- Μαρία Δριμή
Κάθε βιβλίο της βραβευμένης με Νόμπελ Όλγκα Τοκάρτσουκ είναι ένα εκδοτικό γεγονός, κι αυτό δεν οφείλεται μόνο στο αδιαφιλονίκητο κύρος του μέγιστου των λογοτεχνικών βραβείων, αλλά και στο ότι κάθε φορά η συγγραφέας επιλέγει να ασχοληθεί με πολύ διαφορετικά θέματα, πάντα με εμβρίθεια και μεγάλη συγγραφική έρευνα, ώστε κάθε μυθιστόρημά της να έχει τον όγκο των πληροφοριών και την τεκμηρίωση πραγματείας. Μετά τα Βιβλία του Ιακώβ, ενός ογκώδους βιβλίου με θρησκειολογική βάση και μυστικιστική ατμόσφαιρα, έμπλεου φιλοσοφικών στοχασμών (βλ. κριτική εδώ), έρχεται το Εμπούσιον, πρώτο βιβλίο της Τοκάρτσουκ μετά τη βράβευση, το οποίο εκδόθηκε στα πολωνικά το 2022 και κυκλοφόρησε το 2024 στη χώρα μας από τις Εκδόσεις Καστανιώτη, σε μετάφραση Αναστασίας Χατζηγιαννίδη.
Ο τίτλος Εμπούσιον είναι ένα γλωσσικό παιχνίδι της Τοκάρτσουκ, μια επινοημένη λέξη που συνδέει το πλατωνικό «Συμπόσιο» και τον μυθολογικό θηλυκό δαίμονα Έμπουσα, ένα φάντασμα που έστελνε η Εκάτη ως προάγγελο δυστυχίας, προκαλώντας τρόμο σε θεούς και ανθρώπους. Στον υπότιτλο του βιβλίου η συγγραφέας περιγράφει το έργο της ως κλιματοθεραπευτικό θρίλερ: πρόκειται για την ιστορία του Μιετσίσλαβ Βόινιτς, νεαρού φοιτητή μηχανολογίας από τη Λεόπολη, φυματικού, ο οποίος φτάνει στην ορεινή πόλη Γκέρμπερσντορφ της Σιλεσίας για θεραπεία στο σανατόριο της περιοχής. Επειδή η διαμονή στο σανατόριο είναι οικονομικά δυσβάσταχτη για τον νεαρό φοιτητή, αυτός αναγκάζεται να μείνει στη γειτονική «Πανσιόν για Κυρίους» και επισκέπτεται το σανατόριο για τις θεραπείες του. Η καθημερινότητα στο σανατόριο δείχνει ήρεμη και ρουτινιάρικη, όμως, λίγο πιο πέρα, το πυκνό δάσος κουβαλάει τα δικά του σκοτεινά μυστικά: τις επελάσεις των καρβουνιάρηδων με τα μαύρα πρόσωπα που χορταίνουν τον πόθο τους πάνω σε ξύλινες κούκλες, τις Τούντσι, καθώς και μυστηριώδεις φόνους ανδρών, που συμβαίνουν πάντα το φθινόπωρο στην καθολική γιορτή του Αγίου Μαρτίνου.
Τα δύο συστατικά του τίτλου πραγματώνονται αποτελεσματικά στο βιβλίο: η συνύπαρξη των άρρωστων ανδρών στο σανατόριο θυμίζει ένα διαρκές συμπόσιο, καθώς ανοίγονται πρόθυμα σε μακροσκελείς φιλοσοφικές συζητήσεις για τα ανθρώπινα, την ουσία της ύπαρξης, τις ιστορικές αλλαγές, το παρελθόν και το μέλλον. Η Έμπουσα, το ζωόμορφο τέρας που, σύμφωνα με κάποιους μύθους, τρεφόταν με ανθρώπινες σάρκες, αντιπροσωπεύεται με το κομμάτι της πλοκής που έχει στοιχεία θρίλερ: τους διαδοχικούς φόνους ανδρών μέσα στο δάσος που περιβάλλει το Γκέρμπερσντορφ και την απειλή για τη ζωή του ίδιου του Βόινιτς.
Μέχρι τώρα έχουν γραφτεί πολλά κριτικά άρθρα και άρθρα παρουσίασης για το Εμπούσιον. Έχει συζητηθεί εκτενώς και με αντικρουόμενες θέσεις η όποια σύνδεση και αναφορά στο Μαγικό βουνό του Τόμας Μαν. Έχει υπογραμμιστεί η απουσία γυναικείων χαρακτήρων και ο αρνητικός σχολιασμός της γυναικείας υπόστασης από τους άνδρες ήρωες, με σεξιστικά σχόλια που έχει μεταγράψει η συγγραφέας από φράσεις και αποφθέγματα σημαντικών ανθρώπων του πνεύματος, όπως αναφέρει η ίδια σε σημείωμα στο τέλος του βιβλίου. Ο αναγνώστης θα βρει μεταξύ άλλων τον Δαρβίνο, τον Σαρτρ, του Πλάτωνα, τον Νίτσε, τον Βάγκνερ, τον Φρόιντ, τον Σαίξπηρ και άλλους μεγάλους. Μέσα από όλες αυτές τις λιγότερο ή περισσότερο υπερβολικές προκαταλήψεις και τους αφορισμούς, η Τοκάρτσουκ υψώνει έμμεσα μια φεμινιστική κραυγή, καθώς ο επαρκής αναγνώστης του παρόντος δυσανασχετεί με τη δαιμονοποίηση της ίδιας της θηλυκότητας, όντας κοινωνός σε μια εποχή συμπερίληψης και αποδοχής ακόμα και ακραίων εκδοχών διαφορετικότητας.
Eίναι ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα που ανοίγει μονοπάτια για παράλληλες αναγνώσεις και, το κυριότερο, είναι το ίδιο ένα απολαυστικό ανάγνωσμα με αξιομνημόνευτους χαρακτήρες.
Στη δική μου ανάγνωση του Εμπούσιον σημαντική θέση έχει και μια άλλη πτυχή του κεντρικού ήρωα Μιετσίσλαβ Βόινιτς, που σκιαγραφείται από τη συγγραφέα υπόκωφα, σχεδόν ψιθυριστά, με διάσπαρτες πινελιές ανάμεσα στα χωρία των φιλοσοφικών συζητήσεων και στις μοναχικές σκέψεις του. Το βασικό αυτό χαρακτηριστικό του Βόινιτς δεν κατονομάζεται ποτέ ξεκάθαρα και με ακρίβεια, παρόλο που είναι το καλά κρυμμένο του μυστικό και ίσως μια πηγή αυτοανατροφοδοτούμενου ψυχικού τραύματος: ο Βόινιτς είναι διαφορετικός, δεν είναι φυσιολογικός άνδρας, φέρει κάποια εμφανή ανατομική ανωμαλία των γεννητικών οργάνων, ίσως είναι ερμαφρόδιτος, αν και αυτό δεν αναφέρεται πουθενά στο κείμενο.
Η πρώτη μνεία για την ιδιαιτερότητά του γίνεται στην αρχή του βιβλίου (σελ. 32), όταν ο Βόινιτς υποβάλλεται στην αρχική κλινική εξέταση από τον γιατρό στο κουρχάους. Ο ήρωας καταλαμβάνεται από πραγματικό πανικό στην ιδέα ότι θα πρέπει να εμφανιστεί ολόγυμνος στον γιατρό, αποκαλύπτοντας την «επονείδιστη ατέλεια». Ευτυχώς, το ενδιαφέρον του γιατρού εξαντλείται στο πάνω μέρος του σώματος, όπου εντοπίζονται οι συνήθεις εκδηλώσεις της φυματίωσης, και σταματά μόνο για λίγο με ενδιαφέρον στις διογκωμένες θηλές των μαστών του Βόινιτς.
Κατά την παραμονή του στο Γκέρμπερσντορφ, ο Βόινιτς καταφέρνει να κρατήσει καλά φυλαγμένο το μυστικό του. Ακολουθεί επιμελώς το θεραπευτικό πρόγραμμα με τα εμπειρικά πρωτόκολλα της εποχής και ταυτόχρονα εγκλιματίζεται κι ενσωματώνεται στην κοινωνία του σανατορίου λαμβάνοντας μέρος στις συζητήσεις, τις εκδρομές και τις λοιπές εκδηλώσεις.
Υπάρχει ένα γεγονός που τον συνταράζει: η αυτοχειρία της γυναίκας του σπιτονοικοκύρη του στην πανσιόν. Ο Βόινιτς αντικρίζει το πτώμα της γυναίκας ακουμπισμένο πάνω στο τραπέζι όπου γευμάτιζαν καθημερινά. «[...] δεν είχε δει ποτέ του καμιά γυναίκα από τόσο κοντά και τόσο ακίνητη· πάντα τον προσπερνούσαν, ήταν σε κίνηση». Αυτό το νεκρό γυναικείο σώμα με τις άχρηστες πια ενδυματολογικές λεπτομέρειες, τα μαύρα δετά σκαρπίνια με την ξεφτισμένη δαντέλα στο τελείωμα, την επιμελώς φορεμένη ριγέ φούστα, το μαύρο σακάκι με τα στρογγυλά κουμπιά, μοιάζει να τον καταδιώκει, διεισδύει και εγκαθίσταται στο κέντρο της δικής του ύπαρξης, σαν ένα είδος μετενσάρκωσης, και από καιρό σε καιρό αναδύεται και τον στοιχειώνει. Η άγνωστη αυτόχειρας ξεσηκώνει μέσα του αναμνήσεις από τις γυναίκες που σημάδεψαν τη ζωή του. Η πιο σημαντική ήταν η Γκλιτσέρια, η τροφός του, που τον παραχάιδευε προσπαθώντας να αντισταθμίσει κάπως την έλλειψη της μητέρας του. Ο Βόινιτς αρχίζει να επισκέπτεται τακτικά το υπνοδωμάτιο της εκλιπούσας, περιεργαζόμενος τα ρούχα και τα υπόλοιπα αντικείμενά της. Η παραμονή εκεί μέσα τού γίνεται κανονική εμμονή, λες και το δωμάτιο, εκτός από τα ίχνη της πεθαμένης, φιλοξενεί και ένα δικό του κομμάτι, αυτό που προσπαθεί επιμελώς να κρύψει κάτω από το προσωπείο του ευγενικού συγκατοίκου και πειθαρχικού ασθενούς. Το τέλος του βιβλίου, το οποίο φυσικά δεν θα αποκαλύψω εδώ, απαρτιώνει με τρόπο αριστοτεχνικό όλη αυτή την υποφώσκουσα εσωτερική περιπέτεια του Βόινιτς.
Όπως και στα προηγούμενα βιβλία της, έτσι κι εδώ η Τοκάρτσουκ έχει στήσει ένα μυθιστόρημα με πυκνή αφήγηση που βρίθει συμβόλων και αναφορών. Ερευνά τα πιο μύχια ανθρώπινα ένστικτα, όπως αυτά μετουσιώνονται σε τελετουργικά γεμάτα βία και θανατικό. Προσεγγίζει τις διαφορές των δύο φύλων, εκθέτει τις ανδρικές προκαταλήψεις και δοξασίες για το δαιμόνιο πλάσμα που λέγεται γυναίκα και αποδίδει στους άνδρες έλλειμμα ψυχικής δύναμης, τους δείχνει λιπόψυχους και ευκολόπιστους. Το Εμπούσιον είναι ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα που ανοίγει μονοπάτια για παράλληλες αναγνώσεις και, το κυριότερο, είναι το ίδιο ένα απολαυστικό ανάγνωσμα με αξιομνημόνευτους χαρακτήρες, μελλοθάνατους άνδρες σε μια αναδίφηση της ανθρώπινης φύσης πάνω στις καταπράσινες πλαγιές των Άλπεων.
Εμπούσιον
Όλγκα Τοκάρτσουκ
μετάφραση: Αναστασία Χατζηγιαννίδη
Εκδόσεις Καστανιώτη
352 σελ.
ISBN 978-960-037-340-0
Τιμή €18,00
Μαρία Δριμή ιατρός εντατικολόγος και ασχολείται με την πεζογραφία και το θέατρο
https://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/24162-olga-tokartsou-empousion
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου