- Θεόδωρος Π. Ζαφειρίου
Αν και η μετωνυμία αρκεί. (Με μια μαρτυρία για του λόγου το αληθές.) Διότι αποδίδει στον σπουδαιότερο ποδοσφαιριστή του ελληνικού ποδοσφαίρου τον επιτελικό βαθμό που του αξίζει, ενός αρχηγού στρατεύματος. Έστω και στο πεδίο μιας αναίμακτης μάχης. Με μία ακόμη διαφορά από την πραγματική. Ο στρατηγός αυτός δεν ανήκει απλώς στην ιστορία, αλλά μνημονεύεται ακόμα σαν εν ενεργεία παίκτης, αφού συγκρίνεται με τους σημερινούς άσους, ήδη και από την τρίτη γενιά φιλάθλων και οπαδών. Χωρίς μάλιστα να τον έχουν γνωρίσει στον αγωνιστικό χώρο, αλλά στις θολές εικόνες των μαγνητοσκοπημένων στιγμιοτύπων.
Εγώ ανήκω στους τυχερούς της πρώτης γενιάς. Και όχι μόνο κατά τα ενενηντάλεπτα των αγώνων, αλλά και στη διάρκεια προπονήσεων. Μαθητής του 10ου εξατάξιου τότε γυμνασίου αρρένων (1964-1970), δίπλα στο γήπεδο της λεωφόρου, είχα την τύχη, μαζί με πολλούς συμμαθητές μου, να παρακολουθώ από κοντά την προετοιμασία των παικτών του Παναθηναϊκού, όταν συνέπιπτε με το σχόλασμα. Παρών εκεί πάντα ο Μίμης Δομάζος. Στον επί χάρτου σχεδιασμό της στρατηγικής με τον προπονητή. Κι έπειτα, στην επί του χλοοτάπητος εφαρμογή του σχεδίου κατ’ αρχάς στο «οικογενειακό» ματς υπό τις οδηγίες του στρατηγού.
Είναι γνωστό ότι η νοσταλγία του παρελθόντος το ωραιοποιεί. Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι τους αγώνες τότε παρακολουθούσαν οι οπαδοί και των δύο ομάδων, εννοείται και στην έδρα της αντιπάλου, ο φανατισμός, που συχνά κατέληγε στο ξύλο, υπήρξε ανέκαθεν το εκ των ων ουκ άνευ στοιχείο σχεδόν κάθε παιχνιδιού. Και μεταξύ οπαδών και μεταξύ παικτών. Η αυστηρότητα και ο συντηρητισμός του σχολείου, από την άλλη πλευρά, απαντούσε στους ατίθασους έφηβους, που εκτονώνονταν στα γήπεδα και διασκέδαζαν στα «ποδοσφαιράκια», με απαγορεύσεις και… αθλητικό κούρεμα! Με τη ρετσινιά του αλήτη στόλιζαν και τα παιδιά που αλώνιζαν στις αλάνες, παιδιά του κολεγίου συγκρινόμενα με τους σημερινούς χουλιγκάνους.
Σαν σκάκι έπαιζε μπάλα.
Ο Δομάζος, που ξεκίνησε επίσης από τις αλάνες των Αμπελοκήπων, ξεχώρισε από τότε. Με υγιεινό τρόπο ζωής, εξαντλούσε το πάθος του στο (ημι)ερασιτεχνικό ακόμα ποδόσφαιρο, στο οποίο κυριαρχούσε η ελληνικότητα και μετρούσε η φανέλα των παικτών και όχι η σημερινή επαγγελματική τους ιδιότητα και η κερδοσκοπική δραστηριότητα παραγόντων και ατζέντηδων. Ο Δομάζος επέμεινε στην παλιά νοοτροπία και αργότερα ως επαγγελματίας, μέχρι τα σαράντα του. Και συνέχισε διδάσκοντας το άθλημα του ποδοσφαίρου στα παιδιά των ακαδημιών του το ίδιο ακμαίος μέχρι τη μεγάλη ηλικία όπου έφθασε. Το δίδαγμα βέβαια της καριέρας αυτού του ταλαντούχου ποδοσφαιριστή είναι η εκ του αποτελέσματος ανατροπή της βεβαιότητας αρκετών μορφωμένων ανθρώπων της κοινωνίας εκείνης, όταν με πλήρως απαξιωτικό τρόπο παρουσίαζαν στα παιδιά τους τον «κάθε Δομάζο» ως παράδειγμα προς αποφυγή.
Ο ίδιος αφηγήθηκε σε συνέντευξή του τι συμβούλεψε καθηγητής του στην τεχνική σχολή, όπου φοιτούσε, τη βιοπαλαίστρια μάνα του: «Κυρά μου, πάρ’ το παιδί σου απ’ το σχολείο. Δεν κάνει για γράμματα».
Αλλά να και μια μαρτυρία δική μου. Η μάνα του δούλευε στο μαιευτήριο Έλενα Βενιζέλου. Μια μέρα, πανικόβλητη πήγε τον Μίμη, έφηβο ακόμη, με σκισμένο γόνατο στο παραπάνω νοσοκομείο, παρακαλώντας τον πρώτο γιατρό που βρήκε μπροστά της να κάνει κάτι για το παραστρατημένο παιδί με το στραπατσαρισμένο γόνατο. Ο γιατρός αυτός έτυχε να είναι θείος μου, αδελφός της μητέρας μου, ειδικευόμενος τότε ως μαιευτήρας, αλλά δέχτηκε να ράψει το τραύμα του Μίμη. Ταυτόχρονα, δίκην δασκάλου, επέπληξε τον νεαρό με αυστηρά λόγια. «Δεν λυπάσαι, βρε, τη μάνα σου, που θυσιάζεται για σένα πασχίζοντας να σε κάνει άνθρωπο; Δεν ντρέπεσαι, τι θα κάνεις στη ζωή σου; Έτσι που πας, αλήτης θα καταντήσεις».
Κατά τα άλλα, «έκαστος εφ’ ω ετάχθη», έλεγε. Αλλ’ ενώ στην περίπτωση του Μίμη προέβλεψε λάθος, λάθος δεν έκανε.
Ο έτερος αδελφός της μητέρας μου (πολιτικός μηχανικός), απογοητευμένος για τις επιδόσεις μου στα μαθηματικά, παραιτημένος από τις προσπάθειές του να με διδάξει (με τον αναβαθμισμένο τρόπο, που φιλοδοξούσε), με συμβούλευε: «Σε ό,τι αποφασίσεις πάντως στη ζωή σου να γίνεις, να γίνεις πρώτος. Σκαφτιάς; Σκαφτιάς. Αλλά πρώτος». Γραφιάς; Γραφιάς. Αλλά πρώτος.
Ο Μίμης Δομάζος δεν όργωνε το γήπεδο με το πόδι του μόνο, αλλά και με το μυαλό. Δεν κλότσαγε, όπως νόμιζαν τότε οι θείοι μου, απλώς μια μπάλα. Έπαιζε μπάλα. Σαν σκάκι έπαιζε μπάλα. Κι ας ήταν μόνο ένας ποδοσφαιριστής. Αλλά πρώτος.
Αφιερωμένο στη μνήμη του, επιτρέψτε μου να κλείσω αυτό το πεζό κείμενο μ’ ένα στιχουργικό.
Η τελευταία ντρίπλα
(Μια ποδοσφαιρική ιστορία)
Ακούραστος στο τρέξιμο
Άπιαστος και στις ντρίπλες
Ο Ναπολέων των γηπέδων
Στον πιο ψηλό στρατιώτη
Με ξυράφια σέντρες έδινε τις διαταγές
Σουτ! κεφαλιά! και ψαράκι η μπάλα
Στου αντίπαλου σπαρτάραγε τα δίχτυα.
Στης λεωφόρου την χοάνη
Τώρα κι οι ιαχές σταμάτησαν.
Και η ηχώ αντιγυρίζει ησυχία.
Κι από τ’ άηχα αχ
Στον τελευταίο του Στρατηγού
Χαμένο ελιγμό,
Του Στρατιώτη του έναν λυγμό.
ΥΓ. Πήγε στην κηδεία του Μίμη Δομάζου, αλλά δεν θα πάει στο μνημόσυνό του. Δεν ξέρω αν θα ξανασυναντηθούν, αλλά ο Τάκης Οικονομόπουλος βιάστηκε. Ούτε σαράντα μέρες δεν πέρασαν. Ο Στρατηγός και το Πουλί έπαιξαν συμπαίκτες και με τον θάνατο.
https://diastixo.gr/epikaira/apopseis/24367-domazos-stratigos-martiria-zafeiriou
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου