Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2025

«Ο πατριωτισμός στο ιστορικό μυθιστόρημα Για την πατρίδα της Πηνελόπης Δέλτα» του Γεώργιου Ν. Λεοντσίνη

 

Ανδρέας Κοντέλης, «Χωρίς τίτλο», λάδι σε μουσαμά, 140x140 εκ., 2006

Με το άρθρο μου αυτό προσεγγίζω την έννοια και το περιεχόμενο του πατριωτισμού στο ιστορικό μυθιστόρημα της Πηνελόπης Δέλτα Για την πατρίδα, το οποίο συγγράφεται το 1909, έτος που κλονίζεται και η σχέση της με τον Ίωνα Δραγούμη. Μια σχέση που καθοριστικά σημάδεψε τη ζωή της αλλά και ενδυνάμωσε περαιτέρω τα πατριωτικά της αισθήματα, καθώς η αγάπη προς το έθνος, προς κάθε τι ελληνικό και προς την πατρίδα ήταν κυρίαρχα συναισθήματά τους. Είναι το πρώτο μυθιστόρημα που συγγράφει η Δέλτα και προορίζεται για παιδιά και νέους, στο οποίο, μέσω των ηρώων του κειμένου της, προβάλλονται οι απόψεις και τα αισθήματά της για τον πατριωτισμό, τη φιλοπατρία, τον ηρωισμό, την αυτοθυσία του ανθρώπου για την πατρίδα του και την αφοσίωσή του σε αυτήν με κοινά ιδανικά και εθνικούς στόχους.

Συναφή προς τη στοχοθεσία του μυθιστορήματος της Δέλτα Για την πατρίδα είναι και τα μυθιστορήματα Τον καιρό του ΒουλγαροκτόνουΤο γκρέμισμα και το Στα μυστικά του βάλτου. Σε συγκριτικό επίπεδο και με βάση αναφοράς ένα από τα μυθιστορήματά της αυτά, θα επιδιώξω να αναδειχθεί τι η μυθιστοριογράφος επιλέγει να πει στα παιδιά και στους νέους και πώς επινοεί τρόπους και μέσα για να τους μεταδώσει ιστορική γνώση, αξίες και ιδανικά για το ελληνικό έθνος και την πατρίδα τους. Ακόμη, πώς επιχειρεί να τους διεγείρει «αισθήματα» και να αναδείξει «ιδέες» που θεωρούσε πως στην εποχή της, με «δυστυχισμένη» την πατρίδα τους, όπως σημειώνει, θα τους προσφέρονταν ευχάριστα αναγνώσματα με πατριωτικό περιεχόμενο.

Σύζευξη της λογοτεχνίας με την ιστορία και τη μυθιστορία

Η Πηνελόπη Δέλτα, συγγράφοντας τα ιστορικά της μυθιστορήματα, είχε συνειδητοποιήσει πως, εφόσον οι μυθιστορίες της θα είχαν ως σημεία αναφοράς τους ιστορικά πρόσωπα (ήρωες) –πραγματικά ή φανταστικά– και καταστάσεις, στη συνείδηση του νέου θα εδραιωνόταν το αίσθημα αγάπης προς την πατρίδα του και θα τονωνόταν το ενδιαφέρον του, ώστε να αγαπήσει και την ιστορία της. Θεώρησε πως κρίσιμες περίοδοι της ελληνικής ιστορίας, που με επιδέξια γραφή θα εντάσσονταν σε λογοτεχνικά της κείμενα, θα ενίσχυαν την ιστορική γνώση και κατανόηση από την πλευρά των νέων, και θα καλλιεργούσαν και αναδείκνυαν μέσα τους πιο στέρεα τα εθνικά τους αισθήματα. Εντόπισε τη σημασία που είχε για τα «ελληνόπουλα» η σύζευξη της λογοτεχνίας με την ελληνική ιστορία και τη μυθιστορία.

Στο πλαίσιο αυτό, με το ιστορικό της μυθιστόρημα Για την πατρίδα, αισθάνεται πως θα μπορούσε να ενδυναμώσει τη συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας των νέων. Γι’ αυτό το τιτλοφορεί με τον όρο «πατρίδα», επιθυμώντας από την πρώτη στιγμή της επαφής του νέου με ένα πρώτο κείμενό της να τον προϊδεάσει με το κυρίαρχο πατριωτικό συναίσθημα που τη διακατείχε και που θα έπρεπε να αναπτύσσεται σε όλο το φάσμα της κοινωνίας των συμπατριωτών της. Κυριαρχεί σε αυτό το έργο της η ιδέα ενός ηθικού της πατριωτισμού με έμφαση σε αρετές και αξίες, που, με ευχάριστη από τα παιδιά την ανάγνωση κειμένων της, προσδοκούσε να τονώσει και το πατριωτικό τους αίσθημα. Προβαίνει γι’ αυτό με ρεαλιστικό τρόπο στη λογοτεχνική χρήση της ιστορίας της πατρίδας τους. Η Τόνια Κιουσοπούλου, μελετήτρια του έργου της Δέλτα, θα σημειώσει πως το μυθιστόρημά της Για την πατρίδα είναι «φορέας ιστορίας και απόψεών» της. Ο Κωστής Παλαμάς, με επιστολή του, της είχε σημειώσει πως το έργο της αυτό είχε «πολύ παιδαγωγική σημασία». Ο Αλέξανδρος Δελμούζος θα της γράψει, συγχαίροντάς την, πως είναι «το πρώτο εθνικό βιβλίο για τα παιδιά μας». Γενικά, μέσω της λογοτεχνικής της γραφής παρέχονται «μαθήματα» ιστορίας Για την πατρίδα (1909) και Τον καιρόν του Βουλγαροκτόνου (1911) να συγκροτήσει το υπόβαθρο της ιστορικής τους διάστασης στη βυζαντινή περίοδο, γι’ αυτό και μελετητές του έργου της τα έχουν αποκαλέσει αυτά «Βυζαντινά». 

Το μυθιστόρημα Για την πατρίδα στη διδακτική πράξη της λογοτεχνίας και της ιστορίας

Με βάση σύγχρονους τρόπους διδακτικής της λογοτεχνίας και της ιστορίας, είναι δυνατόν, με προτεινόμενα από τους διδάσκοντες αναγνώσματα, παράλληλα με την καθοριζόμενη από το Υπουργείο Παιδείας διδακτέα ύλη, να αποβαίνει η διδασκαλία αυτών των μαθημάτων για τους μαθητές πιο δημιουργική. Είναι εφικτό, π.χ., στα μαθήματα της λογοτεχνίας και της ιστορίας να συνιστάται στους μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου, που διδάσκονται νεότερη ελληνική και ευρωπαϊκή ιστορία, η ανάγνωση και ο σχολιασμός, κατά το δεύτερο εξάμηνο των σπουδών τους, του μυθιστορήματος της Δέλτα Για την πατρίδα.

Έχει δειχθεί πως αποβαίνει πιο δημιουργική η διδασκαλία, όταν σχεδιάζεται με αυτήν και η σχολική έρευνα. Στην περίπτωση αυτήν και τα δύο μαθήματα λογοτεχνίας και ιστορίας αλληλοσυμπληρώνονται και αποβαίνουν περισσότερο βιωματικά για τους μαθητές. Στην ίδια τάξη, εφόσον ο διδάσκων δεν είναι ο ίδιος που διδάσκει τα μαθήματα της ιστορίας και της λογοτεχνίας, οι δύο διδάσκοντες θα μπορούσαν να συνεργάζονται για την επίτευξη επιμέρους διδακτικών στόχων του μαθήματός τους. Καθώς οι ιστορικές αναφορές της Δέλτα είναι τοποθετημένες στο ιστορικό τους πλαίσιο, οι διδάσκοντες ιστορία και λογοτεχνία διαθέτουν σύγχρονα εργαλεία διδακτικής με τα οποία μπορούν να αναδεικνύουν τις κοινωνικές και τις πολιτικές αλλαγές που επήλθαν, ιδεολογίες και ιδανικά που δεν ολοκλήρωσαν οράματα των Ελλήνων της περιόδου που γράφει η Δέλτα, όπως, π.χ., η Μεγάλη Ιδέα της εθνικής ολοκλήρωσης, ως κύρια τότε πολιτική του ελληνικού κράτους, μέχρι τις οδυνηρές συνέπειες για το ελληνικό έθνος της Μικρασιατικής Εκστρατείας.

Το συγκριτικό και το διαχρονικό στοιχείο ως μεθοδολογικά εργαλεία στη διδακτική της ιστορίας και της λογοτεχνίας με αναγνώριση και προσδιορισμό του τότε σύγχρονου, του μετέπειτα και του σήμερα σε κρίσιμες περιόδους της ελληνικής ιστορίας έχει αποδειχθεί πως ενισχύουν την ιστορική κατανόηση των μαθητών. Ιστορικοί όροι, έννοιες και συμφραζόμενα της κάθε ιστορικής περιόδου είναι δυνατόν, με ένταξή τους στη σχολική έρευνα, να οδηγούν στη διαμόρφωση κριτικού λόγου των μαθητών. Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνεται από τους διδάσκοντες ως βάση η μελέτη και εξέταση της υφής της πραγματοποιούμενης ιστορικής στον χρόνο και στον χώρο αλλαγής. Η ένταξη επιλεγμένων λογοτεχνικών κειμένων στα ιδεολογικά κινήματα και στα ιστορικά συμφραζόμενα μίας ή δύο κρίσιμων ιστορικών περιόδων μπορεί να αποβαίνει δημιουργικός συνδυασμός της μελέτης της ιστορίας με τη λογοτεχνία.

Οι απόψεις, οι θέσεις της Δέλτα και άλλα ιστορικά γεγονότα και μαρτυρίες, που στα κείμενά της θα αναγνωρίζονται από τους μαθητές, αναμένεται να συμβάλουν στη βελτίωση του ιστορικού λόγου και της κριτικής ιστορικής τους σκέψης. Είναι, επίσης, δυνατόν να συγκριθούν τα κείμενα της Δέλτα, του ξεχωριστού αυτού λογοτεχνικού είδους της παιδικής λογοτεχνίας, με εκείνα της Ιουλίας Δραγούμη και της Αρσινόης Παπαδοπούλου. Η Δέλτα, όπως και ο Διονύσιος Σολωμός και ο Γιάννης Ψυχάρης, εξέφρασαν και μετέδωσαν όψεις του ελληνισμού και της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων, αναδεικνύοντας τα ζητήματα αυτά μέσω μιας οικουμενικής και διεθνικής ματιάς και κυρίως μέσω της ανάδειξης της γλώσσας ως κύριου στοιχείου της ελληνικής Διασποράς.

Η Δέλτα γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1874, ενώ μετέπειτα, από την ηλικία των τριάντα ετών, μετέβη στη Φρανκφούρτη, όπου έγραψε και το μυθιστόρημα Για την πατρίδα. Ύστερα από εκεί εγκαταστάθηκε με την οικογένειά της στην Αθήνα. Σε πολλές περιπτώσεις, από την αλληλογραφία της με φίλους που κατοικούσαν εκτός Ελλάδας, είναι φανερή η γνώση και η χρήση ξένων λέξεων, ώστε να της καταστεί εφικτό να μπορέσει να εκφράσει με περισσότερη σαφήνεια στην ελληνική γλώσσα τις σκέψεις της. Απόσπασμα από το έργο της Δέλτα Πρώτες ενθυμήσεις παρατίθεται στο σχολικό βιβλίο της Γ΄ Γυμνασίου Κείμενα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, όπου αναφέρεται στον πατέρα της· στον φόβο που αισθανόταν ως παιδί γι’ αυτόν, χαρακτηρίζοντάς τον ως «κοτζαμπάση», αλλά και πως τον αγάπησε μελλοντικά, αισθανόμενη όμως πως ήταν κάτι το μακρινό ή, όπως σημείωνε, πως ήταν για εκείνην «θεότης ἀπρόσιτος, μά θεότης».

Με αφορμή τη μελέτη αυτού του αποσπάσματος της Δέλτα, είναι δυνατόν να συνιστάται στους μαθητές η ανάγνωση του μυθιστορήματος Για την πατρίδα και πιθανόν και εκείνο Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου, κατά το β΄ εξάμηνο των σπουδών τους. Αναμένεται η ανάδειξη συγχρονικών ιδεολογικών νοημάτων της εποχής της Δέλτα, ο εντοπισμός έκτοτε όποιου αναχρονιστικού νοήματος και ιδεολογίας των κειμένων της και, βέβαια, και της σημερινής τους αξίας ως αξιόλογων κειμένων παιδικής λογοτεχνίας. Οι δάσκαλοι, με αυτό το διδακτικό παράδειγμα και ως καταρτισμένοι επιστήμονες στα αντικείμενα της λογοτεχνίας και της ιστορίας, έχουν τη δυνατότητα να θέσουν ως στόχο την ανάπτυξη γνωστικών, πνευματικών και ψυχοκινητικών στόχων των μαθητών τους. Η υπόδειξη να διαβάσουν και τη βιογραφία της Δέλτα αναμένεται να ενισχύσει την κριτική τους σκέψη και την ιστορική κατανόηση των κειμένων της.

 

Γεώργιος Ν. Λεοντσίνης: Καθηγητής Νεότερης Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Ιστορίας και Διδακτικής της Ιστορίας, ΕΚΠΑ


Επιμέλεια αφιερώματος: Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου | Μάκης Τσίτας
Σχεδιασμός: Γιώργος Φερμελετζής
Διορθώσεις κειμένων: Σωτηρία Αποστολάκη

 

Θερμές ευχαριστίες:

Στο Κολλέγιο Αθηνών για την παραχώρηση φωτογραφιών από το λεύκωμα Ήταν Κάποτε η Πηνελόπη Δέλτα
(Έκδοση Ελληνοαμερικανικόν Εκπαιδευτικόν Ίδρυμα, Κολλέγιο Αθηνών - Κολλέγιο Ψυχικού, 2006, Επιμέλεια: Ίρις Κρητικού)

Στην ιστορικό τέχνης Ίριδα Κρητικού για την αμέριστη βοήθεια


https://diastixo.gr/epikaira/pinelopi-delta/23614-o-patriotismos-sto-istoriko-mithistorima-gia-tin-patrida-tis-pinelopis-delta


https://diastixo.gr









Jean-Paul Sartre: «Τρωάδες»

 


Ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ (1905-1980) θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους στοχαστές του 20ού αιώνα και ένας από τους κύριους εκπροσώπους του υπαρξισμού (της «φιλοσοφίας της ύπαρξης»), του φιλοσοφικού κινήματος που εστιάζει στην υποκειμενικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, εγείροντας ερωτήματα που αφορούν το νόημα της ζωής, την ελευθερία του ατόμου και τις δυνατότητές της, τον φόβο του θανάτου κ.ά. Εκτός από τα καθαρά φιλοσοφικά του έργα, όπως Το είναι και το μηδέν, η Κριτική της διαλεκτικής λογικής κ.ά., ο Σαρτρ έγραψε και μυθιστορήματα (Η ναυτία, Ο τοίχος, Οι δρόμοι της ελευθερίας κ.ά.), θεατρικά έργα (Οι μύγες, Κεκλεισμένων των θυρών κ.ά.), κινηματογραφικά σενάρια και λογοτεχνικά δοκίμια.

Μεταξύ των θεατρικών έργων του είναι και η διασκευή της τραγωδίας Τρωάδες του Ευριπίδη, με στόχο να παραθέσει τους δικούς του προβληματισμούς σε σχέση με την εποχή του. Οι Τρωάδες του Σαρτρ γράφτηκαν το 1964 και μεταφράστηκαν στα ελληνικά, με εισαγωγή και επιστημονική επιμέλεια από την Ελίνα Νταρακλίτσα (Εκδόσεις Όταν, 2024). Το έργο αυτό αποτελεί κατά τη μελετήτρια «το θεατρικό κύκνειο άσμα του», που προήλθε από τη βαθιά μελέτη του πρωτότυπου ευριπίδειου έργου.

Όπως γνωρίζουμε, η τραγωδία Τρωάδες του Ευριπίδη γράφτηκε το 415 π.Χ., στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, και επικεντρώνεται στις συνέπειες της άλωσης της Τροίας, παρουσιάζοντας τον πόνο και την απόγνωση των Τρωαδιτισσών γυναικών, που έχασαν τους οικείους τους και έμελλε να οδηγηθούν στη σκλαβιά. Η τραγωδία αρχίζει με τον Ποσειδώνα και την Αθηνά να συζητούν για την καταστροφή της Τροίας και να σχεδιάζουν την τιμωρία των Ελλήνων για τις υπερβολές τους. Στη συνέχεια, η Εκάβη, πρώην βασίλισσα της Τροίας, θρηνεί για την τύχη της ίδιας και των άλλων γυναικών. Τον θρήνο της μοιράζονται η Κασσάνδρα, η οποία προορίζεται να γίνει παλλακίδα του Αγαμέμνονα, η Ανδρομάχη, που χάνει με τραγικό τρόπο τον γιο της Αστυάνακτα, και η Ελένη, η οποία προσπαθεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της μπροστά στον Μενέλαο.

Οι Τρωάδες θεωρούνται ένα από τα πιο έντονα αντιπολεμικά έργα της αρχαιότητας, μέσα από το οποίο ο Ευριπίδης αναδεικνύει τη ματαιότητα του πολέμου και τις φρικαλεότητες που επιφέρει, ιδιαίτερα στα γυναικόπαιδα. Μέσω των μονολόγων και των διαλόγων του έργου, προβάλλει την ανθρώπινη διάσταση του πόνου και της απώλειας, ενώ παράλληλα ασκεί κριτική στην αλαζονεία των νικητών. Η τραγωδία λειτουργεί ως σχόλιο για την ηθική παρακμή που συνοδεύει τις πολεμικές συγκρούσεις και την καταπάτηση των ανθρωπίνων αξιών κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου και μπορεί να ερμηνευτεί ως κριτική στην αθηναϊκή πολιτική της εποχής, ιδιαίτερα μετά την κατάληψη της Μήλου και τη σφαγή των κατοίκων της από τους Αθηναίους το 416 π.Χ. Μέσω της τραγωδίας του, ο Ευριπίδης φαίνεται να προειδοποιεί τους συγχρόνους του για τις συνέπειες της υπερβολικής βίας και της έλλειψης σεβασμού προς τους ηττημένους. Συνολικά, οι Τρωάδες είναι μια βαθιά συγκινητική τραγωδία, η οποία σηματοδοτεί μια διαχρονική καταγγελία του πολέμου και των δεινών του, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για ανθρωπιά και δικαιοσύνη ακόμη και σε περιόδους πολεμικών συγκρούσεων.

Ο Σαρτρ μετατοπίζει το νοηματικό βάρος στην καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προσδίδοντας στο έργο έναν πιο μαχητικό χαρακτήρα.

Στις δικές του Τρωάδες ο Σαρτρπροσαρμόζει το αρχαίο έργο στις σύγχρονες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της εποχής του, χρησιμοποιώντας το ως μέσο κριτικής της αποικιοκρατίας και της καταπίεσης, αντανακλώντας τις εμπειρίες από τον πόλεμο της Αλγερίας και τον γενικότερο ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό. Μεταξύ των προσωπικών του παρεμβάσεων είναι η απογύμνωση του έργου από τη μεταφυσική και το θεϊκό στοιχείο και η εστίαση αποκλειστικά στους ανθρώπινους χαρακτήρες και στις μεταξύ τους σχέσεις, με έμφαση στην αυτονομία και την προσωπική ευθύνη. Με γλώσσα στην οποία ενσωματώνει σύγχρονα στοιχεία και εκφράσεις, ο Σαρτρ μετατοπίζει το νοηματικό βάρος στην καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προσδίδοντας στο έργο έναν πιο μαχητικό χαρακτήρα. Όπως σημειώνει η επιμελήτρια και μεταφράστρια του βιβλίου στην εισαγωγή της, «στις Τρωάδες,οι υπαρξιστικοί γλωσσικοί συμβολισμοί του Σαρτρ δεν γίνονται εμφανείς, αλλά υποφώσκουν» (σ. 9).Η διάθεσή του είναι καυστική και καταγγελτική απέναντι στα δεινά των πολέμων και σε όσους τους υποκινούν, υπηρετώντας τα συμφέροντά τους. Παρουσιάζει με ρεαλισμό τις ωμότητες που διαπράττονται από τους θύτες, καθώς και τις οδυνηρές συνέπειές τους στα θύματα.

Σημαντικότερη μορφή στο έργο είναι η Εκάβη, που δεν είναι πια μόνο η τραγική μορφή της μητέρας και βασίλισσας που θρηνεί για την απώλεια της πατρίδας, των παιδιών της και της δόξας της, αποδεχόμενη παθητικά τη μοίρα της, αλλά μια πιο δυναμική φιγούρα, που υπερβαίνει την οδύνη και προβάλλεται ως σύμβολο αντίστασης. Η φωνή της εκφράζει τον αγώνα ενάντια στην καταπίεση και την προάσπιση της αξιοπρέπειάς της. Ανάλογη αναμόρφωση παρατηρείται και στον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά της Ανδρομάχης σε σχέση με το ευριπίδειο πρότυπο, σύμφωνα με το οποίο η Ανδρομάχη αντιπροσωπεύει την πιστή σύζυγο και μητέρα, που προσπαθεί να διατηρήσει τη συνέχεια του οίκου της μέσα από τον γιο της, τον Αστυάνακτα. Στον Σαρτρ η Ανδρομάχη αποκτά μεγαλύτερη ενεργητικότητα, καθώς αγωνίζεται να προστατεύσει το μέλλον του γιου της όχι μόνο για την οικογενειακή συνέχεια, αλλά και ως σύμβολο της επιβίωσης του λαού της. Η δε Ελένη δεν είναι η συμφεροντολογική φιγούρα που προσπαθεί να δικαιολογήσει τις πράξεις της και να αποποιηθεί τις ευθύνες της, όπως στον Ευριπίδη. Στον Σαρτρ αποκτά πολιτική διάσταση, καθώς δεν παρουσιάζεται απλώς ως αιτία του πολέμου, αλλά ως ένα μέσο που χρησιμοποιήθηκε από τις εξουσίες για την επίτευξη των κατακτητικών τους στόχων. Ο χαρακτήρας της γίνεται εργαλείο για την ανάδειξη της πολιτικής υποκρισίας. Στο έργο του Σαρτρ αποδομείται, παράλληλα, και η προσωπικότητα του «καλού στρατιώτη», αγγελιαφόρου Ταλθύβιου, που εκτελεί χωρίς ηθικό προβληματισμό αλλά με άκριτη υποταγή οδυνηρές εντολές. Στον Ευριπίδη, διατηρεί ψήγματα ηθικής αμφιταλάντευσης, ενώ στον Σαρτρ γίνεται καθρέφτης μιας απρόσωπης εξουσίας που συνθλίβει την ανθρώπινη συνείδηση, μια κωμικοτραγική μορφή που λειτουργεί ως σύμβολο της «γραφειοκρατίας». Ο φιλόσοφος αφαιρεί την ανθρώπινη συμπόνια που διακρίνεται στον Ευριπίδη, παρουσιάζοντάς τον ουσιαστικά ως ένα «γρανάζι» του μηχανισμού της εξουσίας, που εκτελεί διαταγές χωρίς καμία προσωπική εμπλοκή.

Συνολικά, η διασκευή του Σαρτρ προσδίδει στις Τρωάδες μια σύγχρονη διάσταση, προσαρμόζοντας το αρχαίο δράμα στις ανησυχίες και τα προβλήματα του 20ού αιώνα, ενώ παράλληλα διατηρεί τον πυρήνα των αντιπολεμικών μηνυμάτων του Ευριπίδη. Η μετάφραση του έργου από την Ελίνα Νταρακλίτσα είναι εξαιρετική, ο λόγος απλός και κατανοητός, και η εισαγωγική μελέτη εμπεριστατωμένη και τεκμηριωμένη με επιστημονική βιβλιογραφία.

Καθώς οι Τρωάδες φαίνεται να εντάσσονται δυναμικά προσεχώς στο σχολικό ωρολόγιο πρόγραμμα του Γυμνασίου, η συνεξέταση των δύο κειμένων μέσα από δραματουργικές δραστηριότητες μπορεί να εμπλουτίσει όχι μόνο την κατανόηση της ευριπίδειας τραγωδίας, αλλά και να καλλιεργήσει την ενσυναίσθηση των μαθητών και να τους ευαισθητοποιήσει απέναντι στις συνέπειες του πολέμου και τη σημασία του σεβασμού των ανθρωπίνων αξιών. Παράλληλα, μπορεί να προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία στους μαθητές να οξύνουν την κριτική τους σκέψη, να αναστοχαστούν την ιστορική και κοινωνική διάσταση των δύο έργων και να συνδέσουν τα διαχρονικά μηνύματά τους με τα σύγχρονα ζητήματα.

 

Τρωάδες
Jean-Paul Sartre
Εισαγωγική μελέτη – Μετάφραση – Επιστημονική επιμέλεια: Ελίνα Νταρακλίτσα
Εκδόσεις Όταν
110 σελ.
ISBN 978-618-5563-62-2
Τιμή €10,00

Αγάθη Γεωργιάδου δρ Φιλολογίας, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας

https://diastixo.gr/kritikes/texnes/23759-troades


https://diastixo.gr













Μέντη Μέγα: συνέντευξη στη Ράνια Μπουμπουρή

 

Η Μέντη Μέγα γεννήθηκε στην Αγγλία, είναι απόφοιτος της Κ.Σ.Ο.Τ. και κάτοχος Master of Arts in Contemporary Dance από το Πανεπιστήμιο του Κεντ / LCDS. Δουλεύει ως χορογράφος, δραματουργός, καθηγήτρια αυτοσχεδιασμού, χορογραφίας και ιστορίας χορού. Από το 2013 δραστηριοποιείται στο πεδίο του χορού και της αναπηρίας και στον αγώνα για την ισότιμη πρόσβαση ατόμων με αναπηρία στα επαγγέλματα του χορού. Η χορογραφική της έρευνα περιστρέφεται γύρω από θέματα ταυτότητας και νεότερης ελληνικής ιστορίας, με κεντρικό άξονα το σώμα ως σημείο τομής του προσωπικού και του συλλογικού βιώματος. Είναι ιδρυτικό μέλος του νεοσύστατου «Δικτύου για το Χορό και την Αναπηρία» και του «Συνδέσμου Χορού» (2009-2018) και μέλος του Δ.Σ. του Danse Bassin Méditerranée (2008-2014). Από το 2008, έχει πραγματοποιήσει επτά δικές της παραγωγές, που παρουσιάστηκαν σε φεστιβάλ και θέατρα της Ελλάδας και του εξωτερικού. Σήμερα διδάσκει χορογραφία στην Επαγγελματική Σχολή «Χορός» και συμπεριληπτικά εργαστήρια χορογραφίας στο ΙΣΟΝ. Το βιβλίο της Σώματα παρόντα: Μια εισαγωγή στη θεωρία του χορού (University Studio Press, 2024), μια συλλογή 17 σημαντικών θεωρητικών κειμένων για τον χορό, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.

Το βιβλίο σας αποτελεί μια πλούσια εισαγωγή στη θεωρία του χορού. Πείτε μας δυο λόγια για το βιβλιογραφικό τοπίο στη χώρα μας, όσον αφορά την τέχνη του χορού.

Κατ’ αρχάς, να πω πως υπάρχουν βιβλία για τον χορό, τα οποία είτε έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά είτε έχουν γραφτεί από Ελληνίδες θεωρητικούς του χορού. Μεταξύ αυτών και το εξαιρετικό Υπό τη σκιά του Παρθενώνα: Χορός στο Φεστιβάλ Αθηνών στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου (1955-1966) της Δρος Στεριανής Τσιντζιλώνη, που είναι και η επιστημονική επιμελήτρια του Σώματα παρόντα. Η μεγάλη έλλειψη που οδήγησε και στην έκδοση αυτού του βιβλίου αφορά σε κείμενα αναφοράς, κείμενα ιστορικής σημασίας, που είναι απαραίτητο να διαβάσουν οι σπουδάστριες/-στές στο πλαίσιο μιας σοβαρής σπουδής πάνω στον χορό. Επίσης, υπάρχει σοβαρή έλλειψη σε ό,τι αφορά τις νέες δημοσιεύσεις. Πρέπει δηλαδή κάποια/-ος να διαβάζει στα αγγλικά, αν θέλει να ενημερώνεται για τις τελευταίες εξελίξεις στο πεδίο της θεωρίας του χορού. Το γεγονός αυτό οφείλεται σε μια σειρά από περίπλοκα ζητήματα σχετικά με το πώς και το πού παράγεται η γνώση και σε ποιους είναι προσβάσιμη. Καθιστά επίσης απολύτως επιτακτική τη θέσμιση ανώτατων σπουδών χορού στην Ελλάδα, πράγμα που ελπίζουμε να συμβεί με το σχετικό νομοσχέδιο που αναμένουμε όλοι με αγωνία.

 Ο χορός δεν είναι και δεν μπορεί να είναι πια μια τέχνη μόνο των νέων και των καλλίγραμμων.

Τελικά, πόσο σημαντική είναι η τέχνη του χορού για την ελληνική πολιτεία; Η ίδρυση της Ανώτατης Σχολής Παραστατικών Τεχνών, που έχει εξαγγελθεί, ποια προβλήματα θα λύσει και σε ποια δε θα δώσει απάντηση, κατά τη γνώμη σας;

Η ίδρυση της ΑΣΠΤ είναι εξαιρετικά σημαντική για τον χώρο και για τον λόγο αυτό πρέπει να γίνει μια σωστή διαβούλευση, που θα ακούσει και θα εγκύψει με προσοχή στα ζητήματα που θα τεθούν. Λόγω της απόλυτης αδράνειας της πολιτείας στα θέματα αυτά εδώ και τέσσερις δεκαετίες περίπου, οι ανάγκες και οι προσδοκίες του χώρου είναι πολλές και τα ζητήματα που έχει να αντιμετωπίσει το νέο νομοσχέδιο περίπλοκα. Προσωπικά, η μεγαλύτερη αγωνία μου είναι να διασφαλιστεί η διεπιστημονικότητα και διακαλλιτεχνικότητα των σπουδών αυτών. Η επικοινωνία του χορού με άλλα επιστημονικά και καλλιτεχνικά πεδία είναι κεντρικό στοιχείο των σπουδών του χορού στο εξωτερικό, στους τίτλους των οποίων συχνά δεν υπάρχει καν η λέξη «χορός». Ο τίτλος της ΑΣΠΤ μάς δίνει ελπίδες, ωστόσο η ενσωμάτωση των τεσσάρων προϋπαρχουσών σχολών εγείρει κάποιους προβληματισμούς. Αν ο χορός περιχαρακωθεί στους τοίχους της Λυρικής και της Κ.Σ.Ο.Τ., αυτή η ευκαιρία θα χαθεί. Αν, ωστόσο, υπάρξει συγκεκριμένη βούληση πάνω στο θέμα, υπάρχουν πολλές λύσεις που θα μπορούσαν να προταθούν. Κοινά μαθήματα κορμού ή επιλογής, κοινά εργαστήρια, χώροι έρευνας και πειραματισμού, διεπιστημονικά προγράμματα σπουδών όπου οι φοιτήτριες/-τές θα συναντιούνται και θα συνεργάζονται, θα μπορούσαν να συμβάλουν σε αυτή την κατεύθυνση. Για να επιτευχθεί όμως πραγματική διεπιστημονικότητα πρέπει όλα τα παραπάνω να προβλεφθούν θεσμικά, οι σχολές να αναδιοργανωθούν ριζικά και να συνεργαστούν μεταξύ τους. Ανάλογα με το πού στέκεται κανείς στον χώρο, υπάρχουν πολλές και αντικρουόμενες ανησυχίες. Προσωπικά δεν συμμερίζομαι την ανησυχία πως οι σπουδές στην Κ.Σ.Ο.Τ. και τη Λυρική θα «θεωρητικοποιηθούν» υπερβολικά, γεγονός που θα οδηγήσει στην πτώση της τεχνικής επάρκειας των χορευτριών/-τών που θα αποφοιτούν. Μάλλον το αντίστροφο με απασχολεί: αν θα υπάρχει η δυνατότητα σε άτομα που δεν είναι χορεύτριες/-τές και δεν ασχολούνται πρακτικά με τον χορό να ειδικευτούν στη θεωρία του χορού. Αυτό θα δώσει τη δυνατότητα και σε άτομα από άλλα πεδία των ανθρωπιστικών σπουδών, από την ανθρωπολογία, τη φιλοσοφία, την ιστορία, τη λογοτεχνία, τη θεωρία του θεάτρου, να εισέλθουν στον χώρο του χορού και να τον εμπλουτίσουν με την παρουσία τους. Για να συμβεί αυτό και να διασφαλιστεί ταυτόχρονα το υψηλό τεχνικό επίπεδο των σπουδών, είναι απαραίτητη η δημιουργία διαφορετικών κατευθύνσεων σπουδών, ενδεχομένως χορού, χορογραφίας και θεωρίας. Τέλος, θα αναφέρω μια παράμετρο που θα έπρεπε να είναι αυτονόητη, αλλά η ιστορία έχει δείξει δυστυχώς πως δεν είναι. Με τη μεταφορά όλων των επαγγελματικών σχολών του χορού στο Υπουργείο Παιδείας πρέπει να λυθεί οριστικά το ζήτημα της πρόσβασης ατόμων με αναπηρία στην επαγγελματική εκπαίδευση του χορού. Αυτή τη στιγμή υπάρχει «όρος αρτιμέλειας» για την εισαγωγή στις επαγγελματικές σχολές χορού! Αυτό σημαίνει πως τα άτομα με αναπηρία αποκλείονται διά νόμου από τις σχολές αυτές. Καταλαβαίνετε πως αυτό παραβαίνει κατάφωρα τη Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία, την οποία υπέγραψε η Ελλάδα το 2012. Κι ας μην το δούμε σαν υποχρέωση· είναι μια καταπληκτική ευκαιρία για τον χορό να αποκτήσει περισσότερη πολυφωνία, εκφραστικό πλούτο και σχέση με την πραγματική κοινωνία. Ο χορός δεν είναι και δεν μπορεί να είναι πια μια τέχνη μόνο των νέων και των καλλίγραμμων. Ο χορός ωριμάζει και μαζί του ωριμάζει και το κοινό και οι θεσμοί που τον περιβάλλουν.

Πριν από δύο χρόνια, με το Προεδρικό Διάταγμα 85/2022, το πτυχίο των επαγγελματικών σχολών θεάτρου και χορού εξισώθηκε στο Δημόσιο με το απολυτήριο λυκείου. Πρόσφατα, το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάσισε να παραπέμψει το ζήτημα της συνταγματικότητας του εν λόγω ΠΔ στην Ολομέλεια του ΣτΕ. Δικαίως, λοιπόν, επικρατεί αναστάτωση στον καλλιτεχνικό χώρο για τις κινήσεις της πολιτείας;

Για να είμαστε ακριβείς, τα πτυχία έμειναν αδιαβάθμητα το 2003, όταν αναβαθμίστηκαν τα ΤΕΙ σε ανώτατα ιδρύματα, οπότε πρακτικά η ισχύς των πτυχίων μας είναι αντίστοιχη του απολυτηρίου Λυκείου εδώ και είκοσι χρόνια. Το Προεδρικό Διάταγμα ήρθε να επικυρώσει επίσημα το γεγονός αυτό κατατάσσοντας τα προσόντα των αποφοίτων επαγγελματικών σχολών χορού για την πρόσληψή τους στο δημόσιο στην κατηγορία της ΔΕ (δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης). Δημοσιεύματα για το νομοσχέδιο (το ίδιο το νομοσχέδιο ακόμα δεν έχει δημοσιευτεί), που προβλέπει την ίδρυση της Ανώτατης Σχολής Παραστατικών Τεχνών και την ανωτεροποίηση των ιδιωτικών επαγγελματικών σχολών, λένε ξεκάθαρα πως τα πτυχία του χορού θα αποκτήσουν τη διαβάθμιση 6 και 5 αντίστοιχα του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων. Στην ανακοίνωση αυτή έρχεται να προστεθεί η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που βγήκε πριν από λίγες εβδομάδες και έκρινε αντισυνταγματική την εξομοίωση των πτυχίων των καλλιτεχνικών σχολών με τους τίτλους δευτεροβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από το ΠΔ85/2022. Μακάρι αυτό να οδηγήσει στην αναβάθμιση και των πτυχίων που δόθηκαν από το 2003 έως σήμερα στις/στους αποφοίτους κρατικών σχολών ή ιδιωτικών επαγγελματικών σχολών εποπτευόμενων από το Κράτος και είχαν ισχύ ΔΕ. Ταυτόχρονα είναι σημαντικό οι απόφοιτοι αυτές/-οί να αποκτήσουν πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση μέσω ενός καλά μελετημένου ακαδημαϊκού διαδρόμου, που θα ξεκινά από κατατακτήριες εξετάσεις και θα οδηγεί στην ισοτίμηση των πτυχίων τους με αυτά της ΑΣΠΤ. Αν λάβουμε υπόψη τον μεγάλο αριθμό αυτόν των αποφοίτων, καταλαβαίνουμε πόσο κρίσιμο είναι το θέμα και πόσο σημαντικό είναι να ανοιχθεί ο διάδρομος για έναν ικανό και επαρκή αριθμό ατόμων κάθε χρόνο.

 Σήμερα ο χορός είναι ένα πολύ ευρύτερο και πολύ πιο πλούσιο πεδίο.

Θα παροτρύνατε έναν νέο ή μια νέα να σπουδάσει χορό; Μπορεί κάποια/-ος απόφοιτος επαγγελματικής σχολής χορού να ζήσει από αυτό το επάγγελμα στη χώρα μας;

Δεν θέλω να παρουσιάσω μια εικόνα ρόδινη. Η ζωή ενός ανθρώπου που ασχολείται με τον χορό δεν είναι εύκολη. Θα αναδιατυπώσω όμως ελαφρώς την ερώτηση: Ποιες/-ους νέες/-ους θα παροτρύνατε να σπουδάσουν χορό; Κι εδώ θα απαντούσα: Εκείνες/-ους που έχουν ένα ευρύτερο ενδιαφέρον γύρω από την τέχνη του χορού και όχι μοναδικό όνειρο να χορέψουν στη σκηνή. Το να χορέψει κανείς σε μια-δυο επαγγελματικές παραστάσεις είναι σχετικά εύκολο, αλλά η ευφορία αυτού του επιτεύγματος δεν διαρκεί πολύ. Στα είκοσι πέντε χρόνια που χορεύω, χορογραφώ και διδάσκω χορό, αυτοσχεδιασμό, χορογραφία και ιστορία χορού είδα πολύ ξεκάθαρα πως οι νέες/-οι που μένουν στον χώρο και επιμένουν παρά τις αντιξοότητες, είναι εκείνες/-οι που δείχνουν βαθύτερο ενδιαφέρον για το αντικείμενό τους. Είναι εκείνες/-οι που σαν σπουδάστριες/-ές καταπιάνονταν με όρεξη με τις εργασίες της ιστορίας του χορού, που αγωνιούσαν περισσότερο για το θέμα της χορογραφίας τους. Εκείνες/-οι που αναρωτιόντουσαν ποια είναι τα όρια του χορού σήμερα και τι άλλες σπουδές μπορούν να κάνουν συμπληρωματικά· μέσα από ποιες σωματικές πρακτικές θα γνωρίσουν καλύτερα και θα προφυλάξουν το σώμα τους· σε τι άλλα πλαίσια μπορούν να διδάξουν (σχολεία, φυλακές, ΚΑΠΗ) και ποιοι αγωνίζονται για την πρόσβασή τους στο επάγγελμα (άτομα με αναπηρία, άλλων ηλικιών και σωματότυπων). Παλαιότερα η επιτυχία στο επάγγελμα οριζόταν σε ένα πολύ στενό πλαίσιο. Έπρεπε να τελειώσεις τη σχολή, να χορέψεις και ύστερα ενδεχομένως να φτιάξεις τη δική σου ομάδα. Σήμερα ο χορός είναι ένα πολύ ευρύτερο και πολύ πιο πλούσιο πεδίο. Νομίζω πως έχουμε αρχίσει να αντιλαμβανόμαστε τη σημασία να πλαισιωθεί το επάγγελμα από εκπαιδευτικούς, ειδικούς παιδαγωγούς, κριτικούς, επιμελητές, πολιτιστικούς διαχειριστές, με ευρεία μάθηση, βαθιά αγάπη και γνώση του αντικειμένου. Επίσης, τεράστια σημασία έχει η επικοινωνία της τέχνης μας με το κοινό και την κοινωνία εν γένει, μέσω του λεγόμενου «dance mediation». Με ανθρώπους ικανούς να κινηθούν σε διαφορετικά πλαίσια: από το πολιτιστικό πρόγραμμα ενός δήμου μέχρι το εκπαιδευτικό πρόγραμμα ενός μουσείου, και να απευθυνθούν σε διαφορετικούς ανθρώπους: από τους κατοίκους ενός ορεινού χωριού μέχρι μια ομάδα παραβατικών νέων στο κέντρο της Αθήνας.

Διαπιστώνουμε ότι στο βιβλίο σας δε γίνεται καμία αναφορά στον ελληνικό χορό. Για ποιο λόγο;

Για να λειτουργήσει σαν μια εισαγωγή στη θεωρία του χορού, το βιβλίο έπρεπε να καλύψει ένα εύρος θεμάτων, χωρίς να θεωρεί σχεδόν καμία γνώση ως δεδομένη. Η επιλογή των κειμένων έγινε με στόχο να χτίσει ένα έδαφος, ένα γνωστικό υπόβαθρο για τη θεωρητική σκέψη γύρω από τον χορό, καλύπτοντας μια γκάμα θεμάτων που θα ήταν χρήσιμα για τις/τους χορεύτριες/-τές και τις/τους χορογράφους του σήμερα. Όπως γράφω και στην εισαγωγή του βιβλίου, αρχικά η πρόθεσή μου ήταν να συμπεριλάβω κείμενα που θα αφορούσαν τον ελληνικό χορό. Ωστόσο, κάθε μου απόπειρα να εντάξω ένα σχετικό κείμενο ή μια αναφορά μού φαινόταν τόσο ανεπαρκής, αποσπασματική, ακόμα και άδικη για όσα πράγματα δεν μπορούσα να συμπεριλάβω, που την απέρριπτα. Θεωρώ πως έτσι αναδεικνύεται ακόμα πιο ξεκάθαρα η μεγάλη ανάγκη να γραφτεί ένα βιβλίο ή να εκδοθεί μια ανθολογία κειμένων αποκλειστικά για τη σκηνή του ελληνικού χορού, που να αντιπροσωπεύσει επάξια την αξιόλογη, πολυσχιδή και σύνθετη ιστορία και εξέλιξή του μέχρι σήμερα.

 

Σώματα παρόντα
Μια εισαγωγή στη θεωρία του χορού
Συλλογικό έργο
Επιμέλεια – Μετάφραση – Εισαγωγικά κείμενα: Μέντη Μέγα
Επιστημονική επιμέλεια: Στεριανή Χ. Τσιντζιλώνη
University Studio Press
384 σελ.
ISBN 978-960-12-2660-6
Τιμή €27,00

 Ράνια Μπουμπουρή δημοσιογράφος, επιμελήτρια εκδόσεων, μεταφράστρια και συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας

https://diastixo.gr/sinentefxeis/ellines/23747-mendi-mega-synentefxi-sti-rania-mpoumpouri


https://diastixo.gr



Στέφθηκε με επιτυχία η όπερα «Ιλιάδα» του Π. Καρούσου στο Δημοτικό Θέατρο Πεύκης

 

Κυριακή 26 Ιανουαρίου. Με επιτυχία παρουσιάστηκε στο Δημοτικό Θέατρο Πεύκης η όπερα «Ιλιάδα» του Ομήρου με εισαγωγικό σεμινάριο: «Η προσωδία ως συνδετικός κρίκος της όπερας με την αρχαία ελληνική γραμματεία». Εισηγητής: Παναγιώτης Καρούσος, συνθέτης (ανάλυση προσωδίας). Χαιρετισμό απηύθυνε ο Δήμαρχος Λυκόβρυσης Πεύκης Μάριος Ψυχάλης δίνοντας συγχαρητήρια στον διεθνούς φήμης συνθέτη Παναγιώτη Καρούσο. Λαμπερή και απαστράπτουσα εμφανίστηκε η υψίφωνος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (Ε.Λ.Σ.) Μαρία Κόκκα ως τιμητική συμμετοχή στο ρόλο της Ωραίας Ελένης η οποία εντυπωσίασε με την σκηνική της παρουσία και καταχειροκροτήθηκε για την ερμηνεία της. Η όπερα «Ιλιάδα» του μουσικοσυνθέτη Παναγιώτη Καρούσου στέφθηκε με ένα παρατεταμένο χειροκρότημα και πολλά μπράβο από το κοινό.

Συμμετείχε το Μουσικό σύνολο Ραψωδοί: Ωραία Ελένη: Μαρία Κόκκα (σοπράνο), Ανδρομάχη- Θέτις: Ρέα Βουδούρη (σοπράνο), Βρισηίδα: Hlin Leifsdottir (σοπράνο), Χρυσηίδα: Νίνα Γιατρά (σοπράνο), Πάρης: Παναγιώτης Διπλάρος: (βαρύτονος), Αχιλλέας - Έκτορας: Γιάννος Κοτζιάς (τενόρος). Μουσικοί: Αντώνης Γιαμβριάς (φλάουτο), Νίκος Κοτζιάς (βιολοντσέλο), Μαρία Γρηγορίου (χορωδός), Χριστιάνα Μάνου (πιάνο). Συντονισμός, επιμέλεια προβών: Ρέα Βουδούρη, Καλλιτεχνική επιμέλεια: Παναγιώτης Καρούσος Όπερα Ιλιάδα – πρόγραμμα 1. Εισαγωγή 2. Ύμνος - Ψάλε Θεά 3. Κουιντέτο – Σκλάβα τον Ελλήνων 4. Βρισηίδα & Χρυσηίδα - Αντίο Χρυσηίδα 5. Αχιλλέας (άρια Ι ) - Άφθιτον κλέος 6. Ωραία Ελένη (άρια Ι) – Ξακουσμένο θα γίνω τραγούδι 7. Πάρις (άρια) - Τα δώρα των Θεών 8. Ωραία Ελένη & Πάρις – Ω καλλίστη των λαών 9. Ανδρομάχη (άρια) – Έκτορα σαν βγεις στη μάχη 10. Ανδρομάχη & Έκτορας - Μην πικραίνεσαι για μένα 11. Η Ασπίδα του Αχιλλέα (χορωδιακό) 12. Ωραία Ελένη & Εκάβη - Σπινθοβολούν σ' ανάνεμον αιθέρα 13. Αχιλλέας (άρια ΙΙ ) – Ας χαθεί η διχόνοια 14. Αχιλλέας (καμπαλέτα) – Τη νίκη θα φέρω 15. Ωραία Ελένη (άρια ΙΙ) – Τώρα όλα τελειώσαν 16. Ω Πατρίδα! (δοξαστικό)















































































 

Chorus Scholasticus • Ερασιτεχνική Αναγεννησιακή Χορωδία

Η Schola Cantorum Sancti Pauli, Σχολή Μελωδών του Αγίου Παύλου, διοργανώνει από το Φεβρουάριο του 2025 την επαναλειτουργία της ερασιτεχνικής...