Ο Έριχ Φρομ (1900-1980), Εβραίος που γεννήθηκε στη Φρανκφούρτη (ένας παππούς και δυο προπάπποι του υπήρξαν ραβίνοι κι ένας θείος του ήταν μελετητής και οπαδός του Ταλμούδ), εγκατέλειψε τη Γερμανία το 1934, όταν άρχισαν οι διωγμοί του ναζιστικού καθεστώτος που οδήγησαν στη δημιουργία των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες, πήρε την αμερικανική υπηκοότητα και δίδαξε σε πολλά πανεπιστήμια και κολέγια. Σημαντική μορφή της ψυχολογίας κατά τον 20ό αιώνα, ο Φρομ προσπάθησε να διαμορφώσει ένα καινούργιο σύστημα ψυχανάλυσης που να ανταποκρίνεται στα προβλήματα της σύγχρονης ζωής, πιο ρεαλιστικό από εκείνο του Ζίγκμουντ Φρόιντ. Θαυμαστής του Μαρξ, πίστευε πως οικονομικοί και κοινωνικοί παράγοντες και όχι οι έμφυτες ορμές επιδρούν καταλυτικά στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Έγραψε αρκετά βιβλία, πολλά από τα οποία γνώρισαν επιτυχία ανά τον κόσμο. Στο βιβλίο Ο φόβος μπροστά στην ελευθερία (1941), υποστήριξε πως ο σύγχρονος άνθρωπος, γεμάτος φόβο απέναντι στην ελευθερία, καταφεύγει μόνος του στον αυταρχισμό, στον κομφορμισμό και ενδεχομένως στην καταστροφή.
Αποκλίνοντας από τη φροϊδική θεωρία, ο Φρομ πίστευε πως οι νευρώσεις αποτελούν το ηθικό πρόβλημα μιας καταπιεστικής κοινωνίας. Βαθιά συγκλονισμένος από τις καταστροφές που επέφεραν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, τη δεκαετία του 1950 καταδίκασε τον παραλογισμό των εξοπλισμών και μίλησε για τη μελλοντική πιθανότητα να μετατραπούν οι άνθρωποι σε ρομπότ.
Για τον έρωτα ο Φρομ δεν διατυπώνει ευχάριστους χαρακτηρισμούς. Εκτιμά ότι δεν υπάρχει σχεδόν καμιά άλλη δράση, κανένα άλλο τόλμημα, που να αρχίζει με τόσο μεγάλες ελπίδες κι όμως να αποτυγχάνει τόσο συχνά όσο ο έρωτας. Ενώ υπογραμμίζει πως το σεξ παίζει σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη ευτυχία, πιστεύει πως το σεξ χωρίς αγάπη δεν κατορθώνει παρά μόνο στιγμιαία να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα σε δύο ανθρώπινες υπάρξεις.
Το 1956 εκδόθηκε το βιβλίο του Η τέχνη της αγάπης, το οποίο άντεξε στον χρόνο, έγινε μπεστ σέλερ και τη δεκαετία του 1960 αγκαλιάστηκε από τη ριζοσπαστική νεολαία των πανεπιστημίων, των αμερικανικών και στη συνέχεια των ευρωπαϊκών. Ήταν η εποχή του βρόμικου πολέμου στο Βιετνάμ, όταν οι φοιτητές στις ΗΠΑ και στον κόσμο πολιτικοποιήθηκαν πρόωρα και άλλαξαν βαθμιαία τη μέχρι τότε συντηρητική κοινωνία, τη γεμάτη ταμπού και προλήψεις. Έκτοτε, το βιβλίο μεταφράστηκε σε τριάντα τέσσερις γλώσσες και έχει πουλήσει πάνω από πέντε εκατομμύρια αντίτυπα μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στον πρόλογό του ο Πίτερ Κράμερ γράφει πως το βιβλίο παρηγορεί και συναρπάζει, καθώς ο Φρομ διατυπώνει ποιητικά το αξίωμά του για την αγάπη: «Χωρίς την αγάπη, η ανθρωπότητα δεν θα μπορούσε να υπάρξει ούτε μια μέρα». Διότι για τον Φρομ, ακόμα και η ερωτική αγάπη, η οποία φαινομενικά αποκλείει από τον στενό δεσμό των δύο αγαπημένων όλους τους άλλους, στην πραγματικότητα «στο πρόσωπο του άλλου ανθρώπου αγαπά ολόκληρη την ανθρωπότητα και όλα όσα είναι ζωντανά».
Για τον έρωτα ο Φρομ δεν διατυπώνει ευχάριστους χαρακτηρισμούς. Εκτιμά ότι δεν υπάρχει σχεδόν καμιά άλλη δράση, κανένα άλλο τόλμημα, που να αρχίζει με τόσο μεγάλες ελπίδες κι όμως να αποτυγχάνει τόσο συχνά όσο ο έρωτας. Ενώ υπογραμμίζει πως το σεξ παίζει σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη ευτυχία, πιστεύει πως το σεξ χωρίς αγάπη δεν κατορθώνει παρά μόνο στιγμιαία να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα σε δύο ανθρώπινες υπάρξεις.
Ασκώντας κριτική στον Φρόιντ, ο οποίος υποστήριζε πως η αγάπη είναι η εξιδανίκευση του σεξουαλικού ενστίκτου, ο Φρομ θεωρεί ότι, αντιθέτως, η σεξουαλική επιθυμία είναι μια από τις εκφάνσεις της ανάγκης για αγάπη και για ένωση μεταξύ δύο ανθρώπων. Η σεξουαλική επιθυμία, προσθέτει, στοχεύει στην ένωση και σε καμιά περίπτωση δεν αποσκοπεί στην ανακούφιση από μία οδυνηρή σωματική ένταση. Αν ήταν έτσι, τονίζει, ο αυνανισμός θα ήταν η ιδεώδης σεξουαλική ικανοποίηση.
Γνωρίζοντας τις δυσκολίες που παρουσιάζει η προσπάθεια ανεύρεσης της αγάπης (αφού οι κοινωνικές συνθήκες ευνοούν την απουσία της), ο Φρομ τελειώνει το βιβλίο του ως εξής: «Το να έχουμε πίστη στη δυνατότητα της αγάπης ως κοινωνικό, και όχι μόνο εξατομικευμένο και σπάνιο φαινόμενο, ισοδυναμεί με μια ορθολογική πίστη θεμελιωμένη στη βαθιά γνώση της ίδιας της ανθρώπινης φύσης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου