- Στέργιος Βράτολης
Το πρώτο πράγμα που προσέχει κανείς στο εξαιρετικό βιβλίο του Enric Sala H φύση της Φύσης είναι το εντυπωσιακό εξώφυλλο. Τροπικά φυτά, πεταλούδες, πουλιά και θαλάσσια είδη μπλέκονται σε ένα μωσαϊκό που αποθεώνει τη βιοποικιλότητα. Παρουσιάζεται δηλαδή η πολυπλοκότητα και η ομορφιά των ώριμων οικοσυστημάτων. Αντίθετα, η ανάπτυξη που επιδιώκει ο άνθρωπος προωθεί τη μονοκαλλιέργεια και οδηγεί σε υποβάθμιση το έδαφος και τα οικοσυστήματα, υποβιβάζοντας την ποιότητα ζωής.
Στα πρώτα πέντε κεφάλαια του βιβλίου, ο συγγραφέας μάς εισάγει στην επιστήμη της περιβαλλοντολογίας. Μαθαίνουμε για τον τρόπο που τα είδη ανταγωνίζονται μεταξύ τους αλλά και το πώς μπορούν να εξαλείψουν το ένα το άλλο σε έναν κόσμο με περιορισμένους πόρους. Ξεδιπλώνονται μπροστά μας τα πρώτα πειράματα σε δοκιμαστικούς σωλήνες για τη δημιουργία μικρόκοσμων με στόχο τη μελέτη και τη μοντελοποίηση των οικοσυστημάτων. Κατόπιν, αναπτύσσεται η έννοια της «οικολογικής διαδοχής»: Καθώς το οικοσύστημα ωριμάζει, ο αριθμός των ειδών σε μια συγκεκριμένη περιοχή αυξάνεται, καθώς και η βιομάζα τους. Μαθαίνουμε για την ύπαρξη ορίων ανάμεσα στα οικοσυστήματα και για το πώς τα πιο ώριμα οικοσυστήματα εκμεταλλεύονται την ενέργεια που παράγουν τα λιγότερο ώριμα.
Στο έκτο κεφάλαιο ο συγγραφέας αναλύει την επίδραση των θηρευτών στο οικοσύστημα: Στην έρευνα της διδακτορικής του διατριβής διαπίστωσε ότι στις θαλάσσιες περιοχές όπου απαγορευόταν η αλιεία, τα ψάρια ήταν άφθονα και η οικολογική κοινότητα άκμαζε. Τα πάντα βρίσκονταν εκεί, ψάρια μεγάλα και μικρά, φύκη και όλα τα μικρότερα είδη που ευδοκιμούν στο οικοσύστημα, ακόμη και αχινοί, αν και ελάχιστοι. Στις περιοχές όπου τα ψάρια είχαν μειωθεί λόγω της αλιείας, οι αχινοί είχαν πολλαπλασιαστεί, υπερβόσκοντας το δάσος των φυκών και αφήνοντας έναν έρημο βυθό. Συμπέρασμα: Αν θέλουμε έναν κόσμο ποικίλο και πλούσιο, πρέπει να διατηρήσουμε τους θηρευτές στη θέση τους.
Στο έβδομο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι συνεργατικές σχέσεις που αναπτύσσονται στη βιόσφαιρα και οι διασυνδέσεις ανάμεσα στα οικοσυστήματα. Αναλύεται η υποβάθμιση του εδάφους που προκαλείται από τη βιομηχανική γεωργία μέσω λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων. Η αλλαγή των πρακτικών αυτών θα μπορούσε να αποκαταστήσει την εδαφόβια ζωή –μύκητες, βακτήρια, ασπόνδυλα– και να δεσμεύσει το μεγαλύτερο μέρος της περίσσειας διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.
Στο όγδοο κεφάλαιο αναλύεται η διαφορά ανάμεσα στον άνθρωπο, τον μοναδικό υπερθεμελιώδη θηρευτή, και τα υπόλοιπα ζώα. Στα μη ανθρωπογενή συστήματα, τα πάντα επαναχρησιμοποιούνται ή αλλάζουν χρήση. Στα ανθρωπογενή παράγονται τεράστιες ποσότητες απορριμμάτων. Ο άνθρωπος επίσης είναι το μοναδικό είδος που χρησιμοποιεί ενέργεια από το παρελθόν (ορυκτά καύσιμα) για να οικοδομήσει τεχνητά οικοσυστήματα που χρησιμοποιούν περισσότερη ενέργεια από όση παράγουν.
Όταν οι ανθρώπινες δραστηριότητες μειώνουν τη βιοποικιλότητα, μειώνουν τη δυνατότητα των ωκεανών να παρέχουν οφέλη στον άνθρωπο.
Στο ένατο κεφάλαιο αναπτύσσεται το γιατί η βιοποικιλότητα είναι σημαντική για τον άνθρωπο. Σύμφωνα με έρευνες, τα οικοσυστήματα με αυξημένη βιοποικιλότητα λειτουργούν πιο αποδοτικά και αποτελεσματικά. Όσο περισσότερη βιοποικιλότητα, τόσο περισσότερα οφέλη προσφέρει ένα θαλάσσιο οικοσύστημα σε εμάς: καλύτερη και πιο ανθεκτική αλιεία, προστασία από πλημμύρες, καθαρότερα παράκτια νερά, λιγότερα περιστατικά ασθενειών κτλ. Επομένως, όταν οι ανθρώπινες δραστηριότητες μειώνουν τη βιοποικιλότητα, μειώνουν τη δυνατότητα των ωκεανών να παρέχουν οφέλη στον άνθρωπο.
Στο δέκατο κεφάλαιο αναλύεται το πώς μπορούμε να ανακτήσουμε τη βιοποικιλότητα των οικοσυστημάτων με το παράδειγμα των προστατευμένων περιοχών. Επιστημονικές μελέτες συνιστούν να διαφυλάξουμε το ήμισυ του πλανήτη –ξηρά και θάλασσα– για να διατηρήσουμε τη βιοποικιλότητα και να διασφαλίσουμε όλα τα οφέλη της φύσης από τα οποία εξαρτιόμαστε. Σε αυτό συμπεριλαμβάνεται και η δέσμευση άνθρακα. Χωρίς αυτό το επίπεδο προστασίας, είναι αδύνατο να επιτευχθεί ο στόχος που είχε τεθεί το 2015 στο Παρίσι για την κλιματική αλλαγή.
Στο ενδέκατο κεφάλαιο αναλύεται η επαναφορά των προστατευόμενων περιοχών στη φυσική κατάσταση, που μπορεί να μας παρέχει ασφάλεια από πλημμύρες, φιλτράρισμα του νερού, καθαρό αέρα και φυσικά γόνιμο έδαφος. Επίσης, αν η γεωργία, που βασίζεται στη μονοκαλλιέργεια, στρεφόταν σε πρακτικές αναγέννησης που βοηθούν στην αναδόμηση του εδάφους, η αλλαγή θα δημιουργούσε νέες μεγάλες αποθήκες άνθρακα, μειώνοντας την παγκόσμια θέρμανση.
Στα τελευταία κεφάλαια του βιβλίου δίνονται οικονομικά επιχειρήματα υπέρ των προστατευόμενων περιοχών, π.χ. η αύξηση των αλιευμάτων γύρω από θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές. Κατόπιν, παρουσιάζονται τα οικονομικά οφέλη που παρέχουν τα οικοσυστήματα στον άνθρωπο και δίνεται το παράδειγμα των μαγκρόβιων δασών στην Ταϊλάνδη, που καταστρέφονται για τη δημιουργία γαριδοτροφείων. Τα μαγκρόβια δάση δεσμεύουν δέκα φορές περισσότερο άνθρακα από τα τροπικά δάση και παρέχουν προστασία από τα θαλάσσια κύματα κατά την περίοδο των τροπικών κυκλώνων. Η προστασία και η επαναφορά τους μπορεί να έχει πολλαπλάσια οικονομική αξία σε σχέση με τη μετατροπή τους σε γαριδοτροφεία. Εδώ βέβαια ο συγγραφέας δε λαμβάνει υπόψη του ότι το οικονομικό όφελος των μαγκρόβιων δασών καταλήγει σε ψαράδες και συνολικά στους κατοίκους της περιοχής, ενώ τα κέρδη από ένα γαριδοτροφείο καταλήγουν στο μεγαλύτερο ποσοστό σε έναν επιχειρηματία.
Αν το ένα τρίτο της επιφάνειας του πλανήτη ανήκε σε ένα σύστημα καλά διαχειριζόμενων προστατευόμενων περιοχών, το κόστος προστασίας θα ήταν το ένα πέμπτο από τα οικονομικά οφέλη που θα προέκυπταν. Όσο για το αν υπάρχουν τα χρήματα για να δημιουργήσουμε το δίκτυο των προστατευόμενων περιοχών, η απάντηση είναι ότι υπάρχουν, αλλά υποστηρίζουν τις ίδιες τις δραστηριότητες που καταστρέφουν το σύστημα υποστήριξης της ανθρώπινης ζωής.
Ο συγγραφέας και η ομάδα του, το 2018, στο πλαίσιο της National Geographic Society, αποφάσισαν ότι για να ιεραρχήσουν ποιες περιοχές του ωκεανού χρειάζονται προστασία, έπρεπε να αναπτύξουν ένα πλαίσιο με πολλαπλούς στόχους: όχι μόνο τη διατήρηση της βιοποικιλότητας των ωκεανών, αλλά και την παροχή τροφής για τον αυξανόμενο ανθρώπινο πληθυσμό και τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Τα αποτελέσματα της έρευνάς τους έδειξαν ότι προστατεύοντας στρατηγικά το 35% του ωκεανού, θα μπορούσαμε να διατηρήσουμε τα δύο τρίτα όλων των πιθανών οφελών από τη βιοποικιλότητα, αυξάνοντας παράλληλα τα αλιεύματα παγκοσμίως κατά 9 εκατομμύρια μετρικούς τόνους. Η προστασία του 35% του ωκεανού θα εξαλείψει επίσης το 28% των εκπομπών άνθρακα λόγω της αλιείας με τράτες βυθού από το ίζημα του πυθμένα. Εν κατακλείδι, τα μακροπρόθεσμα οφέλη από την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων οικοσυστημάτων και την προστασία της άγριας φύσης που έχει απομείνει στον πλανήτη μας υπερβαίνουν κατά πολύ τα βραχυπρόθεσμα οφέλη από τη σημερινή κατάσταση. Στο βιβλίο αναφέρεται χαρακτηριστικά:
Ναι, μερικοί θα πουν ότι αυτά είναι πολύ ακριβά, ότι δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε αυτές τις αλλαγές οικονομικά. Αυτό είναι σαν να λέμε ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια να διασώσουμε τους εαυτούς μας. Είναι παράλογο ακόμη και να αναρωτιέται κανείς αν πρέπει να τις πραγματοποιήσουμε ή όχι – εκτός αν είναι ένας από αυτούς που προσπαθούν να βγάλουν όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα στο καζίνο του Τιτανικού, αφού χτυπήσει το παγόβουνο.
Στον επίλογο γίνεται αναφορά στον ιό COVID-19 και στα μέτρα προφύλαξης που πρέπει να ακολουθήσουμε για να μη μεταδοθεί ξανά ιός από άγρια είδη (νυχτερίδες, τρωκτικά, πρωτεύοντα θηλαστικά είναι τα είδη με τους περισσότερους ζωονοσογόνους ιούς) στον άνθρωπο. Η βιοποικιλότητα προκαλεί αραίωση του ιικού φορτίου που αναδύεται από τα είδη αυτά και είναι το καλύτερο αντιικό μας. Ταυτόχρονα, πρέπει να βελτιωθούν οι οικονομικές συνθήκες για τους ανθρώπους, ώστε να μη χρειάζεται να αποψιλώνουν τα δάση για να επιβιώσουν μέσω της βιοποριστικής γεωργίας. Το κόστος ενός συστήματος προστατευόμενων περιοχών που θα κάλυπτε το 30% του πλανήτη είναι πολύ μικρότερο από τις απώλειες που προκάλεσε στην παγκόσμια οικονομία η πανδημία SARS-COV2. Η πρόληψη μέσω επένδυσης στη φύση είναι μια ασφαλής, φθηνή και έξυπνη λύση, προκειμένου να προφυλαχθούμε από την επόμενη πανδημία.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα, στόχος μας πρέπει να είναι η σταθερότητα και η ανθεκτικότητα αντί για την απεριόριστη ανάπτυξη. Προτείνεται, επομένως, ένα διαφορετικό οικονομικό μοντέλο, που δε βασίζεται στην αλόγιστη εκμετάλλευση του πλανήτη, αλλά στη διαχείριση και διατήρηση του φυσικού κόσμου και της βιοποικιλότητας. Αυτό θα οδηγήσει σε βελτίωση της ποιότητας ζωής μας μέσω της καλύτερης σχέσης ανθρώπου-φύσης, θα δεσμεύσει μεγάλο μέρος της περίσσειας άνθρακα στην ατμόσφαιρα και θα μετριάσει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
[Ο Στέργιος Βράτολης είναι χημικός μηχανικός, διδάκτωρ Ατμοσφαιρικών Επιστημών. Εργάζεται στο ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος».]
H φύση της Φύσης
Γιατί χρειαζόμαστε την άγρια φύση
Enric Sala
Εισαγωγή: Ε. Ο. Wilson
Μετάφραση – Επιστημονική επιμέλεια: Παναγιώτης Δημητρακόπουλος – Γιώργος Κόκκορης
Εκδόσεις Ροπή
304 σελ.
ISBN 978-618-5289-97-3
Τιμή €22,26
https://diastixo.gr/kritikes/meletesdokimia/23818-enric-sala-fush
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου