«Η διαφορά μεταξύ ενός χορδιστή και ενός πιανίστα μπορεί να βρίσκεται ακριβώς στο πώς αντιλαμβάνεται ο καθένας τους τη μηχανική του οργάνου. […] Αυτό που αδυνατούν να καταλάβουν είναι το πόσο δύσκολο είναι να γίνει κανείς εξαίρετος χορδιστής. Μια πλειάδα από σπουδαίους πιανίστες απασχολούν τον ίδιο χορδιστή, μιας και ένας άριστος χορδιστής είναι πράγμα περισσότερο δυσεύρετο από έναν πρώτης κλάσης πιανίστα, κάτι που ο κόσμος παραβλέπει». (σελ. 17)
Ο Τσιανγκ-Σενγκ Κούο είναι ένας από τους σημαντικότερους Ταϊβανέζους συγγραφείς της νέας γενιάς, πολυγραφότατος –δοκίμια, μυθιστορήματα, θεατρικά έργα– και πολυβραβευμένος. Ταυτόχρονα, εργάζεται ως καθηγητής στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Ταϊπέι, διδάσκοντας δημιουργική γραφή. Το βιβλίο του Ο χορδιστής του πιάνου τιμήθηκε με τα σημαντικότερα βραβεία της Ταϊβάν και έχει ήδη μεταφραστεί σε δέκα γλώσσες.
Ήρωές του είναι ο Λιν, ένας εξηντάχρονος άνδρας, η κατά είκοσι χρόνια νεότερη σύζυγός του, Έμιλι ή Τσεν –απεβίωσε από επιθετικό καρκίνο μέσα σε έξι μήνες, τρία χρόνια μετά τον γάμο τους–, ο πιανίστας, o Γκάρι ο αλογοουράς, και η κυρία Τσου, η δασκάλα του χορδιστή, βασικού ήρωα του βιβλίου. Συμπρωταγωνιστούν: ένα ωδείο, ένα Steinway, ένα παλιό Bösendorfer, χορδές, σφυράκια, πλήκτρα πιάνου, νότες και παρτιτούρες, αλλά και νιφάδες χιονιού άσπρες και μαύρες σαν τα θρυμματισμένα πλήκτρα ενός πιάνου. Όμως, τι είναι αυτό που ενώνει τους ήρωες με αυτά τα αντικείμενα; Μα φυσικά ο έρωτάς τους για τη μουσική. Τους φέρνει πιο κοντά και τους εμπνέει έναν άλλον έρωτα, έναν έρωτα πολλές φορές κρυφό, άλλοτε ανομολόγητο, απαγορευμένο ή χωρίς ανταπόκριση. Γεμάτο μυστικά. Και το κλειδί των μυστικών της ζωής όλων το έχει ο χορδιστής.
Από τις πρώτες αράδες του βιβλίου ο συγγραφέας, θέλοντας να μας μιλήσει για τη μουσική, μας εισάγει σε ένα άλλο επίπεδο. Το θεϊκό. Αναφέρει πως η πρώτη μορφή ύπαρξής μας ήταν οι ψυχές. Κι όταν ο Θεός αποφάσισε να μας δώσει σώματα, που θα ζούσαν τον χορό της φθοράς και του θανάτου, εμείς αρνηθήκαμε. Για να μας δελεάσει, έβαλε τους αγγέλους να παίξουν μια σαγηνευτική μουσική. Οι ψυχές μαγεύτηκαν τόσο πολύ, που θέλησαν να την ακούσουν πιο καθαρά, αυτό όμως θα γινόταν μόνο μέσω της ακοής. Ήταν ο μόνος τρόπος οι ψυχές να έχουν το δώρο τού να ακούν μουσική. Κι έτσι απέκτησαν σώματα.
Σε αυτό το θεϊκό επίπεδο, στο οποίο τοποθετεί τη μουσική ο Τσιανγκ-Σενγκ Κούο, προσθέτει και την ποιητικότητα της γραφής του για να απλώσει την υπόθεση. Παρουσιάζει τον μικρό και ασήμαντο αλλά εξαιρετικό χορδιστή, μια ιδιοφυΐα, να μετατρέπεται σε θεός στις σελίδες του, ιδιαίτερα όταν μιλά για τη χρησιμότητά του στην απόδοση του ηχοχρώματος κάθε νότας, ελευθερώνοντας έτσι τον έρωτα που κρύβει μέσα του για το πιάνο, έρωτας που εκφράζεται ακόμη κι όταν μιλά για τη μεταξένια υφή του ξύλου ενός Steinway, σαν να μιλά για τα μεταξένια μαλλιά της αγαπημένης του. Μας μιλά για τη μοναξιά των απομακρυσμένων –μεταξύ τους– μαύρων πλήκτρων, όπως και για τη συντροφικότητα των λευκών, που στέκουν το ένα δίπλα στο άλλο. Ταυτόχρονα, μελωδίες παιγμένες από μοναδικούς πιανίστες –Glenn Gould και Sviatoslav Richter– ζωντανεύουν, κάνοντας τον αναγνώστη να ανατρέχει σε αυτούς και να ακούει τις ερμηνείες τους παράλληλα με την ανάγνωση του βιβλίου, μετατρέποντας την αφήγηση σε ρεσιτάλ πιάνου.
Ο θαυμασμός του συγγραφέα για τη μουσική, το πιάνο και τους ερμηνευτές κάνει την αφήγηση βιωματική. Μοιάζει σαν ο ίδιος να είναι ο ήρωας του βιβλίου και κατά βάθος θα ήθελε να είναι ο χορδιστής των πιάνων. Να έχει χορδίσει το YAMAHA του Sviatoslav Richter για να παραγάγει το μοναδικό, δυνατό και απαλό του pianissimo. Γιατί κι όταν αργότερα έπαιζε με δύο άλλα Steinway, εξακολουθούσε να φαντάζεται το pianissimo να ηχεί από ένα άλλο πιάνο. Το YAMAHA. Μοιάζει σαν να ήθελε αυτός, ο συγγραφέας, να είναι ο χορδιστής του σε όλα. Μοιάζει λες και στο βιβλίο του έχει τελικά και τους δύο ρόλους!
Στον κόσμο των ανθρώπων η ισότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της τέχνης.
Στις περιγραφές του γίνεται ερωτικός, ποιητικός, συγκινητικός, προσθέτοντας συνεχώς στιγμές, πληροφορίες και προσωπικότητες μουσικές, αφήνοντας ενδιαμέσως τα πάθη των ηρώων του να πάλλουν –όπως και του αναγνώστη– στην ίδια μελωδία. Στο ηχόχρωμα των χορδών αλλά και της γραφής του, πλημμυρίζουν οι σελίδες γοητεία από την ομορφιά των περιγραφών και τον πλούτο των γνώσεων, που τον βοηθούν να διεισδύει στην ψυχή του πιάνου και των ηρώων του. Η λέξη ηχόχρωμα στις σελίδες του μοιάζει να περικλείει ήχους, χρώματα, συναισθήματα, αφοσίωση, τέχνη και ταυτόχρονα να είναι μια αυταπάτη. Ωστόσο, συναισθήματα, έρωτες, ατολμίες και νότες φυλακίζονται μέσα στο πιάνο, αλλά και ελευθερώνονται μέσα από αυτό.
Κι όταν, μετά τον θάνατο της Έμιλι, ο Λιν αποφασίζει να μετατρέψει το ωδείο σε χώρο πώλησης μεταχειρισμένων πιάνων, ένα ταξίδι στη Νέα Υόρκη τούς φέρνει σε επαφή με αυτή την αγορά. Επισκέπτονται σχετικό εκθεσιακό χώρο και μένει έκπληκτος από τον αριθμό των πιάνων που έπλεαν σε έναν ωκεανό σκόνης. Θλίψη τον κυριεύει, βλέποντάς τα σαν κουφάρια να εκλιπαρούν για μια δεύτερη ζωή, αλλά και συντριβή, όταν σε άλλη αίθουσα κομμάτια πιάνων, απομεινάρια επισκευασμένων, στέκουν εγκαταλελειμμένα σαν διαμελισμένα κορμιά: «…χτύπησα ένα πλήκτρο στο Steinway, για να παραγάγω μια νότα που ήταν ελαφρώς λανθασμένη, σιγανή, θλιβερή μα ζεστή. Το ηχόχρωμα με εξέπληξε, θαρρείς και κάποιος ψιθύριζε στο αυτί μου: “Σε παρακαλώ, μη φεύγεις”. Ποιος ήταν φυλακισμένος μέσα σε εκείνο το πιάνο;» (σελ. 94)
Σαν ποίημα κι άλλοτε σαν μελωδία ηχεί όλο το βιβλίο. Με πυκνή, μεστή γραφή και αρτιότητα ξεδιπλώνεται πλήρες συναισθημάτων και ήχων, σαν ένα καλοχορδισμένο Steinway. Δεν ξέρω αν ένας πιανίστας θα μπορούσε να γράψει ένα τέτοιο βιβλίο ή αν θα μπορούσε να παραγάγει αυτά τα ηχοχρώματα των συναισθημάτων, όπως κάνει ο Τσιανγκ-Σενγκ Κούο εδώ. Πρόκειται για ένα βιβλίο που θα σας ξαφνιάσει, θα σας συγκινήσει σαν τον χορδιστή όταν είδε πρώτη φορά χιόνι. Θα το λατρέψετε για τη μουσική λεπτότητα και ομορφιά της γραφής του, αλλά και για τον έρωτα και τη μουσική που απλώνονται στις αράδες του και πάλλουν στις χορδές, στην καρδιά των ηρώων του, αλλά και του αναγνώστη.
Το βιβλίο αυτό στη μετάφραση της Βίκυς Πορφυρίδου δεν έχασε ούτε μια νότα από τη μουσικότητα, την αρτιότητα και την ποιητικότητά του. Η μεταφράστρια το είδε σαν ένα έργο τέχνης, έτσι όπως ακριβώς το αποτύπωσε κι ο ίδιος ο συγγραφέας.
«Ο Θεός χρησιμοποίησε τη μουσική για να ξεγελάσει τις ψυχές και να τις οδηγήσει στα σώματα, είχε πει ο πιανίστας. Οι ψυχές ήταν ίσες, ενώ η σάρκα όχι. Γι’ αυτό στον κόσμο των ανθρώπων η ισότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της τέχνης». (σελ. 101)
Ο χορδιστής του πιάνου
Τσιανγκ-Σενγκ Κούο
μετάφραση: Βίκυ Πορφυρίδου
Βακχικόν
138 σελ.
ISBN 978-618-231-110-3
Τιμή €12,72
Τούλα Ρεπαπή κριτικός λογοτεχνίας
https://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/23364-xordistis-pianou
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου