδή είναι ποιητής, πρέπει να είναι πραγματικά τριπλά ευτυχισμένος, που του δόθηκε η χάρη, το χάρισμα και το χρίσμα.
Με κέντρο εκκίνησης την Ελλάδα, εξακτινώθηκε στα πέρατα του κόσμου. Στο βόρειο και νότιο ημισφαίριο, σε Ανατολή και Δύση, και δεν έμεινε σημείο στο χάρτη που δεν το έχει επισκεφτεί. Μια τέτοια κινητικότητα αποδείχτηκε τροφοδότης, γιατί του επιδαψίλευσε ένα πλουσιότατο κόρπους ταξιδιωτικών εντυπώσεων, οι οποίες όμως δεν είναι μόνο περιγραφές τοπίων και μνημείων, αλλά παρατήρηση και στοχασμός πάνω στα ανθρώπινα δεινά και άλλα, ήθη και έθιμα, εμπειρίες και αισθήματα, ανθρωπολογικές, εν γένει, παρατηρήσεις, συναισθήματα, εντυπώσεις και σκέψεις που πυκνώνουν σε στοχασμούς και λικνίζονται σε στίχους. Και αναφορές στην παγκόσμια λογοτεχνία, σε ονόματα που όλοι σχεδόν ξέρουμε, αλλά και σε άλλα που δεν ξέρουμε. Όπως λέει ο Σεφέρης, ονόματα «πρωτάκουστα».
Με την ταξιδιωτική λογοτεχνία ασχολήθηκαν επιφανείς λογοτέχνες, Έλληνες και ξένοι, με ενδιαφέρουσες σελίδες εμπειριών. Ο Καζαντζάκης, ας πούμε, Ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο ίσως είναι ο μόνος που μπορεί να παραλληλιστεί μαζί του. Αλλά και ο Γεώργιος Βιζυηνός έκανε ένα μακρύ ταξίδι, μεταξύ Νεαπόλεως και Πειραιά. Υπάρχει όμως και ένα ακόμα «μεγαλύτερο» το οποίο έκανε ο Μιχαήλ Μητσάκης, άθλος για την εποχή του να ταξιδέψει και να περιγράψει με κάθε μικρολεπτομέρεια την τεράστια (!) διαδρομή Αθήνα-Γιάννενα. Ε, για Ασίες και Αφρικές τώρα να μιλάμε; αμέ για Ευρώπες και Αμερικές, Αυστραλίες και Μογγολίες;... (με το ύφος του Οδυσσέα Ελύτη που αναπαράγει τον Κωνσταντίνο Καβάφη)[1].
Οι εμπειρίες από τα ταξίδια έγιναν βιβλία. Η πεζογραφική παραγωγή του Βέη συναθροίζεται σε έξι δημοσιευμένους τόμους, εκ των οποίων οι δύο βραβεύτηκαν με Κρατικό Βραβείο (ΑσίαΑσία, 2000 και Από το Τόκιο στο Χαρτούμ, 2010.) Όλα τα πεζά εκδίδονται από τις Εκδόσεις Κέδρος. Το ποιητικό έργο απαρτίζεται από δώδεκα συλλογές, εκ των οποίων οι Λεπτομέρειες κόσμων βραβεύτηκαν με Βραβείο Λογοτεχνίας της Ακαδημίας Αθηνών το 2006, και εκδίδεται από τις Εκδόσεις Ύψιλον. Κέδρος και Ύψιλον μοιράζονται την τιμή να στολίζουν με τέτοιον συγγραφέα και ποιητή τη βιτρίνα τους. Το σύνολο του έργου, πεζό και ποιητικό, έχει παρουσιαστεί από τα έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά. Να προσθέσουμε εδώ και τέσσερις τόμους μεταφράσεων ξένων έργων στα ελληνικά και ακολουθούν, Κύριος οίδεν πόσοι άλλοι. Να μνημονεύσουμε την καθημερινή σχεδόν παρουσία του, με κριτικά και όχι μόνο κείμενα, σε όλα τα περιοδικά, το ότι η φήμη του δεν γνωρίζει σύνορα και οι διεθνείς διακρίσεις είναι πάμπολλες, με τελευταία εκείνη του Grand Commander of the Greek Order of the Phoenix (2012), Ανώτερος Ταξιάρχης του Φοίνικος για τις υπηρεσίες του στο Διπλωματικό Σώμα. Τέλος, εφέτος βραβεύτηκε με το Βραβείο Πέτρου Χάρη από την Ακαδημία Αθηνών για το σύνολο του έργου του.
Ο Βέης στα ταξιδιωτικά του βιβλία δεν μας δίνει πληροφορίες που θα μπορούσαμε να βρούμε σε έναν τουριστικό οδηγό. Αλλά μας μπάζει στο κλίμα και στο ήθος της ξένης γης και των ανθρώπων της, για να δούμε και να στοχαστούμε πόσο μεγάλος και πόσο αλλιώτικος μπορεί να είναι αυτός ο άλλος κόσμος. Κεντρίζει τα αισθητήριά μας, για να αντιληφθούμε πράγματα που δεν έχουμε υποψιαστεί, μας βγάζει από τον μικρόκοσμό μας, όπου συχνά εγκλωβισμένοι αδυνατούμε να κατανοήσουμε συμπεριφορές και νοοτροπίες άλλων λαών, διαφορετικές από τις δικές μας. Επιλέγοντας τόπους σαν σημαδούρες, για την αντιδιαστολή, περνάω από τη μια ήπειρο στην άλλη. Στη μια ήπειρο το Μανχάταν, το υπερ-άστυ, το νησί το άγαν, στην άλλη η Μπανγκόκ, η Κίνα, η Ινδονησία, το μεγαλοπρεπώς φωταγωγημένο και κοσμικό Τόκιο, τα υγρά και πάντοτε ανθοφόρα τοπία της Άπω Ανατολής, οι άριστα αρχιτεκτονημένοι κήποι. Στην τρίτη ήπειρο, η στέγνια, η δίψα, η άμμος, τα αργά βήματα για την οικονομία της υγρασίας του σώματος, τα άγρια έθιμα της ερήμου του Χαρτούμ, αλλά και η ύποπτη υγρασία του Καμερούν. «Στους τροπικούς δεν πήζει εύκολα το αίμα». Πρέπει να προσέχεις μην κοπείς. Ούτε γρατσουνιά, μας προειδοποιεί. Το βλέμμα του συγγραφέα διαπερνά την επιφάνεια για να ανοίξει δρόμο στο πνεύμα του στοχαστή, ώστε να εκμεταλλευτεί το πλήθος των συνεκδοχών, των μεταφορών, των συνδηλώσεων. Είναι «η παπάγια η επιτομή της συμβολικής τάξης»; Τότε το μάνγκο είναι «ο πράσινος γενετήσιος αδένας της χλωρίδας». Ο συγγραφέας ποιητής δεν καταγράφει απλώς ό,τι βλέπει, αλλά υπαινίσσεται πλαγίως και διακριτικά, διπλωματικά, εκείνο που θέλει εμείς να δούμε. Οι γκέισες είναι οι όμορφες νεαρές κοπέλες, κρυμμένες πίσω από τις βεντάλιες, το επιμελημένο μακιγιάζ, την πολύπλοκη αμφίεση που επιμηκύνει το σώμα, όλα με τελετουργικό τρόπο γινωμένα, όμως με πολλά μυστικά κρυμμένα πίσω από τη βιτρίνα: νοοτροπία, βιομηχανία, ανθρώπινη ή απάνθρωπη συνθήκη. Αυτά ο στοχαστής, γιατί ο ποιητής προσέχει να μην απομυθοποιήσει με την αντικειμενική «Ακρίβεια» (Λεπτομέρειες κόσμων), τη σημασία των σημείων που «βλέπει»:
Το άνοιγμα του κιμονό/ τόσο όσο να μη γλιστρήσει/ το γυμνό στο πάτωμα/ να μη γίνει θρύψαλα/ η πανάκριβη στιγμή.
Όταν ο Βέης φτάνει στον Νείλο, παίρνει ένα απόσπασμα από τον Μόμπι Ντικ του Χέρμαν Μέλβιλ: «ναι, όπως ξέρει ο καθένας, περισυλλογή και νερό είναι παντρεμένα για πάντα», λέει ο ήρωας. Και προσθέτει ο Βέης: «Ό,τι νοείται ή συμβαίνει στο πεδίο των ορατών συνιστά υπόθεση νερού... Το νερό αποτελεί το πρώτοκινούν. Είναι η αδιαφιλονίκητη αρχή του γίγνεσθαι, που του αρέσει να καθρεφτίζεται ad infinitum στον ποταμίσιο εαυτό του». Κι ερωτώ: πόσο μακριά είναι η ροή του Νείλου από το ποτάμι του Ηράκλειτου στη σκέψη του Βέη; Πιο πέρα, πλάι στον Νείλο, δύο γκαμήλες θυσιάζονται στα θεμέλια μιας γέφυρας. Παρατίθενται πληροφορίες σχετικές με την επιθανάτια αντίδραση των ζώων και προστίθεται και ανάλογη αντίδραση στα μάτια των ετοιμοθάνατων αλόγων. Διστάζω να μπω στην περιγραφή. Σκέφτομαι μόνο τον στίχο του Ελύτη «μέσα στα μάτια ενός ξεκοιλιασμένου αλόγου, σωρό τα χαλάσματα καπνίζοντας» και βρίσκω πόσο η τέχνη εξωραΐζει τη φρίκη της πραγματικότητας. Ο οικολογικός Βέης στοχάζεται τον Νείλο που «ήτανε κάποτε θεός κι έπειτα γένηκε δρόμος και δωρητής και δικαστής και δέλτα», όπως είπε κι ο Σεφέρης, και σήμερα οι λαοί που ζουν στις όχθες του, τον έκαναν οχετό:
Δεν χρειάζεται να περιμένει κι άλλο/ το κακό είναι πλέον παντού/ έχει μπει στη φωλιά του [...] κάποια στιγμή θα κάνει/ ο κάβουρας δύο τρία βήματα πίσω/ και θα δαγκώσει με όση δύναμη έχει/ ό,τι προλάβει αυτή τη φορά/ κι ας είναι το ίδιο του το πεπρωμένο (Μετάξι στον κήπο, «Περί ετοιμότητος»).
Αν διαβάζω καλά, το μέλλον του ανθρώπου είναι να αυτοκαταστραφεί. Εκτός από τα ποτάμια, είναι και τα βουνά στις προτιμήσεις του. Τα βουνά του Ελύτη ηγεμονικά και υπερήφανα, η γνώμη του Σεφέρη ότι τα βουνά είναι πρόσωπα, ο Νίτσε, ο Οκτάβιο Πας, ο Ματσούο Κινσάκου, που είναι γνωστός ως Μπασό, καθένας με τα δικά του βουνά και ο ίδιος ο Κομφούκιος που ήθελε να τον θεωρούν βουνό. Όλες οι όψεις του ίδιου πράγματος από άλλη σκοπιά ιδωμένες ή από διαφορετική ιδιοσυγκρασία διατυπωμένες, όπως και το όνομα του Μενγκ Τσε σε όλες τις ελληνικές του εκδοχές, ανάλογα με τον μεταφραστή• Μένκιος, Μίγγιος, Μένγκειος, όλους τούς έχει υπόψη του ο Βέης, κανέναν δεν αδικεί η μνήμη του. Τίποτα δεν ξεχνά και τα πάντα είναι εκεί. Η παγκόσμια λογοτεχνία, φιλοσοφία, τέχνη, είναι ανά πάσα στιγμή πρόχειρη, για να μας παραπέμψει, να μας σαγηνεύσει, να μας παρασύρει, να μας δείξει τις πηγές του. Βεβαίως και να μας ξεναγήσει στα μνημεία, να τα περιγράψει με όλες τις λεπτομέρειες, όπως εκείνο το ορθό πλάσμα με σώμα πύθωνα, με τρία λιονταρίσια κεφάλια που βγαίνει από το άνθος ενός υπερμεγέθους λωτού, «διάσημο σύμβολο της ακήρατης, αιώνιας ζωής» στον ναό του τρομερού θεού Απαντεμάκ... και παραλείπω τι άλλο φριχτό γίνεται εκεί. Κάτι παρόμοιο κάνει η θεά Ίσις (Άισις), εγγυήτρια της αιωνιότητας, η οποία «με το δεξί της χέρι κρατά από τα μαλλιά μια ολόκληρη ομάδα αιχμαλώτων» κι ένα λιοντάρι «κατασπαράσσει έναν από αυτούς που μάταια δοκίμασε να ξεφύγει από τη θεϊκή αρπάγη». Πιο κάτω, θα μας πει πως ο ανιψιός του στρατηγού Γκόρντον, για να πάρει εκδίκηση για τον βίαιο θάνατο του θείου του, Τζορτζ Γκόρντον, ξέθαψε τον δεκαέξι χρόνια πεθαμένο Μάχντι, τον αντίπαλό του στην έρημο, για να του κόψει το κεφάλι και να το κάνει τασάκι ο στρατηγός Κίτσενερ. Πόσο μακριά βρίσκεται ο σημερινός Τζιχαντιστής που ποζάρει καμαρωτός, στον φακό των τηλεοπτικών μέσων, ή ο Άγγλος αριστοκράτης από τον Απαντεμάκ ή την Ίσιδα- Άισις; «Η πραγματικότητα είναι προϊόν της πιο μεγαλειώδους φαντασίας» λέει ο Βέης – και της πιο τρομακτικής, θα πρόσθετα, επαληθεύοντας και πάλι το ότι η τέχνη και η πραγματικότητα είναι συγκοινωνούντα δοχεία.
Στην Άπω Ανατολή πάλι. Είναι γνωστό τι έκανε ο Έλγιν στον Παρθενώνα στις αρχές του 19ου αιώνα. Ε! Έναν αιώνα αργότερα ο Αντρέ Μαλρό, το 1923, επανέλαβε το εγχείρημα. Δηλαδή το έγκλημα. Πριόνισε, πελέκησε και απέσπασε επτά γλυπτά από τον ρόδινο ναό, ίδιο Τριανόν του δάσους της Καμπότζης. Και σχολιάζει ο Βέης: «Η ιδέα και μόνο να μετακινήσω ένα φυλλαράκι που αγγίζει τον κατακρεουργημένο αυχένα του πέτρινου Μποτιτσάβα με ακινητοποιεί. Μάλλον συμφωνεί από εκεί που είναι ο τυχοδιώκτης συγγραφέας...», μετά θάνατον όμως.
Φεύγω και με Ν κεφαλαίο, όπως Νοσταλγία, παραπλέω τα ελληνικά νησιά. Ακούω μια παρήγορη υπόσχεση, που έρχεται από τη νησί της Κω:
Θα έρθω πάλι στο Πυλί/ με το πρώτο πλοίο του Ιουλίου
(Μετάξι στον κήπο, «Πυλί, Κως»).
Αυτόν το στίχο ξαναβρίσκω πάλι και πάλι, διαβάζοντας τις κριτικές που έχουν γραφτεί για το ποιητικό έργο του Βέη. Ένας στίχος που αυτονομήθηκε από το συγκείμενό του και ταξιδεύει μόνος, που έχει συγκινήσει κάθε κριτικό, σχολιαστή, μελετητή. Κι ενώ όλοι μελετάμε το ίδιο συγκεκριμένο κείμενο και τα δικά μας κείμενα δεν μοιάζουν μεταξύ τους, στο «Πυλί» έχουμε συναντηθεί όλοι. Μ' αυτόν τον απλό στίχο ο ποιητής άγγιξε την πιο ευαίσθητη χορδή μας. Εκείνη που μας κάνει όλους να νιώσουμε την κοινή καταγωγή μας. Και δεν είναι μόνο το Πυλί αλλά και πολλά άλλα ορόσημα στην ποιητική ελληνική του περιήγηση, δοκάρια που στηρίζουν τη δική μας νοσταλγία. Η γενέτειρα Σάμος και Σαντορίνη, η Αθήνα, η Καλλιθέα και όλη η υπόλοιπη Ελλάδα, τόσο μικρή στο αχανές που του επεφύλαξε η μοίρα να ταξιδέψει, και τόσο μεγάλη, όταν ονοματίζει τόπους και δρόμους της ψυχής. Και πλάι στο «Πυλί» δυο ανέλπιστα ζαφείρια στον Σαρωνικό:
Είναι ο σάπφειρος,/ όχι αυτός που έγινε πέτρα/ στο δαχτυλίδι που φοράς,/ αλλά ο άλλος, ο αγνοημένος/ των δειλινών στο Πέραμα/ και στη Σαλαμίνα, που θέλει/ τώρα να λάμψει σ' αυτή τη σελίδα (Λεπτομέρειες κόσμων, «Σάπφειρος»).
Πατρίδα μου είναι εκεί που είναι το σπίτι μου, εκεί που είναι οι γονείς μου, τα αδέλφια μου, τα παιδιά μου, λέμε συνήθως. Η πατρίδα του Βέη όμως μοιάζει να είναι παντού. Και όπως ο κύκλος των επαγγελματικών ταξιδιών φαίνεται να ολοκληρώνει την τροχιά του, η υπόσχεση «θα έρθω πάλι στο Πυλί» εύχεται την πραγμάτωσή της.
Το έργο είναι ο καθρέφτης της προσωπικότητας και ο Βέης διακρίνεται από φυσική ευγένεια, ειλικρίνεια του αισθήματος, πνευματικότητα, μεγαλοψυχία, τρυφερότητα, προβληματισμό, δορυφορική ματιά. Ο στίχος «Έξω φυσάει δυνατά Οδύσσεια» (Μετάξι στον κήπο, «Υπέρ αποδήμων») φανερώνει πως δεν μένει αδιάφορος στις ορδές των θαλασσοπνιγμένων που καταφθάνουν στα ελληνικά νησιά. Η οδύσσεια είναι αρχαία αλλά και σύγχρονη ελληνική υπόθεση που εκείνοι οι δύο από τη Σμύρνη, ο αρχαίος Όμηρος και ο σύγχρονός μας Σεφέρης, δεν μας αφήνουν να την ξεχάσουμε. Και όπως το ρακούν σερνάμενο
Αφήνει πίσω του σήμερα/ ένα σημάδι στο χώμα/ σαν αποχαιρετισμός / στο νόημα του κόσμου... (Μετάξι στον κήπο, «Μονολεκτικά»), έτσι και ο Βέης αφήνει με το έργο του το δικό του σημάδι, την ελπίδα του κόσμου.
Επειδή κάθε δευτερόλεπτο μετράει/ πρέπει τώρα ν' αρχίσουμε να γράφουμε/ όλο και περισσότερα ποιήματα/ για να καθαρίσουμε το τοπίο... κι επειδή κάθε δευτερόλεπτο μετράει/ πρέπει από τώρα να πάμε στο σχολείο της φαντασίας/ για να σώσουμε ξανά τα όνειρα (Μετάξι στον κήπο, «Η επόμενη μέρα»).
Ο αναγνώστης του Βέη ταξιδεύει, στοχάζεται, αισθάνεται, νιώθει, ανατριχιάζει. Υψώνει τον αυχένα να ακούσει τα πουλιά, σκύβει μαζί με τον ποιητή να αισθανθεί το άρωμα των φυτών και να ακούσει τη χαμηλή φωνή τους. Γιατί η φωνή του ποιητή είναι διακριτική, αφού είναι γνωστό πως «Το σημαντικότερο, το οποίο έχει κάποιος να διατυπώσει, δεν λέγεται πάντα κατά τρόπο μεγαλόφωνο», το είπε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν για τον Προυστ και το γράφει ο Βέης για μας. Εύχομαι, όταν ολοκληρωθεί ο κύκλος των μεγάλων ταξιδιών να τον έχουμε, μαζί με την αισθαντική Κλάρα, στο «Πυλί», με το πρώτο πλοίο της γραμμής, να μας μιλάει γι' αυτά που είδε και γνώρισε και διάβασε και τελειωμό να μην έχουν. http://diastixo.gr/
Σημειώσεις 
[1] Οδυσσέας Ελύτης, Τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας, «Ad libitum» 5: το λοιπόν/ για φως και για γαλάζια πέλαγα τώρα να μιλάμε;/ αμέ για ηλιοτρόπια; Για Ελένες; Κωνσταντίνος Καβάφης, «Στα 200 π.Χ.»: Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΙ ΠΑΜΕ ΠΡΙΜΑ… της Μαρίνας Σωτηροπούλου

  ΚΑΙ ΠΑΜΕ ΠΡΙΜΑ… της Μαρίνας Σωτηροπούλου / Νέο έργο Μια επίκαιρη κωμωδία για την παρακμή της πολιτικής αλλά και της κοινωνίας ΠΡΕΜΙΕΡΑ Σάβ...